Πόσο επηρεάζει τη ψυχική υγεία το εργασιακό περιβάλλον;
Έίναι, πλέον, σύνηθες για τους ανθρώπους να έχουν μία εργασία που στην πραγματικότητα δεν ήταν ποτέ το όνειρό τους, ούτε και να την απολαμβάνουν ιδιαίτερα.
Πόσο σημαντικό είναι όμως να διασκεδάζετε σε αυτή και να νιώθεις ικανοποιημένοι;
Σχεδόν τα δύο τρίτα των Αμερικανών εργαζομένων αντιμετωπίζουν μία αναντιστοιχία ανάμεσα στις εργασιακές συνθήκες που θα επιθυμούσαν και σε αυτές που βιώνουν στην πραγματικότητα. Αυτό που κάνει τα δεδομένα ακόμη χειρότερα είναι πως τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν το εξής: όσοι ήταν άνεργοι και βρήκαν μία κακή δουλειά απέκτησαν περισσότερο στρες από όσους απλά έμειναν χωρίς δουλειά.
Όλα τα παραπάνω δίνουν μία ξεκάθαρη εικόνα για τους καθημερινούς αγώνες των εργαζομένων καθώς και για τις αρνητικές επιπτώσεις του εργασιακού περιβάλλοντος στην υγεία των ανθρώπων.
Τα συναισθήματα των Αμερικανών
Στην έρευνα που διεξήχθη συμμετείχαν πάνω από 3.000 Αμερικανοί πολίτες, από 25 έως και 71 ετών, οι οποίο ρωτήθηκαν ποικίλα πράγματα σχετικά με την εργασία τους.
«Αυτό που με εξέπληξε περισσότερο ήταν ο αριθμός των ατόμων που έχουν αντιμετωπίσει κάποιο είδος παρενόχλησης στον εργασιακό τους χώρο» αναφέρει η Nicole Maestas, μία εκ των συγγραφέων της μελέτης. Τα αποτελέσματα δείχνουν πως ένας στους πέντε Αμερικανούς έχουν έρθει αντιμέτωποι με τέτοιου είδους προσβλητικές συμπεριφορές, είτε λεκτικές είτε σωματικές».
Σύμφωνα με τη Maestas, ένας μεγάλος παράγοντας στις στατιστικές είναι ο βαθμός υποστήριξης που προσφέρουν τα αφεντικά στις εργασίες. Ένα «καθώς πρέπει» αφεντικό εάν θέλει μπορεί να μειώσει όλες αυτές τις εχθρικές συμπεριφορές κατά 50%. Και ακόμη περισσότερο εάν μιλάμε για γυναίκες εργαζόμενες χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου.
«Οι ανώτεροι ενός οργανισμού είναι αυτοί που θέτουν τα όρια σχετικά με τις αξίες και τους κώδικες δεοντολογίας σε ένα εργασιακό περιβάλλον. Οπότε το να έχεις ένα αφεντικό το οποίο δε θα παρέμβει εάν δεχτείς μία προσβλητική συμπεριφορά, είναι σημαντικό πρόβλημα» αναφέρει η Nicole Maestas.
Η έρευνα βρήκε επίσης πως σχεδόν τα τρία τέταρτα των Αμερικάνων αναφέρουν επαναλαμβανόμενη ή έντονη σωματική παρενόχληση. Και οι περισσότεροι από τους μισούς καταγγέλλουν την έκθεσή τους σε επικίνδυνες εργασιακές συνθήκες.
Ένας στους τέσσερις πολίτες αναφέρουν πως νιώθουν ότι δεν έχουν αρκετό χρόνο για να κάνουν τη δουλειά τους, καθώς οι μισοί δήλωσαν πως δουλεύουν και στον ελεύθερο χρόνο τους ώστε να καλυφθεί ο όγκος της εργασίας.
Ο γυναικείος πληθυσμός αποκάλυψε πως αντιμετωπίζει περισσότερη δυσκολία στην κατανομή του χρόνου διότι έχουν να ασχοληθούν και με οικογενειακά – προσωπικά ζητήματα που οι άντρες δεν έχουν, καθώς επίσης και ότι λαμβάνουν χαμηλότερους μισθούς.
Διαφορά παρατηρείται επίσης στην πολυπλοκότητα των θέσεων εργασίας. Ασχέτως του επιπέδου εκπαίδευσης, οι νεότερες γυναίκες δηλώνουν πως σε σχέση με τους άντρες της ίδιας ηλικίας, δεν έχουν μία εργασία που να απαιτεί την επίλυση ζητημάτων.
Παρά το γεγονός πως το 75% των εργαζομένων έλαβε εκπαίδευση σε κάποια εργασία τον περασμένο χρόνο, μόνο το 38% δήλωσε ότι η δουλειά τους «προσφέρει δυνατότητα εξέλιξης».
