ΚΟΣΜΟΣ

Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ για την Ελλάδα, την Ευρώπη και την κρίση

Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ για την Ελλάδα, την Ευρώπη και την κρίση
wikipedia

Ένας από τους σημαντικότερους διανοητές του καιρού μας, και αλληλέγγυος από την πρώτη στιγμή στις προσπάθειες της Ελλάδας να υπερβεί την κρίση, ο καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας Ετιέν Μπαλιμπάρ, μιλά για την Ευρώπη, την κρίση και το..."τέλος".

Ο Μπαλιμπάρ βρέθηκε στην Αθήνα το περασμένο Σαββατοκύριακο, εξ αφορμής της παρουσίασης της ελληνικής έκδοσης του νέου του βιβλίου «Ευρώπη, κρίση, τέλος;», αλλά και για να συμμετάσχει στο διεθνές συνέδριο για τα «150 χρόνια του Κεφαλαίου του Κ. Μαρξ».

Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ μίλησε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο εκθέτοντας τις απόψεις του για το μέλλον της Ευρώπης, τις πιθανότητες να ξεπεραστεί η κρίση, αλλά και τη δυνατότητα να υπάρξει μία επανίδρυση της έννοιας της ηπείρου μας στη βάση των θεμελιωδών κοινωνικών και νομοθετικών ιδεωδών της.

Σχετικά με το βιβλίο σας, ο τίτλος στα ελληνικά έχει αποδοθεί «Ευρώπη, κρίση, τέλος;»

Ναι αλλά με ένα ερωτηματικό...

Πράγματι, αλλά τούτο ακριβώς το ερωτηματικό μήπως υποκρύπτει ένα άλλο νόημα μία παγίδα; Είναι το τέλος της Ευρώπης, της κρίσης, ένα τέλος-σκοπός;

Όχι, τέλος -αυτοσκοπός δεν είναι σε καμία περίπτωση. Ο τίτλος αναμοχλεύει το θέμα μιας διάλεξής μου εδώ στην Αθήνα, που είχα δώσει λίγο μετά τη έκρηξη της κρίσης τον Μάιο του 2010. Ήταν λίγο μετά την έναρξη της παγκόσμιας χρηματο-οικονομικής κρίσης και συνέπεσε με την ανάδυση της κρίσης χρέους στην Ελλάδα, ενώ ελαφρά προηγήθηκε της ανάδυσης των λαϊκών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων κατά του προγράμματος λιτότητας, που εφάρμοσε η τότε κυβέρνηση υποκύπτοντας στις απαιτήσεις της Ευρώπης.

Εκείνη την εποχή, εγώ πίστευα κι η πίστη μου τούτη προφανώς ισχύει και τώρα, πως η κρίση στην Ελλάδα δεν είναι ένα πρόβλημα που αφορά αποκλειστικώς τη χώρα αυτή και πως ήταν το σύμπτωμα μίας ακόμη πιο γενικευμένης κρίσης του ευρύτερου ευρωπαϊκού οικοδομήματος, ταυτόχρονα ως πολιτική συγκρότηση κι ως θεσμικό σύστημα, αν θέλετε, αλλά και σε ευρύτερη κλίμακα ως ιστορικό και κοινωνικό σύνολο. Λοιπόν εκείνη την εποχή θέλησα και προσπάθησα —όχι μόνος μου, φυσικά, αλλά και με άλλους πολλούς διανοουμένους, με τους οποίους ξεκινήσαμε έναν διάλογο— να ταυτοποιήσουμε ορισμένα από τα συμπτώματα της κρίσης τούτης, υπό το φως ότι πρόκειται ουσιαστικά για μία υπαρξιακή κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Συμφυώς έθεσα το ερώτημα εάν στο βάθος τούτη η κρίση θα εδύνατο να επιδεινωθεί, εάν θα επρόκειτο να βρεθούμε μάρτυρες σε μία κατάρρευση κι αποσύνθεση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Και γι’ αυτόν το λόγο άφησα να αιωρείται ένα ερωτηματικό, για το λόγο ότι ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι από πολιτικής κι ιστορικής απόψεως ότι τα πράγματα κάλλιστα μπορούν να εξελιχθούν διαφορετικά. Εκτός αυτού είχαμε στο ενδιάμεσο μία σειρά από σημαντικές διαφοροποιήσεις στην εξέλιξη των γεγονότων, που περιελάμβανε φυσικά και την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, με τη συνακόλουθη προσδοκία πως επρόκειτο να υπάρξει μία λύση.

Από την άλλη πλευρά, θεωρώ η μορφή με την οποία θα μπορούσε να προκληθεί τούτη η κατάρρευση, και την οποία εγώ προσωπικά τη θεωρώ ως κάτι το αρνητικό διότι ποσώς είμαι αντίθετος στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, τούτη η μορφή πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η ευρωπαϊκή κοινότητα, έχει φθάσει στα όριά της και παράγει φυσικά στο εσωτερικό της ανυπόφορες αντιφάσεις. Προφανώς άφησα όλα τούτα να αιωρούνται, προσθέτοντας τούτο το ερωτηματικό.

