Παραβιάζει την αρχή της ισότητας το μισθολόγιο του ΣΟΕ λέει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής
Ως παραβίαση της αρχή της ισότητας θεωρεί η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής τη διάκριση που γίνεται στο σχέδιο νομού με τα προαπαιτούμενα ως προς το μισθολογικό καθεστώς του επιστημονικού προσωπικού του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) σε σχέση με το καθεστώς άλλων ειδικών επιστημόνων φορέων του Δημοσίου.
Στο νομοσχέδιο ορίζεται ότι στο νέο μισθολόγιο του Δημοσίου υπάγεται το ειδικό επιστημονικό προσωπικό των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, αλλά εξαιρείται το επιστημονικό προσωπικό του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων οι αποδοχές του οποίου καθορίζονται με απόφαση του υπουργού Οικονομικών.
Σημειώνεται πως επικεφαλής του ΣΟΕ είναι ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης και πως τα στελέχη του Συμβουλίου είχαν ενεργή εμπλοκή στη σύνταξη του νέου μισθολογίου.
Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής σε ειδική έκθεση που κατέθεσε στην Ολομέλεια αναφέρει πως αρμόδιος για τον καθορισμό του είδους και του ύψους των αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων είναι ο εθνικός νομοθέτης, ο οποίος οφείλει µε τις σχετικές ρυθμίσεις του να διασφαλίζει την ανεξαρτησία και την εύρυθμη λειτουργία των Ανεξάρτητων Αρχών, και να διαμορφώνει, επομένως, τις εν γένει αποδοχές του ανωτέρω προσωπικού σε επίπεδο ανάλογο των κατεχόμενων θέσεων και των ασκούμενων καθηκόντων, ώστε να διαφυλάσσεται το κύρος των Ανεξάρτητων Αρχών και να επιτυγχάνεται η προσέλκυση νέου εξειδικευμένου και επιστημονικώς άρτιου προσωπικού.
Επικαλείται μάλιστα πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας [ΣτΕ (Ολ) 3404-6/2014] σύμφωνα με την οποία ο νομοθέτης υποχρεούται να θεσπίσει βασικούς μισθούς και εν γένει αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, οι οποίες, ως εκ του ύψους τους, να εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο διαβίωσης, επίπεδο, δηλαδή, ανάλογο του λειτουργήματος των συγκεκριμένων επιστημόνων, των απαιτούμενων για τις θέσεις τους προσόντων και των αυξημένων ευθυνών και καθηκόντων τους.
Έτσι, υπό το ισχύον νομικό πλαίσιο, ο καθορισμός του μισθού του Α΄βαθμού της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, ως βασικού μισθού για το ειδικό επιστημονικό προσωπικό των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, στον οποίο προστίθενται και τα ποσά της οικογενειακής παροχής, του επιδόματος θέσης ευθύνης, της αμοιβής υπερωριακής εργασίας και της προσωπικής διαφοράς, καθώς και η αυτοδίκαιη εξέλιξη σε μισθολογικά κλιμάκια ανά διετία, κρίθηκε ότι δεν βρίσκονται σε προφανή αναντιστοιχία µε τα λειτουργικά καθήκοντα και προσόντα του επίμαχου προσωπικού.
Στο σημείο αυτό η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής επισημαίνει ότι δεν είναι εμφανής ούτε σαφώς αντιληπτός, στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο, ο λόγος της διαφορετικής (δυσμενέστερης) μεταχείρισης του ειδικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων έναντι του ειδικού επιστημονικού προσωπικού του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, των οποίων οι εν γένει αποδοχές, καθορίζονται µε απόφαση του υπουργού Οικονομικών.
Στην βάση αυτή σημειώνεται ότι η αρχή της ισότητας αποτελεί κανόνα δικαίου που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες.