Γιατί οι Αμερικάνοι έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στον Ντόναλντ Τραμπ - Η επιστροφή και οι προσδοκίες
Ο Ντόναλντ Τραμπ, μετά τον Γκρόβερ Κλίβελαντ, τον μοναδικό άλλο πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ που κέρδισε δεύτερη θητεία αφού έχασε την πρώτη του υποψηφιότητα για επανεκλογή είναι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, σπάζοντας το «Μπλε Τείχος» και άλλα δημοκρατικά «κάστρα» στις ΗΠΑ.
Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα και μια ιστορική πολιτική επιστροφή. Το πώς θα το χρησιμοποιήσει για να πετύχει την ενότητα στις βαθιά διχασμένες Ηνωμένες Πολιτείες θα απαντηθεί τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Μετά την εξέγερση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, οι περισσότεροι τον είχαν σχεδόν διαγράψει ως μελλοντικό υποψήφιο. Ωστόσο, ο ίδιος με μεγάλη αυτοπεποίθηση και επιμονή συνέχισε να διεκδικεί το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, το οποίο πήρε παρά τις ποινικές του υποθέσεις, τις οποίες είχε χαρακτηρίσει «πολιτικά υποκινούμενες και την ακραία πολλές φορές συμπεριφορά τους».
Οι ομοσπονδιακές υποθέσεις του Τραμπ αναμένεται να «παγώσουν» για τέσσερα χρόνια, ενώ αναλυτές εικάζουν ότι θα δώσει χάρη στον εαυτό του και θα διαγραφούν.
Σημειώνεται ότι η ακρόαση της καταδίκης του Τραμπ, ενός εκλεγμένου προέδρου πριν από την Ημέρα Ορκωμοσίας στις 6 Ιανουαρίου θα ήταν άνευ προηγουμένου στην ιστορία των ΗΠΑ και οι νομικοί αναμένουν ότι θα καθυστερήσει.
Καθοριστικό το θάρρος στις απόπειρες δολοφονίας
Επίσης το θάρρος που επέδειξε ο Τραμπ μετά τις δύο απόπειρες δολοφονίας εναντίον του ήταν επίσης μια καθοριστική στιγμή της προεκλογικής εκστρατείας.
Η νίκη του την Τρίτη τελικά δεν ήταν τόσο μακριά όσο προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Ο χάρτης των ΗΠΑ βάφτηκε κόκκινος. Απ΄ ότι φάνηκε η εκλογική αναμέτρηση δεν ήταν τόσο σφιχτή όπως ανέφεραν οι Αμερικανοί αναλυτές και δημοσκόποι. Ο Τραμπ κέρδισε πίσω πολιτείες που έχασε το 2020, και το έκανε με έναν συνασπισμό που περιλάμβανε περισσότερους νέους ψηφοφόρους, περισσότερους μαύρους και ισπανόφωνους άνδρες. Παράλληλα, μείωσε το περιθώριο της ήττας του στις πολιτείες που έχασε ώστε να κερδίσει και την εθνική λαϊκή ψήφο. Πρόκειται λοιπόν για μεγαλύτερη νίκη από το 2016.
Τα λάθη της κυβέρνησης Μπάιντεν
Ωστόσο, η επιστροφή του κ. Τραμπ δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τις πολιτικές αποτυχίες της κυβέρνησης Μπάιντεν και των Δημοκρατικών του Κογκρέσου. Κορυφαία αμερικανικά μέσα μεταδίδουν ότι ο Τραμπ κέρδισε ξανά «επειδή ο Πρόεδρος Μπάιντεν απέτυχε να ενώσει την χώρα, αλλά προσπάθησε να ενώσει το Δημοκρατικό κόμμα, ενώ οι ψηφοφόροι απογοητεύτηκαν από τα αποτελέσματα των προοδευτικών πολιτικών του».
Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση των μισθών και η αύξηση των τιμών καθώς ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε, μια διχαστική τελικά woke ατζέντα, προβλήματα που δεν επιλύθηκαν στα νότια σύνορα της χώρας και η κατάρρευση της αμερικανικής αποτροπής στο εξωτερικό.
Οι δημοσκοπήσεις την ημέρα των εκλογών έδειξαν ότι οι Αμερικανοί ψήφισαν με βασικό κριτήριο την οικονομία και την ασφάλεια των συνόρων, δείχνοντας ότι εμπιστεύονται στον Τραμπ τη διαχείριση της οικονομίας.
Οι Δημοκρατικοί επιχείρησαν καθυστερημένα να διορθώσουν την πορεία τους ζητώντας από τον πρόεδρο Μπάιντεν να αποσυρθεί από την κούρσα, όταν έγινε σαφές ότι θα έχανε.
Το «χαμόγελο» για τη Χάρις δεν ήταν αρκετό
Η Καμάλα Χάρις που πήρε μετέπειτα το χρίσμα, με μια αξιοπρεπή εμφάνιση και καμπάνια εξπρές προσπάθησε να παρουσιάσει τον εαυτό της ως «νέο δρόμο προς τα εμπρός», αλλά δεν μπόρεσε να ξεφύγει από την τετραετή θητεία και τη συνεργασία της με τον Μπάιντεν. Η Χάρις που στην τετραετία που πέρασε είχε χαμηλή δημοφιλία, δεν κατάφερε να πείσει τους Αμερικανούς ότι ήταν ικανή να αναλάβει τη θέση του Προέδρου σε έναν κόσμο αυξανόμενου γεωπολιτικού κινδύνου με δύο μεγάλους πολέμους σε εξέλιξη. Το «χαμόγελο» της Χάρις στην προεκλογική μάχη δεν ήταν αρκετό για να της δώσει τη νίκη, ενώ το πολιτικό της σχέδιο φάνηκε στους Αμερικανούς θολό.
Η σιγουριά και η αυτοπεποίθηση του Τραμπ τελικά έπεισε τους Αμερικανούς στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, που ήρθε τελευταίος στις προτεραιότητες τους για να προσέλθουν στις κάλπες.
Δεδομένων αυτών των στοιχείων, οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν το πολιτικό πλεονέκτημα και ίσως ένας νεότερος «φρέσκος» υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, χωρίς το φορτίο της 6ης Ιανουαρίου, να είχε κερδίσει με ακόμα μεγαλύτερη διαφορά.
Οι δημοσκοπήσεις μετά την εξόδο από την κάλπη, έδειξαν ότι η απειλή για τη δημοκρατία και ο χαρακτήρας του Τραμπ ήταν μεγάλα πλεονεκτήματα των Δημοκρατικών, αλλά και εκεί οι Δημοκρατικοί φάνηκε πως υπερέβαλαν τα όριά τους, καθώς οι συγκρίσεις τους με τον φασισμό και τον Χίτλερ δεν είχαν απήχηση στους Αμερικανούς.
Στα 78 του χρόνια, ο Τραμπ είναι ο μεγαλύτερος ηλικιακά πρόεδρος που έχει εκλεγεί ποτέ. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του γερουσιαστής Τζ Ντι Βανς από το Οχάιο, είναι 40 ετών και θα γίνει ένας από τους νεότερους αντιπροέδρους της χώρας. Ο Τραμπ θα αναλάβει τα καθήκοντά του με τους Ρεπουμπλικάνους να έχουν τον έλεγχο της Γερουσίας, η οποία είναι έτοιμη να εγκρίνει τους διορισμούς του στην εκτελεστική και δικαστική εξουσία και να υποστηρίξει τη νομοθετική του ατζέντα.
Μπορεί ο Τραμπ να κυβερνήσει σε μια δεύτερη θητεία με μεγαλύτερη επιτυχία από ό,τι στην πρώτη; Σίγουρα χρειάζεται περισσότερους Μάικ Πομπέο και Γιουτζιν Σκαλία.