Προς απόρριψη το αίτημα Σλοβακίας-Ουγγαρίας για την υποχρεωτική μετεγκατάσταση προσφύγων
Ο γενικός εισαγγελέας Ιβ Μποτ πρότεινε στο Δικαστήριο της ΕΕ να απορριφθούν τα αιτήματα της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας κατά του προσωρινού μηχανισμού υποχρεωτικής μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο. Γνώμονας του εισαγγελέα είναι πως τα αιτήματα τους αντιβαίνουν στην αρχή της αναλογικότητας εντός της Ε.Ε. ώστε να μην επωμίζονται οι χώρες πρώτης υποδοχής, κυρίως Ελλάδα και Ιταλία, όλο τον βάρος του προσφυγικού.
Η Σλοβακία και η Ουγγαρία, οι οποίες, όπως και η Τσεχική Δημοκρατία και η Ρουμανία, ψήφισαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου κατά της εκδόσεως της αποφάσεως για τον μηχανισμό, ζήτησαν από το Δικαστήριο την ακύρωσή της αποφάσεως προβάλλοντας λόγους διαδικαστικής φύσεως ή αναγόμενους στην επιλογή ακατάλληλης νομικής βάσεως και ισχυριζόμενες, ότι η απόφαση αυτή δεν είναι κατάλληλη για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης ούτε αναγκαία προς τούτο.
Σημειώνεται ότι κατά τη διαδικασία ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, (που προηγήθηκε της σημερινής ανακοίνωσης του εισαγγελέα) η Πολωνία παρενέβη υπέρ της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας, ενώ το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία και η Επιτροπή παρενέβησαν υπέρ της αποφάσεως του Συμβουλίου για τον υποχρεωτικό μηχανισμό
Ειδικότερα και με βάση την επιχειρηματολογία που δημοσιοποίησε, ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι η απόφαση του Συμβουλίου των υπουργών της ΕΕ μολονότι δεν εκδόθηκε σύμφωνα με τις νομοθετικές διαδικασίες που προβλέπει η Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ θα πρέπει να χαρακτηρισθεί ως νομοθετική πράξη διότι τροποποιεί πλείονες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ. Επίσης, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του γενικού εισαγγελέα, το άρθρο 78, παράγραφος 3 της Συνθήκης επιτρέπει τη θέσπιση μέτρων τα οποία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν σαφώς προσδιορισμένη επείγουσα κατάσταση, παρεκκλίνουν κατά τρόπο προσωρινό και σε συγκεκριμένα σημεία από νομοθετικές πράξεις στον τομέα του ασύλου.
(REUTERS/Costas Baltas)
Ο γενικός εισαγγελέας τονίζει ότι η διάταξη αυτή επιτρέπει στο Συμβούλιο να εκδίδει κάθε προσωρινό μέτρο το οποίο κρίνει απαραίτητο για την αντιμετώπιση μεταναστευτικής κρίσης.
Επίσης, μεταξύ άλλων ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση «συμβάλλει αυτομάτως στην άμβλυνση της σημαντικής πίεσης που ασκήθηκε στο ελληνικό και το ιταλικό σύστημα ασύλου συνεπεία της μεταναστευτικής κρίσης του καλοκαιριού του 2015 και, επομένως, είναι κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού τον οποίο επιδιώκει».
Τέλος, ο γενικός εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι η μη εκτέλεση, εν μέρει ή εν όλω, της προσβαλλόμενης αποφάσεως από ορισμένα κράτη μέλη (όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία), «αντιβαίνει στην υποχρέωση αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των ευθυνών την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη στον τομέα της πολιτικής ασύλου». Σημειώνεται πως οι αποφάσεις του εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Κομβική απόφαση για τα αιτήματα ασύλου
Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα ότι οι τρείς μήνες είναι η μέγιστη προθεσμία που έχει ένα κράτος μέλος της ΕΕ για να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος να εξετάσει μια αίτηση ασύλου που για πρώτη φορά υποβλήθηκε σε αυτό.
Όπως αναφέρει σε σημερινή απόφασή του το ευρωδικαστήριο, «ο αιτών άσυλο μπορεί να επικαλείται δικαστικώς το γεγονός ότι το εμπλεκόμενο κράτος μέλος κατέστη υπεύθυνο για την εξέταση της αιτήσεώς του λόγω λήξεως της προθεσμίας τριών μηνών την οποία έχει το κράτος μέλος αυτό για να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος να τον αναδεχθεί».
Η εν λόγω προθεσμία αρχίζει, σύμφωνα με την απόφαση του ευρωδικαστηρίου, πριν από την κατάθεση «επίσημης» αιτήσεως ασύλου και συγκεκριμένα όταν έγγραφο το οποίο πιστοποιεί ότι ζητήθηκε διεθνής προστασία έχει περιέλθει σε αρμόδια αρχή.
Η απόφαση αυτή εκδόθηκε με αφορμή την υπόθεση ενός υπηκόου της Ερυθραίας ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου 2015 ζήτησε άσυλο στο Μόναχο από διοικητική αρχή του ομόσπονδου κράτους της Βαυαρίας, η οποία του χορήγησε, την ίδια ημέρα, πιστοποιητικό καταγραφής του ως αιτούντος άσυλο. Τον Αύγουστο του 2016 οι γερμανικές αρχές διαπίστωσαν ότι είχε φθάσει στη Γερμανία μέσω Ιταλίας και με απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2016, το γερμανικό δικαστήριο (Bundesamt) απέρριψε την αίτηση χορηγήσεως ασύλου και διέταξε τη μεταφορά του στην Ιταλία. Ο ενδιαφερόμενος προσέβαλε την απόφαση αυτή ενώπιον του Verwaltungsgericht Minden (διοικητικού δικαστηρίου) όπου υποστήριξε ότι, κατά τον κανονισμό Δουβλίνο III, η ευθύνη για την εξέταση της αιτήσεώς του μεταφέρθηκε στη Γερμανία. Ο κανονισμός αυτός προβλέπει ότι το αίτημα αναδοχής πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως διεθνούς προστασίας και ότι, μετά τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η ευθύνη για την εξέταση της αιτήσεως βαρύνει το κράτος μέλος στο οποίο η υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας.
(REUTERS/Darrin Zammit Lupi)
Με τη σημερινή απόφασή του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, (στο οποίο υπεβλήθη σχετική προδικαστική ερώτηση) απαντά ότι ο αιτών διεθνή προστασία μπορεί να επικαλείται, στο πλαίσιο προσφυγής ασκούμενης κατά αποφάσεως περί μεταφοράς του, τη λήξη της ως άνω τρίμηνης προθεσμίας, τούτο δε ακόμη και αν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα αναδοχής είναι διατεθειμένο να δεχθεί την αναδοχή του αιτούντος αυτού.
Το Δικαστήριο διαπιστώνει, επίσης, ότι ένα αίτημα αναδοχής δεν μπορεί να υποβληθεί εγκύρως μετά την παρέλευση πλέον των τριών μηνών από της υποβολής αιτήσεως διεθνούς προστασίας.