ΑΔΜΗΕ: Η Κύπρος έδωσε το «πράσινο φως» για την ηλεκτρική διασύνδεση
Στην τελική ευθεία μπαίνει πλέον το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου, μετά την απόφαση της Τρίτης από το Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου να εγκρίνει την συμφωνία, ενόψει της σημερινής συνάντησης του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Αθήνα.
Συγκεκριμένα,με την χθεσινή του απόφαση, το υπουργικό συμβούλιο αποδέχεται την καταβολή 25 εκατ. ευρώ ετησίως για 5 χρόνια, όπως είχε εισηγηθεί ο ΑΔΜΗΕ, ώστε το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης Great Sea Interconnector (GSI) να καταστεί βιώσιμο.
Τα σημεία «κλειδί» της συμφωνίας
Οι όροι και οι προϋποθέσεις της συμφωνίας προβλέπουν πως αν το 2029 η ηλεκτρική διασύνδεση δεν έχει ολοκληρωθεί, τότε θα διακοπεί η χρηματοδότηση και θα επαναρχίσει όταν ξεκινήσει η λειτουργία.
Παράλληλα, συμφωνήθηκε πως τα πρώτα πέντε χρόνια δεν θα επωμισθούν απευθείας κόστος οι Κύπριοι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς το κόστος θα αντληθεί από το σύστημα δημοπράτησης δικαιωμάτων ρύπων.
Ωστόσο, αν διαπιστωθεί ότι θα χρειαστεί περαιτέρω χρηματοδότηση μετά το 2029, τότε θα υπάρξει επιβάρυνση στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος οι καταναλωτές.
Το ποσό αυτό θα εκταμιεύεται από το πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης των δικαιωμάτων ρύπων.
Ωστόσο, «ανοιχτά» παραμένουν δύο βασικά θέματα. Πρώτον το θέμα της ανάληψης του γεωπολιτικού ρίσκου, ώστε αυτό να επιμεριστεί στο 50% για την Ελλάδα και 50% για τη Κύπρο, σε περίπτωση που το έργο τελικώς δεν ολοκληρωθεί χωρίς ευθύνη του ΑΔΜΗΕ. Αλλά και το θέμα της απόδοσης 8,3% για 17 αντί για 12 χρόνια για την επένδυση του ΑΔΜΗΕ, παρά το ότι έχει επέλθει συμφωνία.
Παπαναστασίου: Τέλος στην ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου
Δείτε εδώ αναλυτικά την χθεσινή απόφαση, όπως την ανακοίνωσε ο Υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου:
«Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα πρόταση του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας αναφορικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης.
Το έργο θα συμβάλει στην άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, αφού θα διασυνδέσει το εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τα αντίστοιχα διευρωπαϊκά συστήματα και θα αυξήσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας. Η επίτευξη του στόχου αυτού είναι ιδιαίτερης σημασίας και για τη διατήρηση και περαιτέρω επιτάχυνση μεσοπρόθεσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των πολιτών της χώρας, καθώς βασικός στόχος είναι η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω της ηλεκτρικής διασύνδεσης, της έλευσης Φ/Α και των ΑΠΕ.
Η σημασία του έργου τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση από τον Μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility – CEF) με το υψηλότερο ιστορικά ποσό των 657 εκατ. ευρώ.
Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τη σημερινή συνεδρία, ενέκρινε τη διάθεση ποσού 25 εκατ. ευρώ ανά έτος, αυστηρώς, για περίοδο 5 ετών ως επιδότηση της αντίστοιχης αύξησης που δυνατόν να επέλθει στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για το δικαίωμα ανάκτησης εξόδων κατά την κατασκευαστική περίοδο διασύνδεσης, δηλαδή από 1/1/2025 μέχρι 31/12/2029, ώστε οι καταναλωτές να μην επιβαρύνονται από αυτή την αύξηση.
Το ποσό αυτό θα εκταμιεύεται από το πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης των δικαιωμάτων ρύπων. Η πρώτη δόση των 25 εκατ. ευρώ θα συμπεριληφθεί σε συμπληρωματικό προϋπολογισμό.
Η σημερινή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι το επιστέγασμα πολλών διαβουλεύσεων με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και των διευκρινίσεων που έχουν δοθεί, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ενώπιόν της πραγματικά δεδομένα αναφορικά με τις οικονομικές, τεχνικές και νομικές πτυχές του έργου.
Ως Κυβέρνηση επιδείξαμε την απαραίτητη υπευθυνότητα και δέουσα επιμέλεια που πρέπει να χαρακτηρίζει τη λήψη αποφάσεων που αφορούν έργα τέτοιου βεληνεκούς, με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Κυπριακού λαού στον οποίο είμαστε υπόλογοι.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, και στη βάση του οδικού χάρτη που έχει καταρτιστεί, θα βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία τόσο με την Ελληνική πλευρά όσο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περαιτέρω πρόοδο της υλοποίησης του έργου αλλά και με μέρη που έχουν ήδη επιδείξει πραγματικό ενδιαφέρον συμμετοχής στο έργο».