Η ζημία των 3,5 δισ. ευρώ πίσω από το «όχι» της κυβέρνησης στη μείωση της φορολογίας στα καύσιμα
Ανανεώθηκε:
Ο φόβος ότι θα ανοίξει «βαθιά τρύπα» στα κρατικά ταμεία και θα εξανεμισθεί το πολύτιμο πλεόνασμα στα έσοδα του προϋπολογισμού που απελευθερώνει δημοσιονομικό χώρο για πρόσθετα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών απέναντι στην «πληθωριστική καταιγίδα», βρίσκεται πίσω από την κατηγορηματική άρνηση της κυβέρνησης για μείωση της φορολογίας στα υγρά καύσιμα.
Όπως λένε χαρακτηριστικά στελέχη του οικονομικού επιτελείου «κούρεμα» του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα -ακόμα και περιορισμένο και με ημερομηνία λήξης- θα προκαλούσε απώλειες πάνω από 1,5 δισ. ευρώ και θα μηδένιζε πλήρως τις υπερεισπράξεις από τους φόρους που φθάνουν το 1,7 δισ, ευρώ στο πρώτο τετράμηνο του έτους και αποτελούν «μαξιλάρι» για τη χρηματοδότηση νέων αντισταθμιστικών στην ακρίβεια μέτρων.
Πέραν αυτού, η μείωση της φορολογίας θεωρείται αμφιβόλου αντίκτυπου στις «τσέπες των καταναλωτών» καθώς η εμπειρία δείχνει ότι μεγάλο κομμάτι των μειώσεων στους φόρους κατανάλωσης «χάνεται στο δρόμο» προς τις λιανικές τιμές.
Τα λεφτά είναι πολλά και ο κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού εξαιρετικά υψηλός, καθώς το οικονομικό επιτελείο αναμένει να εισπράξει φέτος από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα υγρά καύσιμα 3,518 δισ. ευρώ από τα οποία τα 2,137 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τις βενζίνες και 1,381 δισ. ευρώ από το ντίζελ κίνησης.
Αν σε αυτά προστεθούν και τα έσοδα από το ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή, ύψους 1,963 δισ. ευρώ, το συνολικό ποσό φθάνει τα 5,481 δισ. ευρώ.
Τα σενάρια που έχουν επεξεργαστεί στο υπουργείο Οικονομικών δείχνουν ότι τυχόν μείωση του φόρου κατανάλωσης της τάξης των 20 λεπτών θα επέφερε αυτόματα «διαρροή» 1,5 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία, τη στιγμή που ακόμα και αν ολόκληρη η μείωση περνούσε στην αντλία, η λιανική τιμή της βενζίνης θα έπεφτε από τα 2,40 ευρώ στα 2,20 ευρώ το λίτρο.
Για να υπάρξει δραστική συμπίεση της τιμής, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης θα έπρεπε να «ψαλιδιστεί» τουλάχιστον κατά 40 λεπτά, πράγμα που σημαίνει ότι αν συνυπολογισθούν και οι απώλειες από το ΦΠΑ η τελική ζημία για το προϋπολογισμό θα ήταν πάνω από 3 δισ. ευρώ.
Ακόμα και αν το μέτρο εφαρμόζονταν για τους επόμενους έξι μήνες -έως το τέλος του έτους- ο λογαριασμός για το δημόσιο θα ξεπερνούσε το 1,5 δισ. ευρώ.
Την κυβερνητική επιχειρηματολογία για το βαρύ δημοσιονομικό κόστος που θα είχε μία τέτοια κίνηση ανέπτυξε ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, κατηγορώντας την αντιπολίτευση για ανεύθυνη πολιτική και κοροϊδία των πολιτών.
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας:
«Από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης η τιμή στην αντλία έχει αυξηθεί περίπου κατά 50 λεπτά του ευρώ μεσοσταθμικά. Για να καλύψουμε πλήρως ως κράτος αυτή την αύξηση και οι τιμές να επανέλθουν εκεί που ήταν πριν την ενεργειακή κρίση απαιτείται μια μείωση του ΦΠΑ και του ΕΦΚ καυσίμων που κοστίζει περίπου 3,7 δισ. ευρώ. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αν δίναμε αυτά τα χρήματα θα τα παίρναμε πίσω από τα αυξημένα έσοδα και την αύξηση της κατανάλωσης. Όμως βλέποντας τα ιστορικά στοιχεία παρατηρούμε ότι η κατανάλωση καυσίμων είναι σχεδόν πλήρως ανελαστική ανεξαρτήτως τιμών.
Συγκεκριμένα κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, η κατανάλωση στην αμόλυβδη έχει μειωθεί μόλις κατά 8% (όταν η τιμή έχει αυξηθεί κατά 26%) ενώ στο ντίζελ δεν έχει μειωθεί καθόλου. Άρα από τα 3,7 δισ. ευρώ θα ανακτούσαμε στην καλύτερη περίπτωση ένα 8%, μόλις 300 εκ. ευρώ και θα έμενε μια τρύπα 3,4 δισ. στο έλλειμμα και το χρέος».
Πάντως, η φορολογία στη βενζίνη που κυμαίνεται στα 0,868 ευρώ το λίτρο (70 λεπτά ο ειδικός φόρος κατανάλωσης συν άλλα 16,8 λεπτά ο ΦΠΑ 24%) είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία, το χαμηλότερο ειδικό φόρο κατανάλωσης στη βενζίνη ύψους 0,36 ευρώ το λίτρο που αποτελεί και το ελάχιστο κοινοτικό όριο έχουν η Βουλγαρία και η Ουγγαρία και ακολουθούν η Πολωνία και η Ρουμανία με 0,37 ευρώ ανά λίτρο βενζίνης.
Αντίθετα, υψηλούς ΕΦΚ έχει η Ολλανδία με 0,81 ευρώ ανά λίτρο, η Ιταλία με 0,73 ευρώ και η Φινλανδία με 0,72 ευρώ ανά λίτρο.
Στη Γαλλία ο φόρος είναι 0,68 ευρώ ανά λίτρο, στη Γερμανία 0,65 και στην Ισπανία 0,50 ευρώ ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ ανέρχεται σε 0,56 ευρώ το λίτρο.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Βενζινοπωλών Ελλάδος, στις λιανικές τιμές αμόλυβδης βενζίνης με φόρους, η χώρα μας κατέχει την 5η θέση στην ΕΕ-27 πολύ πάνω από τη μέση τιμή της ΕΕ ενώ χωρίς φόρους κατέχει την 15η θέση, πολύ κάτω από τη μέση τιμή της ΕΕ.
Όσον αφορά στο πετρέλαιο κίνησης η χώρα μας κατατάσσεται στην 9η θέση στην ΕΕ και στο πετρέλαιο θέρμανσης στην 12η θέση.