Ωστόσο, σήμερα τούτο το ερωτηματικό έχει πάρει μία τελική μορφή; Μπορούμε να πούμε ότι έχουμε πλέον μία σαφή εικόνα για την πορεία της κρίσης;

«Σήμερα, φυσικά τα πράγματα έχουν μεταβληθεί σε σημαντικό βαθμό. Η ιδέα του πώς και σε τι έχει μετατραπεί η Ευρώπη –και κατά τη δική μου άποψη η θεμελιακή έννοια της Ευρώπης είναι όλως διόλου διαφορετική από την ιδέα της ΕΕ— και του ότι η ΕΕ είναι καθ’ οδόν προς την κατάρρευση, μία άποψη που πριν λίγα χρόνια έμοιαζε σάμπως ένας παραλογισμός, ένα αστείο, στα χείλη των επίσημων σχολιαστών στα μέσα ενημέρωσης και στον Τύπο, είναι κάτι που εδώ και κάποια χρόνια ήδη θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει καταλήξει ως μία κοινότοπη έκφραση, εδραία ακόμη και μεταξύ των απλών ανθρώπων.

Όμως, έκτοτε αυτή η απειλή της κατάρρευσης έχει καταντήσει να χρησιμοποιείται ως μοχλός κι όπλο πίεσης απέναντι στην κοινή γνώμη, υπό τη μορφή του εκβιασμού «προσέξτε, διότι εάν δεν αποδεχθείτε αυτό που σας προτείνουμε, τότε η Ευρώπη θα καταρρεύσει»,ή «προσέξτε, οι Άγγλοι ήδη πρόκειται να αποχωρήσουν» κ.λπ., κ.λπ. Αυτό που σήμερα προκαλεί έκπληξη στα επιχειρήματα αυτά, είναι που οι επίσημες τούτες θέσεις, που ανακυκλώνονται συνάμα κατά κόρον κι από τις επίσημες οικονομικές και δημοσιογραφικές ελίτ, προβάλλουν ως κυρίαρχο σύνθημά τους την υπόθεση ότι έχει ρυθμισθεί το ζήτημα της Ελλάδας.

Εγώ βρίσκω ολότελα ψευδείς τούτες τις αιτιάσεις, για να μην πω σκανδαλώδεις, και δεν πιστεύω ότι η Ευρώπη έχει ρυθμίσει στο παραμικρό το ζήτημα της Ελλάδας. Απεναντίας, θεωρώ πως έχουν επιδεινώσει την κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά παράλληλα και από την άλλη πλευρά -και λόγω του γεγονότος ότι το πρόβλημα τούτο εξακολουθεί να βρίσκεται ακόμη εδώ και μάλιστα είναι παρόμοιο σε όλη την Ευρώπη- αυξάνουν τους πιθανούς κινδύνους. Και για τούτο, επιμένω πως θα πρέπει να υπάρχει ανοικτό τούτο το ερωτηματικό, αφ’ ενός γιατί τίποτε δεν έχει τελειώσει, ή αν θέλετε τίποτε δεν έχει παιχθεί έως το τέλος ακόμη, διότι εξακολουθούμε όλοι να βρισκόμαστε σε μία εξόχως επικίνδυνη και ταραχώδη διεθνή συγκυρία, όπως μας τεκμαίρεται από τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή και τις αμερικανικές εκλογές, και αφ’ ετέρου γιατί δεν θέλω να διακηρύξω αφ’ εαυτού μου μόνον πως η Ευρώπη έχει τελειώσει.

Έχει πράγματι τελειώσει η Ευρώπη;

Στην πραγματικότητα εγώ πιστεύω ότι υπάρχουν μη αναστρέψιμα στοιχεία μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που ακόμη και μία πολύ σοβαρή κρίση δεν μπορεί να τα εξαφανίσει, ενώ από την άλλη πλευρά υπάρχουν πολλά και διακεκριμένα βιώσιμα σχέδια, τα οποία είναι ικανά να επιλύσουν τις εσωτερικές τούτες αντιφάσεις και διενέξεις που υπάρχουν σήμερα στην Ευρώπη. Συνεπώς, προσωπικά, στην ουσία είμαι αφ’ ενός απαισιόδοξος, αν θέλετε πείτε το κι έτσι, κι από την άλλη πλευρά δεν θα ήθελα να θέσω ένα εύκολο πρόσημο στην επιχειρηματολογία μου, που θα συνίστατο σε μία αποδοχή του «άντε, όλα έχουν τελειώσει, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο».

Εσείς προσωπικά πιστεύετε ότι είναι δυνατή μία παλιννόστηση και μία επανίδρυση της Ευρώπης πάνω στις παραδοσιακές και συνάμα οικουμενικές αξίες που τη θεμελίωσαν από τον Διαφωτισμό και δώθε; Καθότι, τελευταία διαπιστώνουμε πως το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα, που στην αρχή της κρίσης πιστεύαμε ότι κλυδωνίζεται, έχει κατορθώσει πλέον να επιβάλει εκείνο τις πολιτικές αποφάσεις.

Πιστεύω πως αυτό είναι απαραίτητο —δυστυχώς έχουμε φθάσει σε τούτο το σημείο, αλλά πιστεύω πως είναι πλέον απαραίτητο— χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα είναι εύκολο, ή ότι δεν θα υπάρχουν περιπλοκές και βλέπω πως μάλλον αυτό δεν θα είναι εφικτό να συμβεί.

Προσωπικά, θεωρώ πως τούτη η πιθανότητα δεν είναι υψηλή. Πλην όμως τούτη η στάση είναι μία μορφή μεθοδολογικής απαισιοδοξίας, σαν αυτήν την «απαισιοδοξία της διάνοιας», η οποία κατ’ ουδένα λόγο δεν θα πρέπει να καταργήσει, ή να παρεμποδίσει τις προσπάθειές μας και δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να ακυρώσει την ιδέα πως έχουμε απόλυτη ανάγκη από μία ευρωπαϊκή λύση, που θα είναι από τη βάση της λαϊκή».

Και όχι λαϊκίστικη, όμως....
Ασφαλώς κι όχι λαϊκίστικη