ΑΓΟΡΕΣ

Τα υπέρ και τα κατά του ισχυρού δολαρίου

Τα υπέρ και τα κατά του ισχυρού δολαρίου
Στις ΗΠΑ δεν φαίνεται να εξετάζουν μια ενδεχόμενη υιοθέτηση του βρετανικού μοντέλου Φωτογραφία αρχείου

Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για το «σκληρό» δολάριο, για τη σημασία που έχει η αύξηση της τιμής στις αγορές, τα υπέρ, τα κατά, τις άμεσες συνέπειες και τα μακροπρόθεσμα οφέλη που μπορεί να έχει για την οικονομία των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τον Bloomberg Dollar Index το οποίο καταγράφει την κίνηση του δολαρίου σε σχέση με τα υπόλοιπα μεγάλα νομίσματα του κόσμου, το «πράσινο χαρτί» των ΗΠΑ σημείωσε άνοδο και βρέθηκε στην υψηλότερη τιμή από τον Μάρτιο του 2020, την προηγούμενη Παρασκευή (23/9), επεκτείνοντας τα κέρδη του πάνω από 18% από την αρχή της χρονιάς.

Η πρώτη αντίδραση είναι πως η ισχυροποίηση του δολαρίου έναντι των άλλων νομισμάτων θα πλήξει τις εξαγωγές, κάνοντας τα αμερικανικά προϊόντα ακριβότερα στην παγκόσμια αγορά.

Όμως στις ΗΠΑ δεν φαίνεται να εξετάζουν μια ενδεχόμενη υιοθέτηση του βρετανικού μοντέλου, καθώς η απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη καταργώντας τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή στη χώρα και να μειώσει τον βασικό συντελεστή τον ερχόμενο Απρίλιο, προκάλεσε «βουτιά» στην τιμή της στερλίνας και ανανέωσε τους φόβους των αγορών για διαφυγή κεφαλαίων.

Τα πλεονεκτήματα του ισχυρού δολαρίου

Σύμφωνα με ανάλυση του Robert Burgess, το πραγματικό πλεονέκτημα του ισχυρού δολαρίου είναι πως αποτελεί ένα αξιόπιστο νόμισμα που κρατάει την αξία του.
Η ασφάλεια που προσφέρει αυτό το γεγονός προσελκύει διεθνή κεφάλαια, τα οποία εξυπηρετούν τον προϋπολογισμό των ΗΠΑ και το εμπορικό έλλειμμα, ενώ βάζει ένα σχετικό «όριο» στα κόστη δανεισμού.

Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε πως οι διεθνείς καταθέσεις σε αμερικανικά ομόλογα και σχετικές αξίες αυξήθηκαν κατά 70,4 δισ. δολάρια τον Ιούλιο στα 7,50 τρισ. δολάρια.

Τα ποσά που διαθέτουν οι ξένοι καταθέτες έχουν αυξηθεί κατά 50% την τελευταία δεκαετία, παρά την αύξηση του δανεισμού και τα μεγαλύτερα ελλείμματα.

Οι αμερικανικές εταιρείες επωφελούνται επίσης από την πίστη στο δολάριο, το οποίο μπορεί να φανεί στην αξία των μετοχών τους. Παρότι τους τελευταίους μήνες οι τιμές των μετοχών έχουν εμφανίσει απώλειες με φόντο τον αυξημένο πληθωρισμό και τα επιτόκια της Federal Reserve, οι επενδυτές δείχνουν προτίμηση στις μετοχές αμερικανικών εταιρειών σε σύγκριση με τους διεθνείς «ανταγωνιστές» τους.

Την ίδια ώρα, οι επενδυτές «στοιχηματίζουν» πως η άνοδος του δολαρίου δεν έχει τελειώσει. Μάλιστα η bullish τοποθέτηση μεταξύ των hedge funds είναι σχεδόν οκτώ φορές υψηλότερη από τον μέσο όρο των τελευταίων δύο δεκαετιών.

Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το μερίδιο του δολαρίου βρίσκεται στο 58,9% της αγοράς, πολύ υψηλότερα από το ευρώ το οποίο βρίσκεται στο επίπεδο του 20,1%, με το ιαπωνικό γιεν να ακολουθεί στην τρίτη θέση και με μεγάλη διαφορά στο 5,35%.

Και παρότι το μερίδιο του δολαρίου έχει περιοριστεί από το περίπου 70% που κατείχε πριν μερικά χρόνια, παραμένει στην κορυφαία θέση και με απόσταση από το χαμηλότερο επίπεδο του 45% που κατείχε στις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Παράλληλα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Washington Post τα οφέλη του να έχει κανείς δολάρια στο πορτοφόλιο του είναι η ρευστότητα που προσφέρει η αμερικανική αγορά.

Συγκεκριμένα, η αγορά αμερικανικών ομολόγων μετράει 23 τρισ. δολάρια, την ώρα που στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία και η Γερμανία έχουν όλες λιγότερα από 3 τρισ. δολάρια, ενώ η Ιαπωνία έχει λιγότερα από τα μισά σε σχέση με της ΗΠΑ.

Στη λίστα των θετικών επιδράσεων, βρίσκεται επίσης η μεγαλύτερη αξία του νομίσματος για όσους βρίσκονται στις ΗΠΑ και ενδιαφέρονται να αγοράσουν εισαγόμενα προϊόντα και τους κερδισμένους Αμερικανούς τουρίστες στο εξωτερικό που επωφελούνται από την ισοτιμία του συναλλάγματος.

Οι αρνητικές συνέπειες του «σκληρού» δολαρίου

Στον αντίποδα, οι Ευρωπαίοι βλέπουν τα εξαγώγιμα προϊόντα τους να γίνονται πιο φθηνά λόγω της υποχώρησης του ενιαίου νομίσματος, έναντι του δολαρίου και βλέπουν επίσης να ακριβαίνουν τα εισαγόμενα από χώρες εκτός ΕΕ.

Στον κατάλογο των αρνητικών συνεπειών, το 20ετές υψηλό δημιουργεί προβλήματα στα οικονομικά αποτελέσματα των μεγάλων πολυεθνικών στις ΗΠΑ, καθώς μειώνει την αξία των πωλήσεων και της αντίστοιχης κερδοφορίας από τις διεθνείς υπηρεσίες.

Την ίδια ώρα μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες από την Κίνα έως την Τουρκία ανησυχούν ότι η άνοδος του δολαρίου θα κάνει πιο δύσκολη την εξυπηρέτηση των τεράστιων δανείων τους και των κρατικών ομολόγων που έχουν εκδώσει σε αμερικανικό νόμισμα.

Παράλληλα, σύμφωνα με το cnn.com, μεταξύ των αρνητικών βρίσκεται και το ενδεχόμενο να προκαλέσει νέα συρρίκνωση στις τιμές του πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων που συναλλάσσονται σε δολάριο, καθώς μια μακρά πτωτική πορεία στις τιμές του πετρελαίου θα ήταν άσχημα νέα για τις ευρύτερες αγορές.

Το ίδιο ισχύει και για τον χρυσό, το οποίο έχει ήδη πληγεί από την άνοδο του δολαρίου. Το πολύτιμο μέταλλο έχει σημειώσει πτώση περί το 6% μέσα στο 2022, ενώ αντίστοιχη πορεία είχαν και τα κρυπτονομίσματα.