ΚΟΣΜΟΣ

Συστάσεις στα γαλλικά ΜΜΕ για τις σκληρές εικόνες που μετέδωσαν από το μακελειό στη Νίκαια

Συστάσεις στα γαλλικά ΜΜΕ για τις σκληρές εικόνες που μετέδωσαν από το μακελειό στη Νίκαια
REUTERS/Mohamed Azakir

Σφοδρές επικρίσεις δέχθηκαν πολλά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της Γαλλίας καθώς προέβαλαν ερασιτεχνικά βίντεο από το μακελειό που σημειώθηκε στη Νίκαια.

Η προβολή των βίντεο, με σκληρές εικόνες, προκάλεσε τη δυσφορία των τηλεθεατών με αποτέλεσμα το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο της Γαλλίας CSA να προβεί σε συστάσεις.

Ο κρατικός όμιλος France Télévisions ζήτησε συγγνώμη καθώς μετέδωσε τη συνέντευξη ενός άνδρα που βρισκόταν κοντά στη σορό της συζύγου του στο έκτακτο πρόγραμμα του τηλεοπτικού δικτύου France 2, κατά τη διάρκεια της νύχτας.

«Αυτό το θέμα προβλήθηκε κατά λάθος, δεν ελέγχθηκε από το δίκτυο. Δεν ήταν αποτέλεσμα επιλογής της συντακτικής ομάδας» υποστήριξε, ερωτηθείς σχετικά από το Γαλλικό Πρακτορείο, ο Αλεξάντρ Καρά, διευθυντής σύνταξης του κρατικού ομίλου.

Ο ίδιος αναφέρθηκε σε ομάδες δημοσιογράφων και τεχνικών που κλήθηκαν εκτάκτως λόγω των εξελίξεων, οι οποίες δεν γνώριζαν τις διαδικασίες.

Στο ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο TF1, η φήμη σχετικά με μια ομηρία σε ένα εστιατόριο της Νίκαιας μεταδόθηκε προτού διαψευσθεί από το υπουργείο Εσωτερικών.

Το Ανώτατο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (CSA) κάλεσε σήμερα τα οπτικοακουστικά Μέσα να επιδείξουν «προσοχή κι αυτοσυγκράτηση, να προστατεύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την οδύνη των προσώπων».

Στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, αμέτρητα φωτογραφικά στιγμιότυπα και βίντεο με σοκαριστικές εικόνες κυκλοφόρησαν λίγα λεπτά μετά την επίθεση, ενώ την ίδια ώρα εντείνονταν οι εκκλήσεις να μην προβάλλονται τόσο σκληρές εικόνες.

«Από σεβασμό στα θύματα και τις οικογένειές τους μη συμβάλετε στη μετάδοση φωτογραφιών ή την προβολή βίντεο από τον τόπο του εγκλήματος» συνέστησε τη νύχτα η γαλλική αστυνομία με μήνυμα στον λογαριασμό της στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Twitter, όπως ακριβώς έκανε στις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου στο Παρίσι, όπου έχασαν την ζωή τους 130 άνθρωποι.