ΚΟΣΜΟΣ

Το πραγματικό πρόσωπο πίσω από τη «Σιωπή των Αμνών»

Το πραγματικό πρόσωπο πίσω από τη «Σιωπή των Αμνών»
Ο Γκάρι Χάιντνιν, κατηγορούμενος για τη δολοφονία 48 γυναικών και το «πρόσωπο» πίσω από το θρίλερ «Η Σιωπή των Αμνών» AP Photo/Charles Krupa

Ήταν 6 Ιουλίου 1999 όταν ο καταδικασμένος κατά συρροήν δολοφόνος Γκάρι Χάιντνικ εκτελέστηκε για τα εγκλήματά του. Ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που θα καταδικαζόταν με θανατική ποινή στην Πενσυλβάνια μέχρι σήμερα.

Η Τρέισι Λόμαξ παρακολουθούσε τη στιγμή που ο δολοφόνος της αδερφής της θανατώθηκε με ένεση, σε κρατική φυλακή στο Bellefonte της Πενσυλβάνια.

Ακόμη και σήμερα, είναι νωπές οι μνήμες της απαγωγής της αδελφής της, Σάντρα Λίντσεϊ και άλλων πέντε μαύρων γυναικών, τις οποίες ο κατηγορούμενος βασάνιζε και βίαζε στο υπόγειό του στη Φιλαδέλφεια.

Εξακολουθεί να θυμάται την αγωνία της, όταν έμαθε ότι η αδερφή της βρισκόταν σε ένα λάκκο γεμάτο νερό, αλλά και τις μαρτυρίες των γυναικών για το πως ο Χάιντνικ είχε αλυσοδέσει τη Λίντσεϊ, την άφησε να λιμοκτονεί και την βασάνιζε.

Η τελευταία θανατική ποινή στην Πενσυλβάνια

Σχεδόν 25 χρόνια μετά, ο Χάιντνικ παραμένει ο τελευταίος άνθρωπος που του επεβλήθη θανατική ποινή στην Πενσυλβάνια. Μια συνθήκη που αναμένεται να διαρκέσει για αρκετό καιρό ακόμα, καθώς ο κυβερνήτης Τζός Σαπίρο δήλωσε πως, δεν θα επιτρέψει την εκτέλεση κανενός κρατουμένου, ανεξαρτήτως του εγκλήματος που έχει διαπράξει, σύμφωνα με το CNNi.

Η Λόμαξ, από την πλευρά της, είπε ότι εξακολουθεί να έχει μεικτά συναισθήματα για το εάν ο Χάιντνικ έπρεπε να εκτελεστεί, καθώς όπως είπε στο CNNi «ήθελα να περάσει λίγο χρόνο έγκλειστος, για να καταλάβει πως αισθάνεται ένας άνθρωπος όταν είναι φυλακισμένος, όπου κανείς δεν θα μπορούσε να τον απελευθερώσει από τη δυστυχία του».

«Ήθελα πολύ να μείνει στη φυλακή, γιατί ήθελα να μην μπορεί να ξεφύγει από τις γυναίκες που σκότωσε. Γιατί ξέρω ότι τον στοίχειωναν. Ο θάνατός του ήταν πολύ πιο εύκολος από τους θανάτους των θυμάτων του».

Στόχος του οι ευάλωτες γυναίκες

Τα φρικτά εγκλήματα του Χάιντνικ αποτέλεσαν για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες σημαντικό κομμάτι της ποπ κουλτούρας.

Ο «Buffalo Bill», ο κατά συρροή δολοφόνος στο ψυχολογικό θρίλερ του 1991 «Η Σιωπή των Αμνών», βασίστηκε εν μέρει σε αυτόν, ενώ το μέταλ συγκρότημα «Macabre» κυκλοφόρησε το τραγούδι «Morbid Ministry» για τον Χάιντνικ.

Ωστόσο, η Λόμαξ είπε στο CNNi ότι δεν έχει δει το «Η Σιωπή των Αμνών», γιατί, όπως δήλωσε «κανείς δεν θέλει να παρακολουθήσει μια ταινία που αφορά ένα αγαπημένο του πρόσωπο, το οποίο κρατείται παρά τη θέλησή του».

Τα βασανιστήρια

Οι λεπτομέρειες των υποθέσεων, που τον βάρυναν είναι φρικιαστικές. Από τα τέλη του 1986 μέχρι και τον Μάρτιο του 1987, ο Χάιντνικ είχε απαγάγει τη Λίντσεϊ και άλλες πέντε γυναίκες: Josefina Rivera, Lisa Thomas, Jacqueline Askins, Agnes Adams και Deborah Dudley. Η Λίντσεϊ και η Νταντλεϊ πέθαναν όσο ήταν αιχμάλωτες.

Σύμφωνα με το διεθνή τύπο, ο Χάιντνικ παρέσυρε τις γυναίκες στο σπίτι του με υποσχέσεις για χρήματα και με αντάλλαγμα την ερωτική τους συνεύρεση. Μετά τις έδενε με αλυσίδες σε ένα λάκκο που είχε δημιουργήσει στο υπόγειό του, τις έγδυνε, τις βίαζε και τις τάιζε με σκυλοτροφές. Τις υπέβαλε, επίσης, σε μια σειρά βασανιστηρίων, συμπεριλαμβανομένων της ηλεκτροπληξίας και του τραυματισμού τους στα αυτιά με κατσαβίδι.

