Απαγωγές και βασανιστήρια: Πώς η Τουρκία εξουδετερώνει τους επικριτές της με «οδηγό» τις ΗΠΑ
Ανανεώθηκε:
Η Τουρκία έχει υιοθετήσει ένα μοντέλο εμπνευσμένο από την αντιτρομοκρατική στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών μετά την 11η Σεπτεμβρίου για να στοχεύσει πολιτικούς αντιπάλους και εξόριστα μέλη του κινήματος Γκιουλέν παγκοσμίως, αναφέρει η Washington Post.
Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, η τουρκική υπηρεσία πληροφοριών (MIT) έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 118 απαγωγές την τελευταία δεκαετία, με επιχειρήσεις που συχνά υποστηρίζονται από τις κυβερνήσεις των χωρών όπου εκτελούνται.
Μια πρόσφατη επιχείρηση υψηλού προφίλ, αναφέρει η έγκριτη εφημερίδα, έγινε στην Κένυα υπογραμμίζοντας την παγκόσμια εμβέλεια της Τουρκίας και τη χρήση αμφιλεγόμενων μεθόδων για την καταστολή της αντιπολίτευσης.
Η επιχείρηση στην Κένυα
Όπως περιγράφεται στο μακροσκελές άρθρο, τον περασμένο Οκτώβριο, πράκτορες της MIT σε συνεργασία με Κενυάτες αξιωματούχους, απήγαγαν επτά Τούρκους υπηκόους στο Ναϊρόμπι.
Ενώ τρεις απελευθερώθηκαν αργότερα, τέσσερις μεταφέρθηκαν σε φυλακή στην Τουρκία.
Αυτά τα άτομα, συμπεριλαμβανομένων διακεκριμένων μελών του κινήματος Γκιουλέν, βρίσκονταν σε καθεστώς προσφύγων από τον ΟΗΕ και προστατεύονταν από το διεθνές δίκαιο.
«Πάρα ταύτα η Κένυα συνεργάστηκε με τη MIT, παρακάμπτοντας τα δικαστήρια και τις διεθνείς εγγυήσεις, οδηγώντας στη βίαιη επαναπροώθηση τους» αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Στο πλαίσιο της αντιτρομοκρατικής εκστρατείας της, όπως αναφέρει η Washington Post, η Τουρκία χαρακτηρίζει αυτή την τακτική ως «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», χρησιμοποιώντας απαγωγές, μυστικές κρατήσεις, βασανιστήρια και κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων εναντίον των Γκιουλενιστών.
Η κυβέρνηση του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει το κίνημα Γκιουλέν ως τρομοκρατική οργάνωση, κατηγορώντας το για τη μεθόδευση του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016.
Ωστόσο, χώρες, αλλά και διεθνείς οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένου του ΟΗΕ, απορρίπτουν τον χαρακτηρισμό αυτόν, επισημαίνοντας την έλλειψη βίαιων ενεργειών από την πλευρά του κινήματος.
Ευρύτερο πλαίσιο καταστολής
Οι αναλυτές που υπογράφουν το δημοσίευμα -Katharine Houreld, Gerry Shih, Cate Brown- αναφέρουν ότι οι ενέργειες της Τουρκίας εντάσσονται σε μια μεγαλύτερη τάση, όπου κυβερνήσεις εκμεταλλεύονται την αντιτρομοκρατική νομοθεσία με στόχο την καταστολή της αντιπολίτευσης.
Χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και το Ιράν, επισημαίνεται, χρησιμοποιούν παρόμοιες τακτικές για να δικαιολογήσουν την καταστολή πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων, ακτιβιστών, αλλά και μειονοτήτων.
«Αυτή η χειραγώγηση μέτρων αντιτρομοκρατίας, που έχει τις ρίζες της στην κληρονομιά των πολιτικών μετά την 11η Σεπτεμβρίου, επιτρέπει σε αυταρχικά καθεστώτα να νομιμοποιούν τις ενέργειές τους στη διεθνή σκηνή», αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Επιπτώσεις στην Κένυα
Στο δημοσίευμα τονίζεται ότι η εμπλοκή της Κένυας στις επιχειρήσεις απαγωγών της Τουρκίας αναδεικνύει τις προκλήσεις της διατήρησης της διεθνούς προστασίας για τους πρόσφυγες.
Η επιχείρηση έχει δεχθεί έντονη κριτική από δυτικές χώρες, με Αμερικανούς και Βρετανούς αξιωματούχους να εκφράζουν ανησυχίες για την παραβίαση του διεθνούς δικαίου από την Κένυα.
Ο Πρόεδρος της Κένυας, Ουίλιαμ Ρούτο, εξέφρασε τη λύπη του, παραδεχόμενος όμως τη συνενοχή της κυβέρνησής του και ότι είχε λάβει διαβεβαιώσεις από την Άγκυρα για την ανθρώπινη μεταχείριση των απαχθέντων.
Συνεχιζόμενη καταστολή στην Τουρκία
Όπως αναφέρεται, παρά τη διεθνή κριτική, η κυβέρνηση Ερντογάν δεν δείχνει σημάδια τερματισμού της εκστρατείας της κατά του κινήματος Γκιουλέν.
Μετά τον θάνατο του Φετουλάχ Γκιουλέν, ιδρυτή του κινήματος, η Τουρκία συνεχίζει τις συλλήψεις φερόμενων μελών, ενισχύοντας τη δέσμευσή της να εξαλείψει την αντιπολίτευση.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Washington Post:
«Η ΜΙΤ δημοσίευσε το 2024 έναν απολογισμό των επιχειρήσεων της σε μια κρατική ιστοσελίδα που απεικονίζει τη FETO ως το ισοδύναμο της Αλ Κάιντα, του Ισλαμικού Κράτους και του PKK, μιας κουρδικής μαχητικής ομάδας που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες (και άλλες χώρες) και υπερηφανεύεται ότι 114 γκιουλενιστές από 28 χώρες είχαν οδηγηθεί στην τουρκική δικαιοσύνη».