ΚΟΣΜΟΣ

Νίμιτς: Αν απορριφθεί η συμφωνία των Πρεσπών, ίσως περάσουν άλλα 25 χρόνια για νέα ευκαιρία λύσης

Νίμιτς: Αν απορριφθεί η συμφωνία των Πρεσπών, ίσως περάσουν άλλα 25 χρόνια για νέα ευκαιρία λύσης
EUROKINISSI/(MOTIONTEAM/ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ

Για πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα είχε αναλάβει εκ μέρους του ΟΗΕ τον συντονισμό των διαπραγματεύσεων μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων για την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας της πΓΔΜ, και μόλις τον περασμένο Ιούνιο, και μάλιστα ανήμερα των γενεθλίων του, είδε τις δύο πλευρές να υπογράφουν ιστορική συμφωνία στις Πρέσπες για το ονοματολογικό.

Ο λόγος για τον Μάθιου Νίμιτς, ο οποίος σε συνέντευξή του στο βαλκανικό πρακτορείο Balkan Insight, κάνει μια αναδρομή στα γεγονότα της τελευταίας 25ετίας, ενθυμούμενος τόσο τις δύσκολες, όσο και τις… αστείες στιγμές της διαπραγμάτευσης, ενώ υπογραμμίζει το πόσο σημαντικό είναι να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα, αλλά και τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε περίπτωση που η συμφωνία των Πρεσπών δεν εγκριθεί τελικά και από τα δύο εμπλεκόμενα μέρη.

Ενδεικτική είναι η εκτίμησή του ότι σε περίπτωση που η πΓΔΜ απορρίψει τη συμφωνία των Πρεσπών, είτε στο δημοψήφισμα της 30ης Σεπτεμβρίου, είτε στη Βουλή, ίσως μεσολαβήσουν άλλα 25 χρόνια μέχρι να παρουσιαστεί μια νέα ευκαιρία για την επίλυση του ονοματολογικού.

Εξέφρασε πάντως την ελπίδα του ότι η συμφωνία θα πάρει το «πράσινο φως» και από τις δύο χώρες. Πρόκειται για μία δίκαιη και αξιότιμη λύση, λέει ο Μάθιου Νίμιτς αναφερόμενος στη Συμφωνία των Πρεσπών «που ικανοποιεί τα κύρια συμφέροντα και των δύο πλευρών. Εάν δεν εγκριθεί, δεν βλέπω άλλη λύση βραχυπρόθεσμα. Χρειάστηκαν 25 χρόνια προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η συμφωνία και μπορεί να χρειαστούν άλλα 25» λέει χαρακτηριστικά.

«Αν απορρίψετε τη συμφωνία, φοβάμαι ότι ο κόσμος θα θεωρήσει πως δεν ενδιαφέρεστε για μία συμβιβαστική λύση, ότι δεν σας ενδιαφέρει η ένταξή σας στην ΕΕ και ότι εμάς δεν μας ενδιαφέρει να λύσουμε το ζήτημα αλλά και γενικότερα η επίλυση των προβλημάτων» σημειώνει στη συνέντευξή του.

Αναδρομή στις διαπραγματεύσεις

«Υπήρχε μια άποψη στα Σκόπια, τις πρώτες μέρες στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ότι ο χρόνος θα κυλούσε υπέρ τους. Όμως ο χρόνος όμως δεν ήταν με το μέρος τους. Θεωρούσαν ότι οι μαζικές διαδηλώσεις και οι αντιδράσεις στην Ελλάδα θα διαλύονταν με την πάροδο των ετών και οι ελληνικές απόψεις θα γινόντουσαν όλο και πιο μετριοπαθείς, ενώ το διεθνές περιβάλλον θα άλλαζε και όλο και περισσότερες χώρες θα αναγνώριζαν τη χώρα με το συνταγματικό της όνομα», αναφέρει ο κ. Νίμιτς ενθυμούμενος την έναρξη των διαπραγματεύσεων.

