Brexit με επίκεντρο τη Βόρεια Ιρλανδία - Τι επιδιώκει το Ηνωμένο Βασίλειο
Δεν πρέπει να υπάρξει επιστροφή «στα σκληρά σύνορα του παρελθόντος» είναι η θέση στην οποία θα επιμείνει η βρετανική κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις για το Brexit δίνοντας στη δημοσιότητα τις προτάσεις της για τη διευθέτηση του δυσκολότερου θέματος του διαζυγίου. Το Ηνωμένο Βασίλειο θέλει να διασφαλίσει ότι πρόσωπα και αγαθά θα συνεχίσουν να ταξιδεύουν ελεύθερα ανάμεσα στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και τη Βόρεια Ιρλανδία μετά την αποχώρηση της χώρας.
Περίπου 30.000 άνθρωποι διασχίζουν καθημερινά τα σύνορα μήκους 500 χιλιομέτρων χωρίς τελωνεία ή ελέγχους των υπηρεσιών μετανάστευσης. Το καθεστώς αυτό θέτει σε δοκιμασία τους διαπραγματευτές που καλούνται να βρουν τρόπους για την εφαρμογή περιορισμών χωρίς να προκαλέσουν εντάσεις.
Η βρετανική κυβέρνηση αναφέρει σε έγγραφο που δημοσιεύεται σήμερα Τετάρτη ότι επιθυμεί σύνορα χωρίς «φυσική υλική υποδομή και συνοριακά φυλάκια» με το επιχείρημα ότι οι νέοι τελωνειακοί κανόνες που θα ισχύσουν μετά το Brexit θα επιτρέψουν την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών.
Το μελλοντικό στάτους των χερσαίων συνόρων ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία, που θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με τη Βρετανία, και τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, η οποία θα παραμείνει μέλος της Ένωσης, είναι ένα από τα ακανθώδη θέματα των διαπραγματεύσεων του διαζυγίου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμένει ότι το θέμα του συνοριακού καθεστώτος θα πρέπει να επιλυθεί νωρίς, πριν από από τις συνομιλίες για τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις των δύο πλευρών.
«Και οι δύο πλευρές πρέπει να δείξουν ευελιξία και φαντασία», δήλωσε βρετανική κυβερνητική πηγή, όπως μεταδίδει το Reuters.
Το Λονδίνο προωθεί δύο επιλογές για τις μελλοντικές τελωνειακές διευθετήσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση: η πρώτη περιλαμβάνει την παντελή απουσία τελωνειακών ελέγχων και η δεύτερη την εφαρμογή υπερσύγχρονων μεθόδων ελέγχων χωρίς να υπάρχει ανάγκη διακοπής της ροής προσώπων και αγαθών.
Ωστόσο, η ιδέα αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από τους ευρωπαίους και σύντομα πρώην εταίρους του Ηνωμένου Βασιλείου. Ήδη, ο διαπραγματευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Γκι Φέρχοφστατ χαρακτήρισε την Τρίτη «φαντασίωση» την ιδέα των «αόρατων συνόρων».
REUTERS/Yves Herman
Τα «όχι» της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προειδοποίησε ότι η Βρετανία δεν μπορεί να περιμένει να διατηρήσει τα προνόμια της ευρωπαϊκής Ενιαίας αγοράς μετά το Brexit, με τον επικεφαλής διαπραγματευτή της Ένωσης Μισέλ Μπαρνιέ να δηλώνει τον Ιούλιο ότι «εμπόριο χωρίς περιορισμούς» με την ΕΕ δεν είναι δυνατόν.
Ωστόσο, η βρετανική κυβέρνηση έχει δηλώσει την πρόθεσή της να διατηρήσει μία Common Travel Area στο πλαίσιο συμφωνίας που θα επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία για βρετανούς και ιρλανδούς πολίτες.
Και έχει απορρίψει την ιδέα των συνόρων στην Θάλασσα της Ιρλανδίας που χωρίζει την Αγγλία, Ουαλία και Σκωτία, από τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και τη Βόρεια Ιρλανδία ως «μη βιώσιμη συνταγματικά ή οικονομικά».
Το συνοριακό καθεστώς ανάμεσα στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και τη Βόρεια Ιρλανδία είναι το ένα από τα τρία σημαντικά ζητήματα προτεραιότητας που η Ευρωπαϊκή Ένωση προτάσσει για να επιλυθούν στην πρώτη φάση των διαπραγματεύσεων, πριν οι συζητήσεις προχωρήσουν στον προσδιορισμό της μελλοντικής σχέσης ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ.
Η στάση της Τερέζα Μέι
Η Βρετανία θα εξετάσει το ενδεχόμενο να αναπληρώσει μέρος της χρηματοδότησης που παρέχει η ΕΕ σε προγράμματα για την ειρήνη στη Βόρεια Ιρλανδία, αφού εγκαταλείψει την Ένωση το 2019, δήλωσε με τη σειρά της η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι.
REUTERS/Neil Hall
«Θέλουμε η χρηματοδότηση της ΕΕ που έχει βοηθήσει θύματα των Ταραχών και διακοινοτικές οργανώσεις να συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι να λήξει το τρέχον πρόγραμμα», αναφέρει η Μέι σε άρθρο της στην εφημερίδα Irish News και επισημαίνει:
Στη συνέχεια θέλουμε να προχωρήσουμε περισσότερο και να διερευνήσουμε τη δυνατότητα για ένα μελλοντικό πρόγραμμα χρηματοδότησης προγραμμάτων για την ειρήνη αφού εγκαταλείψουμε την ΕΕ.
Όπως σημειώνει το Reuters, η βρετανική κυβέρνηση είχε νωρίτερα δεσμευθεί να εγγυηθεί τη χρηματοδότηση στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας για την Ειρήνη της ΕΕ μέχρι να ολοκληρωθεί ο τρέχων γύρος χρηματοδότησης το 2020.