Πυραυλικές επιθέσεις των Χούθι σε τρία εμπορικά πλοία - Στόχος και ένα ελληνικών συμφερόντων
Τρία ακόμη δεξαμενόπλοια τα οποία μετέφεραν καύσιμα έγιναν στόχος των Χούθι την Δευτέρα (15/7), ανάμεσά τους ένα ελληνικών συμφερόντων και ένα με κυπριακή σημαία.
Πρόκειται για δύο πλοία τα οποία πλέουν στην Ερυθρά Θάλασσα και ένα ακόμη στη Μεσόγειο.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο των Χούθι για στρατιωτικά ζητήματα Γιαχία Σάρια, οι εκτοξεύσεις βαλλιστικών πυραύλων ήταν αντίποινα για τον ισραηλινό βομβαρδισμό του Σαββάτου (14/7) στη Χαν Γιούνις, στη νότια Λωρίδα της Γάζας. Μια επίθεση στην οποία έχασαν τη ζωή τους πάνω από 90 άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι 300 και πλέον, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της παλαιστινιακής Αρχής.
Ο ίδιος σε δήλωσή του την Δευτέρα (15/7) ανέφερε πως τα δύο πλοία που μπήκαν στο στόχαστρο είναι τα Bentley I, δεξαμενόπλοιο που μεταφέρει πετρέλαιο υπό σημαία Παναμά, καθώς και το Chios Lion, δεξαμενόπλοιο υπό σημαία Λιβερίας που επίσης μεταφέρει πετρέλαιο, στην Ερυθρά Θάλασσα.
Στόχος δεξαμενόπλοιο με σημαία Κύπρου στη Μεσόγειο
Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος έγινε επίσης, «σε συνεργασία με την οργάνωση Ισλαμική Αντίσταση στο Ιράκ», το Olvia, δεξαμενόπλοιο υπό σημαία Κύπρου, που πλέει στη Μεσόγειο. Το Reuters τονίζει πως δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει πως έγινε η τρίτη επίθεση με ανεξάρτητο τρόπο.
Το μεικτό διοικητήριο των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων που είναι αρμόδιο για τη Μέση Ανατολή (CENTCOM, «κεντρική διοίκηση») επιβεβαίωσε τις πρώτες πρωινές ώρες μέσω X τις δύο από τις επιθέσεις των Χούθι, διαβεβαιώνοντας πως δεν υπήρξαν τραυματισμοί ναυτικών, όμως το Chios Lion —το διαχειρίζεται ελληνική ναυτιλιακή εταιρία— υπέστη «ζημιά» από τηλεκατευθυνόμενο μη επανδρωμένο σκάφος επιφανείας (USV), χωρίς πάντως το πλήρωμά του να ζητήσει βοήθεια.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο των Χούθι Σάρια, τα πλοία επελέγησαν επειδή οι πλοιοκτήτριες εταιρείες χρησιμοποιούν «ισραηλινά λιμάνια».
Ειδικά το Bentley I, που σύμφωνα με τη CENTCOM είναι ισραηλινής ιδιοκτησίας, υπέστη «πολλαπλές» επιθέσεις, κατά τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και βρετανικό φορέα ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, τον UKMTO.
Στην πρώτη επίθεση χρησιμοποιήθηκαν τρία πλοία επιφανείας, στα δύο από οποία επέβαιναν από τρεις άνθρωποι και το τρίτο ήταν τηλεκατευθυνόμενο· κατόπιν, εκτοξεύθηκε αντιπλοϊκός βαλλιστικός πύραυλος, σύμφωνα με τον αμερικανικό στρατό. Παρά τις επιθέσεις, το πλήρωμα είναι σώο, το σκάφος δεν υπέστη ζημιές και συνεχίζει προς τον επόμενο σταθμό του.
Το UKMTO ανέφερε πως το πλήρωμα έκανε το ενημέρωσε για εκρήξεις τριών πυραύλων σε μικρή απόσταση από το πλοίο, που πάντως δεν το έπληξαν.
Η βρετανική εταιρεία ασφάλειας της ναυσιπλοΐας Ambrey αναφέρθηκε επίσης στην επίθεση στο Bentley I, χωρίς να το κατονομάσει. Σημείωσε πως στο πλοίο επιβαίνει ομάδα οπλισμένων ιδιωτικών φρουρών.
Το Σάββατο, ο κ. Σάρια διεμήνυε πως οι Χούθι «δεν θα διστάσουν να επεκτείνουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους» αν ο πόλεμος του Ισραήλ εναντίον της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας συνεχιστεί.
Το κίνημα της Υεμένης Ανσάρ Αλλάχ, πιο γνωστό με το επώνυμο της οικογένειας των ηγετών του, των Χούθι, άρχισε τον Νοέμβριο να εξαπολύει επιθέσεις με drones και πυραύλους εναντίον εμπορικών και πολεμικών πλοίων στις θαλάσσιες οδούς της Ερυθράς Θάλασσας και του Κόλπου του Άντεν, σε ένδειξη «αλληλεγγύης» προς τους Παλαιστίνιους στην πολιορκημένη, ερειπωμένη Λωρίδα της Γάζας.
Στις δεκάδες επιθέσεις τους, οι Χούθι βύθισαν δυο εμπορικά πλοία, συνέλαβαν τρίτο και σκότωσαν τουλάχιστον τρεις ναυτικούς.
Η εκστρατεία των ανταρτών, που θεωρούνται προσκείμενοι στο Ιράν, είχε συνέπεια την κατακόρυφη αύξηση του κόστους ασφάλισης των πλοίων που διασχίζουν την Ερυθρά Θάλασσα προς τη Διώρυγα του Σουέζ· ανάγκασε εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών να στέλνουν τα πλοία τους να κάνουν τον γύρο της Αφρικής, εκτελώντας δρομολόγια πολύ πιο χρονοβόρα και δαπανηρά.
Οι ΗΠΑ, ο κυριότερος σύμμαχος του Ισραήλ σε διεθνές επίπεδο, συγκρότησαν τον Δεκέμβριο διεθνή δύναμη για την προστασία της ναυσιπλοΐας στη θαλάσσια περιοχή στρατηγικής σημασίας. Άλλη ναυτική δύναμη, ονόματι Ασπίδες, αναπτύχθηκε φέτος από την ΕΕ. Και, από τον Ιανουάριο, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, σε αρκετές περιπτώσεις μαζί με αυτές της Βρετανίας, διεξάγουν πλήγματα στο έδαφος της Υεμένης με σκοπό να μειώσουν τις επιχειρησιακές δυνατότητες των ανταρτών, που πρόσκεινται στο Ιράν, χωρίς όμως αυτό να έχει σταματήσει τις επιθέσεις τους.