Η μελέτη προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για τους εργαζόμενους, λέει η Maestas. Όσον αφορά τα εργασιακά περιβάλλοντα, φαίνεται πως εάν κάποιος εργαζόμενος είναι χαρούμενος, είναι περισσότερο παραγωγικός.
Ο Seth Kaplan, καθηγητής ψυχολογίας στο George Mason University, δε συμμετείχε στην έρευνα αλλά δήλωσε πως όλα αυτά για τις εργασιακές συνθήκες των Αμερικανών δεν είναι κάτι καινούριο. Παρόλα αυτά, περίμενε μικρότερο αριθμό εχθρικών συμπεριφορών προς τους εργαζόμενους.
«Έχουμε τη συνήθεια να εστιάζουμε σε πολύ δραματικά συμβάντα στις εργασίες, όπως για παράδειγμα οι πυροβολισμοί. Είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο. Για το λόγο αυτό χάνουμε τα πιο συνηθισμένα και «μικρότερα», τα οποία είναι αυτά που προκαλούν περισσότερο άγχος στους εργαζόμενους όπως αποδείχθηκε».
Από τη μελέτη προέκυψε και ένα αισιόδοξο αποτέλεσμα: οι τέσσερις στους πέντε εργαζόμενους δήλωσαν πως οι εργασίες τους είναι «ουσιώδεις» κατά κάποιο τρόπο, ενώ το 84% δήλωσε πως μαθαίνει νέα πράγματα.
Προτιμότερο η ανεργία ή μία κακή δουλειά;
«Το να εργάζεσαι σε μία κακή δουλειά δεν κάνει καλό ούτε στη σωματική σου κατάσταση ούτε στη ψυχική. Σχεδόν όλοι συμφωνούν σε αυτό» αναφέρει ο Tarani Chandola, επικεφαλής συγγραφέας του διεθνούς περιοδικού επιδημιολογίας και καθηγητής Ιατρικής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.
«Υπάρχουν όμως και αυτοί που θα πουν “Τουλάχιστον έχεις δουλειά. Οποιαδήποτε δουλειά είναι καλύτερη από την ανεργία – οπότε το να είσαι άνεργος είναι χειρότερο για τη ψυχική σου ακεραιότητα”. Είναι ένα συμπέρασμα που βγάζουν οι άνθρωποι, αλλά δεν έχουν εξετάσει κατά πόσο όντως ισχύει».
Ο Chandola σε συνεργασία με τη συνεργάτιδά του Nan Zhang, επίσης του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, αποφάσισαν να το εξετάσουν. Ρώτησαν 1.116 ανθρώπους στο Ηνωμένο Βασίλειο (από 35 έως και 75 ετών) και παρατήρησαν πως όσοι πήγαν από την ανεργία σε μία δουλειά κακής ποιότητας, είχαν υψηλότερα τους βιολογικούς δείκτες του στρες, από όσους παρέμειναν άνεργοι.
Αυτοί οι βιολογικοί δείκτες αποτελούν σημαντικό ζήτημα επειδή δείχνουν ότι το άτομο μπορεί να αναπτύξει μεταβολικές ή καρδιαγγειακές ασθένειες, σύμφωνα με την έρευνα.
Ο Chandola αναφέρει πως δεν παρατηρήθηκε κάποια πρόοδος στη ψυχική υγεία ούτε σε αυτούς που ήταν άνεργοι και βρήκαν εργασία, ούτε σε αυτούς που δε βρήκαν.
Ο καθηγητής ψυχολογίας Kaplan είπε πως «θα ήταν ωραίο εάν κάποια στιγμή ήταν σε θέση να συλλέξουν αντικειμενικά αποτελέσματα υγείας». Δεδομένου ότι η μελέτη υποδεικνύει πως οι βιολογικοί δείκτες δηλώνουν πιθανή ασθένεια, μια έκθεση παρακολούθησης των αποτελεσμάτων της υγείας θα ήταν επωφελής, ανέφερε. Αλλά σε γενικές γραμμές, σκέφτηκε ότι η μελέτη παρέχει μια έξυπνη νέα ματιά στις επιπτώσεις της κακής ποιότητας απασχόλησης.
Οι εργαζόμενοι που δεν έχουν ευελιξία στα ωράρια τους τείνουν να έχουν μεγαλύτερο άγχος, αναφέρει ο Chandola. Στην επόμενή του έρευνα επιθυμεί να εμβαθύνει στην επίδραση της ευελιξίας προγράμματος στο εργατικό δυναμικό.
«Δεν μπορείς να κρίνεις πετυχημένο ένα πρόγραμμα ανεργίας επειδή κάποιος βρήκε απλά δουλεία. Θα πρέπει να είναι ποιοτική. Πιστεύω πως η δυνατότητα ευελιξίας ωραρίου είναι αρκετά σημαντική διότι οι περισσότεροι εργασιακοί χώροι δεν δίνουν αυτή τη δυνατότητα. Όμως, θα ήταν ένας αρκετά αποδοτικός τρόπος αντιμετώπισης του άγχους».