Η διπλή ζωή

Πριν τη σύλληψή του, ο Χάιντνικ ζούσε διπλή ζωή ως «επίσκοπος». Έκανε εκκλησιαστικές λειτουργίες στο σαλόνι του σπιτιού του για μια σύναξη που αποτελούνταν κυρίως από ανθρώπους με διανοητικές διαταραχές. Ωστόσο, οι πιστοί, δεν μπορούσαν να φανταστούν τι συνέβαινε στο υπόγειο, ανέφερε η Λόμαξ.

Η Λίντσεϊ ήταν 25 ετών, τότε, και ψυχικά ασταθής, πρόσθεσε. Ο Χάιντικ εκμεταλλεύτηκε την ευαλωτότητά της και την ανάγκη της να γίνει αποδεκτή. Το θύμα μοιραζόταν με την αδελφή της τη χαρά που είχε με τις ημερήσιες εκδρομές που έκαναν σε λούνα παρκ.

Μετά από αυτές τις επισκέψεις, ο Χάιντνικ τους αγόραζε μπέργκερ με πατάτες στα McDonald’s. Τον εμπιστεύτηκε και συμμετείχε μαζί με άλλους στις εκκλησιαστικές τελετές που πραγματοποιούσε στο σπίτι του, είπε η Λόμαξ.

«Ήταν σαν ήρωας για αυτούς», είπε ο Λόμαξ.

Μία ημέρα η αδερφή της δεν επέστρεψε ποτέ

Αυτό σύντομα άλλαξε. Ένας από τους ανθρώπους που συμμετείχε στις τελετές στο σπίτι του Χάιντνικ, είπε κάποια στιγμή στην οικογένεια της Λόμαξ ότι κρατούσε φυλακισμένη μια γυναίκα στο υπόγειο.

«Εκείνη την περίοδο, μας φαινόταν κάπως τραβηγμένο. Το ακούσαμε, αλλά δεν κάναμε κάτι γι' αυτό» ανέφερε η Λόμαξ, ενώ πρόσθεσε «Δεν θα πω ότι ήταν δύσκολο να το πιστέψουμε, αλλά δεν μας αφορούσε άμεσα εκείνη τη στιγμή γιατί η αδερφή μου ήταν σπίτι μαζί μας».

Μία ημέρα μετά τις «Ευχαριστίες» το 1986, η Λίντσεϊ είχε πάει να πάρει παυσίπονα. Δεν επέστρεψε ποτέ σπίτι.

Προσπαθώντας να βρει απαντήσεις, η οικογένειά της εντόπισε έναν από τους φίλους της που συμμετείχε στη σύναξη με τη Λίντσεϊ και βρήκε τον αριθμό του Χάιντνικ. Τον καλούσαν επανειλημμένως για να τον ρωτήσουν εάν βρισκόταν στο σπίτι του, αλλά τους το έκλεινε.

Μετά πήγαν από το σπίτι του, όπου συνάντησαν έναν γείτονα, ο οποίος επιβεβαίωσε πως είχε δει τη Λίντσεϊ. Ωστόσο, ο Χάιντνικ αρνήθηκε ότι ήταν εκεί τόσο στην οικογένειά της, όσο και στην αστυνομία.

Αφού η οικογένεια ειδοποίησε την αστυνομία και άρχισαν να κάνουν ερωτήσεις, ο Χάιντνικ έβαλε τη Λίντσεϊ να γράψει μια χριστουγεννιάτικη κάρτα στη μητέρα της, λέγοντάς της να μην ανησυχεί. Η οικογένειά της δεν πείστηκε και συνέχισε να πιέζει τους ντετέκτιβ να παρακολουθήσουν στο σπίτι, είπε η Λόμαξ.

Η μυστική ζωή του Χάιντνικ αποκαλύφθηκε όταν η Ριβέρα κέρδισε την εμπιστοσύνη του και τον έπεισε να την αφήσει να φύγει για λίγο από το σπίτι. Άμεσα τράπηκε σε φυγή και κάλεσε την αστυνομία. Όμως ήταν πολύ αργά. Η Λίντσεϊ και η Ντάντλεϊ είχαν ήδη πεθάνει.

Το σώμα της Λίντσεϊ βρέθηκε διαμελισμένο στο σπίτι του Χάιντνικ την ημέρα που η Λόμαξ έγινε 21 ετών. Πέρασε τα γενέθλιά της στο αστυνομικό τμήμα. Όμως ο εφιάλτης της δεν είχε τελειώσει.

Κατά τη διάρκεια της δίκης του Χάιντνικ, ήρθαν στο φως ανατριχιαστικές λεπτομέρειες σχετικά με τις μεθόδους που υιοθετούσε ο δράστης και τα βασανιστήρια που περνούσαν όσες γυναίκες είχαν βρεθεί στα χέρια του. Μετά τις αποκαλύψεις αυτές τα μέσα τον χαρακτήρισαν «δολοφόνο στο Σπίτι του Τρόμου» (House of Horrors).

«Κανείς δεν ξέρει πώς είναι να έχεις έναν περιγραφικό, λεπτομερή τρόπο για το πώς πέθανε κάποιος που αγαπάς», είπε ο Λόμαξ. «Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν μια περιγραφή του πώς πέθανε κάποιος στο νοσοκομείο. Αλλά για εμάς, ήταν καθημερινά στις ειδήσεις. Ήταν πολύ δύσκολο να διαβαστεί. Ήταν όμως αναπόφευκτο».

His gruesome crimes were a basis for «Silence of the Lambs» - The sister of one of his victims has mixed feelings about his execution