ΚΟΣΜΟΣ

Τέλος στην εναλλαγή χειμερινής-θερινής ώρας θα προτείνει η Κομισιόν

Τέλος στην εναλλαγή χειμερινής-θερινής ώρας θα προτείνει η Κομισιόν
REUTERS/Jon Nazca

Την κατάργηση της εποχικής αλλαγής ώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση εισηγείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έπειτα από μια δημόσια διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε φέτος το καλοκαίρι, στην οποία συμμετείχε αριθμός ρεκόρ εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών. Κάθε κράτος-μέλος θα είναι ελεύθερο να επιλέξει σε ποια ζώνη ώρας επιθυμεί να παραμείνει, ενώ η διαδικασία μπορεί να κρατήσει μέχρι και δύο χρόνια, αφού η οποιαδήποτε αλλαγή, θα πρέπει να εγκριθεί από κάθε κράτος-μέλος ξεχωριστά.

Σχεδόν 4,6 εκατομμύρια άνθρωποι από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ πήραν μέρος στη διαδικτυακή διαβούλευση, που διεξήχθη μεταξύ 4 Ιουλίου και 16 Αυγούστου. Σε αυτή, πάνω από το 80% τάχθηκε υπέρ της κατάργησης της αλλαγής της ώρας.

Την σχετική ανακοίνωση έκανε σήμερα ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, μιλώντας στον γερμανικό τηλεοπτικό σταθμό ZDF.

«Εκατομμύρια άνθρωποι απάντησαν και είναι της άποψης ότι στο μέλλον θα πρέπει να είναι κανόνας μόνιμα η θερινή ώρα και θα το πραγματοποιήσουμε», τόνισε ο πρόεδρος της Κομισιόν και πρόσθεσε:

«Όταν ρωτάμε τους πολίτες την άποψή τους για ένα θέμα είναι σωστό στη συνέχεια να κάνουμε αυτό που επιθυμούν».

Όπως διευκρίνισε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Αλεξάντερ Βιντερστάιν, στη συνέχεια, η Επιτροπή δεν θα προτείνει να παραμείνει σε ισχύ η θερινή ώρα, αλλά μόνο να καταργηθούν οι δύο αλλαγές ώρας που γίνονται κάθε χρόνο.

Τα κράτη μέλη θα είναι ελεύθερα να παραμείνουν είτε στη θερινή ώρα είτε στη χειμερινή ώρα, αφού αυτό έγκειται στις αρμοδιότητές τους, συνέχισε ο εκπρόσωπος, προσθέτοντας πάντως ότι περιμένει πως οι συζητήσεις των πρωτευουσών για το ζήτημα αυτό θα οδηγήσουν σε ενιαία θέση.

Κύριο επιχείρημα για την κατάργηση της αλλαγής ώρας, είναι οι επιπτώσεις που έχει αυτή στην υγεία των ανθρώπων, ιδιαίτερα των παιδιών και των ηλικιωμένων.

Σύμφωνα με έρευνες η αλλαγή της ώρας προκαλεί διαταραχές στον ύπνο και μπορεί να επηρεάσει την παραγωγικότητα των ατόμων στην εργασία.

Η τελική απόφαση για την κατάργηση ή μη της χειμερινής ώρας θα ληφθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο στο παρελθόν έχει ταχθεί υπέρ της διατήρησης μόνιμα της θερινής ώρας, και από τα κράτη μέλη της Ε.Ε., μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δύο χρόνια, όπως μεταδίδει το Reuters.

Να σημειωθεί πως το όλο θέμα ανακινήθηκε από τη Φινλανδία, τον περασμένο Ιανουάριο, με τουλάχιστον 70.000 πολίτες να υπογράφουν σχετικό ψήφισμα.

Πότε ξεκίνησε το μέτρο της αλλαγής ώρας

Η θερινή ώρα εισήχθη για πρώτη φορά στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας εξοικονόμησης ενέργειας και μείωσης της χρήσης καυσίμων για φωτισμό και θέρμανση.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν σταματήσει να γυρνούν τους δείκτες του ρολογιού μπροστά και πίσω δύο φορές το χρόνο. Μεταξύ αυτών είναι η Ρωσία, η Τουρκία, η Λευκορωσία και η Ισλανδία.

Γιατί αλλάζει η ώρα;

Η αλλαγή της ώρας, σύμφωνα με την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποχρεώνει όλα τα κράτη - μέλη να την τηρήσουν με νόμο, γίνεται, πλέον, την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου στη 01.00 π.μ. ώρα Γκρίνουιτς (GMT) και τελειώνει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου του ίδιου έτους πάλι στη 01.00 π.μ. ώρα Γκρίνουιτς.

Επομένως, η αλλαγή είναι ταυτόχρονη για όλα τα κράτη - μέλη της Ε.Ε. τα οποία έχουν υιοθετήσει το μέτρο.

Το βασικό πλεονέκτημα της χρήσης του μέτρου της θερινής ώρας είναι η εξοικονόμηση ενέργειας.

Συνολικά, κατά τους επτά μήνες της θερινής ώρας, εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας εκμεταλλευόμενοι τον Ήλιο.

Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου, όπου τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά, μια ιδέα που όμως εγκαταλείφθηκε γρήγορα.

Το 1973, ωστόσο, λόγω της ενεργειακής κρίσης που έπληξε την Ευρώπη, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών, συμπεριλαμβανομένης τότε και της Ελλάδας.

Το νέο μέτρο πρωτοεφαρμόστηκε στη χώρα μας το 1975.