ΚΟΣΜΟΣ

Κάθε 10 χρόνια και ένας φονικός καύσωνας προειδοποιούν οι επιστήμονες

Κάθε 10 χρόνια και ένας φονικός καύσωνας προειδοποιούν οι επιστήμονες
TATIANA_BOLARI/EUROKINISSI

Όταν ένας καύσωνας στην Ευρώπη σκότωσε πάνω από 70.000 ανθρώπους το 2003, το γεγονός θεωρήθηκε εξαιρετικά σπάνιο. Σήμερα, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι ένα τέτοιο φαινόμενο θα σημειώνεται κάθε δέκα χρόνια.

Οι περυσινοί Ιούνιος, Ιούλιος και Αύγουστος ήταν οι θερμότεροι στην ιστορία. Ο Αύγουστος του 2023 ήταν κατά μέσο όρο 1,5 βαθμό θερμότερος από τον ίδιο μήνα ανάμεσα στο 1850 και το 1900. Τα πράγματα φέτος μπορεί να αποδειχθούν ακόμη χειρότερα.

Τα κακά νέα είναι στην οθόνη μας, σημειώνει ο «Economist». Στη Σαουδική Αραβία, η θερμοκρασία «χτύπησε» τους 50 βαθμούς υπό σκιά και 1.300 προσκυνητές έχασαν τη ζωή τους. Στις 23 Ιουνίου, 100 εκατομμύρια Αμερικανοί έλαβαν προειδοποίηση για επικίνδυνο καύσωνα, με τη Βαλτιμόρη και τη Φιλαδέλφεια να πλησιάζουν τους 40 βαθμούς. Στην Ινδία σημειώθηκαν 40.000 κρούσματα θερμοπληξίας από τον Μάρτιο ως τα μέσα Ιουνίου, με το Δελχί να γνωρίζει για 40 συνεχείς ημέρες θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών. Ο καύσωνας είναι η νέα κανονικότητα.

Τα καλά νέα είναι ότι, παρά την αύξηση των θερμοκρασιών, οι θάνατοι μπορεί να αποτραπούν και η οικονομική αναταραχή να ελαχιστοποιηθεί. Πλούσιοι, θερμοί τόποι όπως το Φοίνιξ, το Κουβέιτ και η Σιγκαπούρη προσαρμόζονται, όπως έκανε και η Ευρώπη ύστερα από εκείνο τον καύσωνα πριν από είκοσι χρόνια. Ο υπόλοιπος κόσμος πρέπει να διδαχθεί από το παράδειγμά τους. Η βασική ιδέα είναι απλή: να απομακρυνθεί ο κόσμος από τον ήλιο και να καταφύγει στη δροσιά.

Οι λύσεις απέναντι στην υπερβολική ζέστη

Η υπερβολική ζέστη μπορεί να προκαλέσει θερμοπληξία, καρδιακά προβλήματα και αφυδάτωση. Οι πληθυσμοί που δεν είναι συνηθισμένοι είναι και πιο ευάλωτοι. Το ίδιο και οι ηλικιωμένοι, που η υγεία τους είναι πιο εύθραυστη και δυσκολεύονται να καταφύγουν σε καλύτερες συνθήκες. Πιο πολύ υποφέρουν οι φτωχοί, που έχουν περισσότερες πιθανότητες να δουλεύουν στον ήλιο και να κατοικούν σε σπίτια που δεν κλιματίζονται.

Ο κλιματισμός, όταν είναι οικονομικά εφικτός, αποτελεί μέρος της απάντησης. Όταν τροφοδοτείται από ανανεώσιμη ενέργεια, δεν είναι κακός για το κλίμα και μπορεί να σώσει ζωές. Μια μελέτη στο Lancet έδειξε ότι το 2019 οι θάνατοι από τη ζέστη σε όλο τον κόσμο έφτασαν στους άνω των 65 ετών τους 345.000 και ότι χωρίς κλιματισμό ο αριθμός αυτός θα ήταν κατά 50% υψηλότερος. Κακώς λοιπόν οι οικολόγοι απορρίπτουν αυτή την τεχνολογία. Επειδή οι οργανωτές των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού αποφάσισαν να μην εγκαταστήσουν κλιματισμό στις πτέρυγες των αθλητών, πολλές ομάδες θα φέρουν τα δικά τους μηχανήματα.

Μπορεί να βοηθήσει επίσης η επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο κτίζονται οι πόλεις. Οι αρχιτέκτονες στη Σιγκαπούρη σχεδιάζουν τα κτίρια ώστε να διοχετεύουν αέρα σε όλη την πόλη, ενώ μια εκστρατεία φύτευσης δένδρων προσφέρει σκιά και συγκρατεί την υγρασία. Χρειάζεται χρόνος και χρήμα όμως για να επανασχεδιαστεί μια πόλη. Υπάρχουν τρεις ταχύτερες και φτηνότερες εναλλακτικές λύσεις.

Η μία είναι η μεγαλύτερη ευελιξία των σχολείων και των χώρων εργασίας. Πολιτείες όπως η Καλιφόρνια και η Ουάσινγκτον προβλέπουν τη χορήγηση σκιάς και διαλειμμάτων για νερό στους εργαζόμενους που δουλεύουν στην ύπαιθρο σε συνθήκες μεγάλης ζέστης. Αντιστοίχως, θα πρέπει σε τέτοιες περιπτώσεις να δίνεται η δυνατότητα στους μαθητές να δουλεύουν από το σπίτι.

H δεύτερη λύση είναι η δημιουργία περισσότερων δροσερών δημόσιων χώρων για την παροχή ανακούφισης και καταφυγίου. Ορισμένες πόλεις των ΗΠΑ, αλλά και της Ινδίας και του Βιετνάμ, διαθέτουν «κέντρα δροσιάς», που συνήθως είναι κανονικά κτίρια με κλιματισμό τα οποία μπορεί πρόσκαιρα να ανοίξουν για όλους. Ακόμη και απλές προσαρμογές μπορεί να κάνουν τη διαφορά: όταν βάφουμε μια στέγη λευκή, μειώνουμε τη θερμοκρασία στο εσωτερικό κατά μερικούς βαθμούς.

Τέλος, οι κυβερνήσεις και οι πολίτες πρέπει να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι, ιδιαίτερα σε τόπους που δεν είναι εξοικειωμένοι με υψηλές θερμοκρασίες. Μετά τον καύσωνα του 2003, η Γαλλία εκπόνησε ένα εθνικό σχέδιο για τους καύσωνες, που είχε ως αποτέλεσμα στον καύσωνα του 2019 οι θάνατοι να είναι κατά 90% λιγότεροι σε σχέση με το 2003.