ΔΝΤ: Σημαντικοί κίνδυνοι θολώνουν τις προοπτικές της Ελλάδος - Ανάπτυξη 3,5% το 2022
Θετικά αποτίμησε το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) την πρόοδο της Ελλάδος στην αξιολόγηση που έκανε στα πλαίσια της ετήσιας εξέτασης της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας, ωστόσο προειδοποίησε πως «σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να θολώνουν τις προοπτικές».
Σύμφωνα με το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ισχυρά από τη σοβαρή ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, με το ΑΕΠ το 2021 να επιστρέφει στα προ πανδημίας επίπεδα. Η ισχυρή δημοσιονομική απάντηση, η διευκολυντική νομισματική πολιτική, οι προληπτικές πολιτικές και η σημαντική στήριξη της ΕΕ ήταν καθοριστικής σημασίας για την ενίσχυση της ανάκαμψης .
«Παρά το δύσκολο περιβάλλον, οι μεταρρυθμίσεις σημείωσαν πρόοδο σε διάφορους τομείς, όπως η ψηφιοποίηση, οι ιδιωτικοποιήσεις, η βελτίωση του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής και η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών», σημειώνει το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ σε σχετικό ανακοινωθέν, προσθέτοντάς πως η Ελλάδα ολοκλήρωσε την πρόωρη καταβολή τον Απρίλιο όλων των εκκρεμών δόσεων του Ταμείου.
Όπως αναφέρεται στη σχετική έκθεση αξιολόγησης, η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει ισχυρή στο 3,5% το 2022 παρά τις αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας αναμένεται να ανεβάσουν τον μέσο πληθωρισμό στο 6,1% το 2022. Τόσο η ανάπτυξη όσο και ο πληθωρισμός αναμένεται να επιβραδυνθούν το 2023, φτάνοντας στο 2,6% και 1,2%, αντίστοιχα.
Κατά το ΔΝΤ, το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε πτωτική τροχιά και οι κίνδυνοι φαίνονται διαχειρίσιμοι μεσοπρόθεσμα. Παρά τη βελτίωση, η εξωτερική θέση της χώρας ήταν πέρυσι μετρίως ασθενέστερη από εκείνη που συνάδει με τα θεμελιώδη και τις επιθυμητές πολιτικές. «Σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να θολώνουν τις προοπτικές, ειδικά από την περαιτέρω όξυνση του πολέμου στην Ουκρανία και τις σημαντικές αβεβαιότητες που συνδέονται με την πανδημία», σημειώνει το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ.
Οι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ χαιρέτησαν την ισχυρότερη από το αναμενόμενο οικονομική ανάκαμψη το 2021, η οποία υποστηρίχθηκε από την ισχυρή πολιτική απάντηση των ελληνικών αρχών στην κρίση της πανδημίας, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι διευθυντές επαίνεσαν τις αρχές για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση των κληροδοτημάτων από την κρίση χρέους παρά το δύσκολο περιβάλλον και για την πρόωρη αποπληρωμή όλων των εκκρεμών πιστώσεων του Ταμείου. Χαιρέτησαν ότι το ΑΕΠ επέστρεψε στα προ πανδημίας επίπεδα, ότι το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε πτωτική τροχιά και ότι οι προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν εύρωστες παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον υψηλό πληθωρισμό. Σημείωσαν ότι οι αβεβαιότητες και οι καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές παραμένουν και τόνισαν την ανάγκη να συνεχιστεί η συνετή πολιτική και η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους και να προωθηθεί η χωρίς αποκλεισμούς και πιο πράσινη ανάπτυξη.
Οι διευθυντές συμφώνησαν ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να παραμείνει διευκολυντική, αλλά καλά στοχευμένη το 2022 προτού επιστρέψει σε μια σταδιακή και φιλική προς την ανάπτυξη με σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα. Συνέστησαν δε να αντικατασταθούν οι γενικές επιδοτήσεις για τις υψηλές τιμές ενέργειας με στοχευμένες στήριξεις στις ευάλωτες ομάδες.
Οι διευθυντές του ΔΝΤ συμφώνησαν σε γενικές γραμμές στην ανάγκη προσεκτικής αξιολόγησης των επιπτώσεων των σχεδίων της κυβέρνησης για μόνιμες περικοπές στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και στην κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Τόνισαν ότι η πρόσφατη αύξηση των δαπανών για την υγεία και των δημοσίων επενδύσεων πρέπει να διατηρηθεί, ενώ οι πιέσεις για αύξηση των συντάξεων και των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να αποτραπουν. Στην ίδια βάση, συνέστησαν περαιτέρω ενίσχυση του συστήματος Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, ώστε να αποτελέσει τη βάση για στοχευμένη υποστήριξη κατά τη διάρκεια δυσμενών κρίσεων.
Το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ επαίνεσε τις αρχές για την ταχεία μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και για τη δέσμευσή να αντιμετωπίσουν τις υπόλοιπες προκλήσεις για την ενίσχυση της οικονομικής ανθεκτικότητας. Τόνισε ότι η περαιτέρω πρόοδος στη μείωση του ιδιωτικού χρέους θα πρέπει να προέλθει από την εφαρμογή του νέου νόμου περί αφερεγγυότητας, τη βελτίωση της διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών και την ανάπτυξη βιώσιμων αναδιαρθρώσεων μακροπρόθεσμα.
Οι διευθυντές συνέστησαν επίσης την ενίσχυση των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας των τραπεζών και της ποιότητας του κεφαλαίου τους, την αποκατάσταση των υγειών παραγόντων κερδοφορίας, την αντιμετώπιση των μεσοπρόθεσμων προκλήσεων χρηματοδότησης και την προσαρμογή των επιχειρηματικών τους μοντέλων. Γενικά ενθάρρυναν τις αρχές να προετοιμάσουν έναν οδικό χάρτη βάσει των συνθηκών που θα καθοδηγεί την ενεργοποίηση των μακροπροληπτικών εργαλείων μεσοπρόθεσμα σε περίπτωση που προκύψουν συστημικές ευπάθειες στις τράπεζες.
Τέλος, οι διευθυντές συμφώνησαν ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που υποστηρίζεται από κονδύλια της ΕΕ, είναι μια σημαντική ευκαιρία για την ενίσχυση των προηγούμενων μεταρρυθμιστικών επιτευγμάτων και την αντιμετώπιση των υπολειπόμενων διαρθρωτικών αλλαγών, π.χ. στην αγορά εργασίας και σημείωσαν τη θετική επίδραση της αύξησης του κατώτατου μισθού στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Ωστόσο, συνέστησαν την παρακολούθηση των πιθανών επιπτώσεών στον πληθωρισμό και στην ανεργία των νέων. Χαιρέτησαν δε τη δέσμευση των αρχών για φιλικές προς το κλίμα πολιτικές και τόνισαν την ανάγκη για ένα ισχυρότερο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας -που θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από υψηλότερους φόρους στον άνθρακα όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες- για να διευκολυνθεί η πράσινη μετάβαση.