Βρέθηκε η πύλη του Νταχάου με την επιγραφή 'Arbeit macht frei'
Η πύλη με τη διαβόητη επιγραφή "Arbeit macht frei" ("Η δουλειά απελευθερώνει") που κλάπηκε στα τέλη του 2014 από το ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, στη Γερμανία, κατά πάσα πιθανότητα βρέθηκε στη Νορβηγία, όπως ανακοίνωσαν οι αστυνομικές αρχές της Βαυαρίας.
Έπειτα από ανώνυμη πληροφορία που έλαβε, η αστυνομία του Μπέργκεν, βρήκε και κατάσχεσε μια πύλη από σφυρήλατο σίδερο που φέρει την επιγραφή αυτή, ανέφεραν οι βαυαρικές Αρχές, χωρίς να διευκρινίσουν αν έχουν εντοπιστεί ή συλληφθεί οι δράστες της κλοπής.
Με βάση τις φωτογραφίες που έστειλαν οι Νορβηγοί στους Γερμανούς συναδέλφους τους, η γερμανική αστυνομία εκτιμά ότι πρόκειται πράγματι για την πύλη του Νταχάου που κλάπηκε τη νύχτα της 1ης προς τη 2α Νοεμβρίου 2014. Η υπόθεση ερευνάται ακόμη από τις αστυνομικές Αρχές και των δύο χωρών.
Οπως γράφει το ΑΠΕ, οι γερμανικές Αρχές προσέφεραν αμοιβή 10.000 ευρώ σε όποιον μπορούσε να βοηθήσει για να ξαναβρεθεί η πύλη, που ζυγίζει περίπου 100 κιλά και είναι διαστάσεων 2x1 μέτρα.
Οι δράστες σκαρφάλωσαν στην κεντρική πύλη του πρώην στρατοπέδου, το οποίο φυλάσσεται αλλά δεν διαθέτει σύστημα συναγερμού. Από εκεί πήραν το κομμάτι που φέρει την επιγραφή και προφανώς το φόρτωσαν σε κάποιο όχημα.
Το Νταχάου απέχει λίγα χιλιόμετρα από το Μόναχο και άρχισε να λειτουργεί στις 22 Μαρτίου 1933, μόλις δύο μήνες αφότου ο Αδόλφος Χίτλερ έγινε καγκελάριος της Γερμανίας. Ήταν το πρώτο στρατόπεδο εξόντωσης –και αποτέλεσε το "πρότυπο" για τα επόμενα– και αρχικά προοριζόταν για πολιτικούς κρατούμενους.
Περισσότεροι από 206.000 άνθρωποι από 30 χώρες κρατήθηκαν στο Νταχάου και 41.000 από αυτούς εξοντώθηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες, την πείνα ή τις ασθένειες, μέχρι να απελευθερωθεί το Νταχάου από τους Αμερικανούς, στις 29 Απριλίου 1945. Σήμερα, το Νταχάου δέχεται περίπου 800.000 επισκέπτες κάθε χρόνο.
Τον Δεκέμβριο του 2009 είχε κλαπεί η επιγραφή "Arbeit macht frei" και από το Άουσβιτς, στην Πολωνία. Ο δράστης, ένας Σουηδός πρώην ηγέτης μιας νεοναζιστικής ομάδας, ο Άντερς Χέγκστρεμ, 34 ετών, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2 ετών και 8 μηνών.