Μάρτιν Σούλτς: Βάζει πλυντήριο ρούχων, σιδερώνει και στρώνει τα κρεβάτια
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Bild am Sonntag, μία ημέρα πριν από το εκλογικό αποτέλεσμα στο κρατίδιο Ζάαρ, όπου το κόμμα του υπέστη μία αισθητή ήττα από το συντηρητικό κόμμα CDU της Αγκελα Μέρκελ, ο νέος πρόεδρος του σοσιαλιστικού κόμματος SPD και υποψήφιος για τις επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία, Μάρτιν Σουλτς, μίλησε για τις πολιτικές του φιλοδοξίες, εξήγγειλε τι θα κάνει στην περίπτωση που εκλεγεί νέος καγκελάριος και παράλληλα αποκάλυψε με ποιον τρόπο βοηθάει τη γυναίκα του στο σπίτι.
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου για το τι συναισθήματα του προκάλεσε το μεγάλο ποσοστό 100%, με το οποίο εξελέγη πρόεδρος του SPD, ο Μάρτιν Σουλτς απάντησε ότι ένιωσε μεγάλη χαρά και ευθύνη για το τι θα κάνει παρακάτω. Είπε ότι δεν «καβάλησε το καλάμι» καθώς, «δόξα τω Θεώ», όπως είπε χαρακτηριστικά, πάντα είχε σκαμπανεβάσματα στη ζωή του τα οποία τον βοήθησαν να βρει την εσωτερική του ισορροπία.
Περιγράφοντας τις προτεραιότητές του σε περίπτωση που εκλεγεί νέος καγκελάριος της Γερμανίας, ο Μάρτιν Σουλτς είπε ότι δύο είναι οι άξονες της πολιτικής του. Η δέσμευση για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και η κατάργηση μίας από τις μεγαλύτερες αδικίες, το γεγονός δηλαδή ότι οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες για την ίδια εργασία. Την επόμενη εβδομάδα, όπως είπε, η γερμανική Βουλή αναμένεται να εγκρίνει έναν νόμο υπέρ της διαφάνειας που θα επιτρέπει στις γυναίκες να διαπιστώνουν εάν πληρώνονται λιγότερα και να μπορούν να απαιτούν υψηλότερους μισθούς. «Πρόκειται, είπε, για ένα σημαντικό πρώτο βήμα, αλλά δεν είναι αρκετό». Δεσμεύθηκε επίσης ότι εάν εκλεγεί καγκελάριος θα θέσει το θέμα του περιορισμού των μισθών των διευθυντικών στελεχών στο πρόγραμμά του, τις πρώτες 100 ημέρες.
Είπε ότι αυτό που προκαλεί εκνευρισμό στη σύζυγό του Ινγκε είναι η σταθερή απουσία του, ενώ αρνήθηκε να πει τι του είπε στο τηλέφωνο όταν εξελέγη πρόεδρος του SPD με ποσοστό 100%, καθώς εκείνη παρακολούθησε τη διαδικασία από την τηλεόραση στο σπίτι. Αρκέστηκε μόνο να πει ότι η σύζυγός του είναι μία πολύ λογική και συνετή γυναίκα η οποία τον προέτρεψε να μην «πάρουν τα μυαλά του αέρα».
Αποκάλυψε ότι αυτήν την περίοδο κοιμάται λίγο αλλά καλά, ενώ σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης ήπιε μόνο έναν καφέ χωρίς ζάχαρη, αρνούμενος ευγενικά τον δίσκο με τα μπισκότα. Τον τελευταίο χρόνο έχασε 12 κιλά και, όπως είπε, μία μόνο ημέρα την εβδομάδα επιτρέπει στον εαυτό του να ενδώσει στη λαιμαργία του.
Στη παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι το επίθετο Σουλτς βρίσκεται μεταξύ των πιο δημοφιλών ονομάτων στη Γερμανία, απάντησε ότι στην πολιτική δεν μετράνε τα μεγάλα ονόματα αλλά η ενασχόληση με το έργο και τις ζωές των απλών πολιτών. «Εγώ ο ίδιος, είπε, προσπαθώ να ζω όπως πολλοί στην πατρίδα μου»
Κληθείς όμως να απαντήσει στο γεγονός ότι έχει σωματοφύλακα, αυτοκίνητο συνοδείας, ένα μεγάλο γραφείο, ότι συναντάται με ισχυρές προσωπικότητες και είναι πάντοτε εν κινήσει, ο Σουλτς χαρακτήρισε τον εαυτό του «άνθρωπο της γειτονιάς». «Ντύνομαι ακόμα, είπε, στην πόλη που γεννήθηκα και που ήμουν δήμαρχος, εδώ όπου ζουν οι γονείς μου και τα αδέλφια μου. Οι γείτονές μου αριστερά έχουν ένα μωρό, στα δεξιά μου κατοικεί ένας παλιός μου φίλος από το σχολείο και πιο πέρα ένα ζευγάρι συνταξιούχων του οποίου ο σύζυγος είναι σοβαρά άρρωστος. Εδώ ζω, μεταξύ απλών ανθρώπων», είπε με έμφαση ο γερμανός πολιτικός.
Στην ερώτηση πόσο διάστημα περνάει μεταξύ αυτών των απλών ανθρώπων, απάντησε ότι όταν βρίσκεται μαζί τους είναι μόνο ο Μάρτιν και τίποτε άλλο.
Φυσικά δεν έλειψαν και πιο προσωπικές ερωτήσεις όπως εκείνη για το τι δουλειές κάνει στο σπίτι. Είπε ότι προσπαθεί να βοηθά όσο μπορεί τη γυναίκα του. «Εντάξει δεν ξέρω να μαγειρεύω, ξέρω όμως να βάζω πλυντήριο ρούχων και να σιδερώνω», είπε. Αποκάλυψε όμως ότι εκείνο που ξέρει να κάνει καλά είναι να στρώνει τα κρεβάτια, να σκουπίζει το χιόνι και να βγάζει έξω τα σκουπίδια...
Αν και στη συνέντευξη απαντούσε αβίαστα, σε μία ερώτηση επακολούθησε σιωπή. Αυτή για την πίστη του. Ο επικεφαλής του SPD είναι βαθύς γνώστης της Βίβλου, ξέρει απέξω στίχους της, φοίτησε σε καθολικό σχολείο, η σχέση του όμως με τον Θεό είναι πιο περίπλοκη.
«Το εάν πιστεύω είναι μία πολύ προσωπική ερώτηση, Ως παιδί, από τα 16 έως τα 17 μου έκανα ατελείωτες συζητήσεις με τον παπά-δάσκαλό μου, έναν από τους ανθρώπους που συνέβαλαν πολύ στην εκπαίδευσή μου. Έζησα από πρώτο χέρι το πώς η πίστη μπορεί να βοηθήσει σε δύσκολες καταστάσεις. Προσωπικά δεν έχω βεβαιότητες. Θα συνεχίσω, είπε, να τις αναζητώ έως το τέλος της ζωής μου».