Σημειώνει μάλιστα πως ο ίδιος είχε αντίθετη άποψη εκείνη την εποχή: «Είπα πως θα πρέπει να κινηθείτε γρήγορα, έχετε την ευκαιρία να γίνετε μέλος της ΕΕ μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, θα πρέπει να το διευθετήσετε και να προχωρήσετε μπροστά».

Σύμφωνα με τον κ. Νίμιτς «στην πραγματικότητα, η πΓΔΜ εξασφάλισε την αναγνώριση από περισσότερες από 120 χώρες ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», όχι όμως και από την Ελλάδα η οποία εμπόδισε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις στο ΝΑΤΟ ενώ κάθε σύσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών αποτύγχανε».

«Με την πάροδο των χρόνων η Ελλάδα υπενθύμιζε τη θέση της εγκαλώντας διεθνείς αξιωματούχους κάθε φορά που χρησιμοποιούσαν τη λέξη «Μακεδονία» αντί για το ενδιάμεσο όνομα, με έγγραφα διαμαρτυρίας και υπενθυμίζοντας ότι πρέπει να χρησιμοποιούν την αποδεκτή από τον ΟΗΕ ονομασία».

Ερωτηθείς για το πώς ο ίδιος χειρίστηκε το ζήτημα της ονομασίας κατά τη διάρκεια της πολυετούς διαπραγμάτευσης με τις δυο πλευρές, ο κ. Νίμιτς απάντησε:

«Η προσέγγισή μου, ήταν να αποφεύγω τη χρήση των ονομάτων γιατί ήταν πάντα ένα ζήτημα. Ποτέ δεν χρησιμοποίησα την ονομασία ΠΓΔΜ επειδή αυτό δεν ήταν ένα αποδεκτό όνομα. Μερικές φορές έλεγα η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το οποίο όμως είναι πολύ μεγάλο σαν όνομα και όχι πολύ εύχρηστο, αλλά είναι επίσημη στον ΟΗΕ και εγώ ήμουν αξιωματούχος του ΟΗΕ. Αλλά δεν μπορείς σε μια συζήτηση να χρησιμοποιείς αυτό το μεγάλο όνομα, γι’ αυτό συνήθιζα να χρησιμοποιών τις πρωτεύουσες των δύο χωρών και να λέω: ποια είναι η άποψη της Αθήνας και ποια των Σκοπίων;».

Ο κ. Νίμιτς μιλά και για το πώς αντιδρούσαν οι αξιωματούχοι του ΟΗΕ, και περιγράφοντας μια συνάντησή του με τον πρώην γγ Μπαν Κι Μουν ανέφερε: «Μου είπε: Νίμιτς πρέπει αμέσως να λύσεις αυτό το πρόβλημα. Δεν μπορώ να πω Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία. Την τελευταία φορά είπα Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας και όλοι γέλασαν μαζί μου! Πρέπει να το λύσεις και να με βγάλεις από αυτή την αμηχανία και εγώ του απάντησα μάλιστα κύριε, θα το λύσω αμέσως».

Αναφέρεται ακόμη στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου και το ελληνικό βέτο, στην προσφυγή της πΓΔΜ το 2011 στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αλλά και στο πόσο πιο δύσκολα έγιναν τα πράγματα με την πολιτική Γκρούεφσκι, τα μνημεία και την ονομασία δρόμων και αεροδρομίου.

Εικόνα που, όπως λέει, άλλαξε όταν ανέλαβε ο Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος «εμφανίστηκε αποφασισμένος να δώσει τέλος στη διαμάχη δεκαετιών κάτι το οποίο δέχθηκε και η Αθήνα καθώς η κυβέρνηση τώρα έβλεπε πλεονεκτήματα στην επίλυση του ζητήματος».

Όπως χαρακτηριστικά λέει: «Η πρώτη επίσημη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, Νικoλά Ντιμιτρόφ στην Αθήνα έγινε τον Ιούνιο του 2017 και ένα χρόνο αργότερα έκλεισε η συμφωνία, η οποία χαιρετίστηκε από μετριοπαθείς αλλά απορρίφθηκε από εθνικιστές -και στις δύο χώρες- ως προδοσία των εθνικών συμφερόντων».