Στα μονοπάτια της Ουκρανίας βαδίζει η Γεωργία - Τι συμβαίνει στη χώρα
Οι πρόσφατες συγκρούσεις εντός και εκτός του κοινοβουλίου της Γεωργίας κάνουν τον γύρω του κόσμου, αλλά τις περισσότερες φορές αντιμετωπίζονται με ένα ελαφρύ μειδίαμα, κυρίως λόγω της θεωρητικής και όχι της πραγματικής απόστασης που χωρίζει την χώρα από τη Δύση.
Η κυβέρνηση της Γεωργίας αποφάσισε για άγνωστη μέχρι τώρα αιτία, να προωθήσει ένα «ρωσικού τύπου» ίσως και υπαγόρευσης νομοσχέδιο, στο οποίο ούτε λίγο, ούτε πολύ, όποια εταιρεία, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ακόμη και δημοσίου δικαίου, Μη κυβερνητική Οργάνωση ή δημοσιογραφικός οργανισμός έχει έσοδα που ποσοστιαία ξεπερνούν το 20% και προέρχονται εκτός χώρας, έχει την ταμπέλα του «ξένου πράκτορα».
Σε αυτή την περίπτωση έχει δύο επιλογές: είτε αποδέχεται πως είναι «ξένος πράκτορας» και μπαίνει σε λίστα ελέγχου από το υπουργείο δικαιοσύνης της χώρας, είτε δεν την αποδέχεται και έρχεται αντιμέτωπος με εξοντωτικά οικονομικά πρόστιμα που τον οδηγούν είτε στην φυγή είτε στο λουκέτο.
Η αντιπολίτευση και η πρόεδρος της χώρας, ανοιχτά κάνουν λόγο για έναν νόμο που μόνο στόχο έχει τον έλεγχο της χώρας από το Κρεμλίνο, ενώ η κυβέρνηση απαντά προς το παρόν, με ξύλο εντός των εδράνων της Βουλής αλλά και μαζική καταστολή στους δρόμους της Τιφλίδας από ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας.
Ειδικά το βράδυ της περασμένης Τρίτης (7/3), οι εικόνες με διαδηλωτές που απλά κρατούσαν σημαίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να τους χτυπούν με γκλοπ, ασπίδες και κανόνια νερού, φέρνει στο νου μόνο όσα προηγήθηκαν στο Κίεβο στα τέλη του 2013 και τις αρχές του 2014.
Ο πρωθυπουργός της Γεωργίας, Ιρακλί Γκαριμπασβίλι, εξελέγη το 2021 με την δέσμευση πως επιτέλους θα οδηγήσει την χώρα στην Ευρώπη αλλά και την ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Το ίδιο ακριβώς είχε «τάξει» και ο Πρόεδρος της Ουκρανίας το 2014, Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Ο μεν Γιανουκόβιτς αποφάσισε «Ρωσικά» αγνοώντας την λαϊκή επιταγή με τα γεγονότα να κλιμακώνονται με την εξέγερση του Μαϊντάν και 127 ανθρώπους να εκτελούνται από τις ειδικές δυνάμεις του Προέδρου ο οποίος αφού γέμισε ένα ελικόπτερο με όσα δολάρια μπορούσε να κουβαλήσει κατέφυγε στην Μόσχα.
Σήμερα στην Γεωργία επιχειρείται με βάση τα όσα γίνονται μία «καρμπόν» επανάληψη των Ουκρανικών γεγονότων με τους δυτικούς αναλυτές να υπογραμμίζουν πως ο κίνδυνος να επεκταθεί ο «ρωσικός» πυρετός στην κρίσιμη γεωγραφικά ζώνη της χώρας να είναι κάτι περισσότερο από ορατός.
Το αιματηρό παρελθόν και η ρωσική εισβολή του 2008
Τον Απρίλιο 2008, η Γεωργία δυσανασχετεί με την ενίσχυση των δεσμών Ρωσίας-Νότιας Οσετίας, ενώ η Μόσχα αντιδρά στην πρόθεση της Τιφλίδας να μπει στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Η μία κατηγορεί την άλλη για αύξηση των στρατιωτικών δυνάμεων.
Οι συγκρούσεις ξεκίνησαν μεταξύ του γεωργιανού στρατού και των αποσχιστικών δυνάμεων της Νότιας Οσετίας τις πρώτες μέρες του Αυγούστου της ίδιας χρονιάς. Αυτό όμως που οδήγησε στην είσοδο της Ρωσίας στον πόλεμο, ήταν το στρατιωτικό σφυροκόπημα από γη και αέρα της πρωτεύουσας της Νότιας Οσετίας, Τσχινβάλι.
Τα ρωσικά τανκς μπήκαν στην Νότια Οσετία, με την δικαιολογία ότι έπρεπε να προστατεύσουν τους κατοίκους της χώρας, καθώς πολλοί από αυτούς έχουν ρωσικά διαβατήρια. Μέσα σε λίγα 24ωρα, οι Ρώσοι απέκτησαν τον έλεγχο της περιοχής, απώθησαν τους Γεωργιανούς εκτός των εδαφών της Νότιας Οσετίας και επιτέθηκαν σε προάστια της Τιφλίδας.
Ο πόλεμος διήρκησε πέντε μέρες. 800 άτομα έχασαν τη ζωή τους. Τα δύο μέρη προχώρησαν σε κατάπαυση του πυρός στις 12 Αυγούστου 2008. Η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας. Λίγες χώρες προχώρησαν όμως στη συνέχεια στην αναγνώριση των δύο δημοκρατιών.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ οι σχέσεις Γεωργίας – Ρωσίας έχουν ξεφύγει από τα πλαίσια του «πάγου» της συγκεκριμένης περιόδου και είναι ενδεικτικό πως η απόλυτα εξαρτημένη από την Μόσχα Νότια Οσετία «βλέπει» με σκεπτικισμό τις κινήσεις του Κρεμλίνου.
Η Γεωργία τα τελευταία 5 χρόνια είναι με διαφορά ο υπ΄αριθμόν ένα τουριστικός προορισμός των Ρώσων και οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στους δύο πρώην εχθρούς αναπτύσοονται ταχύτατα. Όλα αυτά μέχρι που το αίτημα για είσοδο σε ΕΕ και ΝΑΤΟ επανήλθε από την κοινωνία στο προσκήνιο.