Telegraph υπέρ Ελλάδας: Η Βρετανία να επιστρέψει τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Ανανεώθηκε:
Η βρετανική εφημερίδα Daily Telegraph στο κύριο άρθρο της που φέρει τον τίτλο «Η Βρετανία πρέπει να επιστρέψει τα Ελγίνεια Μάρμαρα στην Ελλάδα», επανέρχεται στο ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Μάλιστα, ο συντάκτης του άρθρου Ντέιβιντ Φροστ υποστηρίζει πως είναι η βρετανική κυβέρνηση και όχι το Βρετανικό Μουσείο που πρέπει να επιστρέψει «ως εφάπαξ δώρο» τα Γλυπτά στην Ελλάδα.
Όπως αναφέρει ο Βρετανός διπλωμάτης και πολιτικός, το Βρετανικό Μουσείο εκτιμάται ότι βρίσκεται σε «προχωρημένες» συνομιλίες για την αποστολή των Γλυπτών στην Ελλάδα.
Ο ίδιος θεωρεί πως τα νομικά επιχειρήματα της βρετανικής πλευράς υπέρ της διατήρησης των Γλυπτών είναι καλά, όμως, όπως λέει δεν ήταν ποτέ πεπεισμένος ως προς τα «ηθικά, καλλιτεχνικά και πολιτιστικά επιχειρήματα».
Παράλληλα, τονίζει πως συμμερίζεται την άποψη ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα συνιστούν μια «ιδιαίτερη κατάσταση, στην οποία πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε μια ιδιαίτερη λύση».
Στο σημείο αυτό αναφέρει πως έμαθε ελληνικά στην Ελλάδα και έχει ζήσει στην Κύπρο και ως εκ τούτου μπορεί να βλέπει τα επιχειρήματα από την ελληνική οπτική. «Για τους Βρετανούς, τα Γλυπτά είναι απλώς ένα έκθεμα, έστω σημαντικό. Για την Ελλάδα είναι μέρος της εθνικής της ταυτότητας και ένας εθνικός πολιτιστικός σκοπός», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ως εκ τούτου, ο Φροστ συμπεραίνει πως στις συνομιλίες θα πρέπει να εμπλακεί η βρετανική κυβέρνηση, λέγοντας πως: «Το μουσείο μπορεί να συμφωνήσει μια συμφωνία δανεισμού. Οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία αποδεκτή από τους Έλληνες θα πρέπει να είναι πολύ εκτεταμένη – και το κατά πόσον οι όροι της θα είναι αποδεκτοί από εμάς είναι ένα ζήτημα εθνικού συμφέροντος και για αυτήν τη χώρα. Επομένως, η κυβέρνηση πρέπει να εμπλακεί».
Και συνεχίζει: «Η άποψή μου είναι ότι ήρθε η ώρα για μια μεγάλη χειρονομία. Μόνο η κυβέρνηση μπορεί να την κάνει. Είναι να προσφέρει την επιστροφή των μαρμάρων ως εφάπαξ δώρο αυτής της χώρας στην Ελλάδα, ως μέρος μιας νέας ευρύτερης αγγλοελληνικής εταιρικής σχέσης».
Μάλιστα παραθέτει και τρία σημεία που πρέπει να διέπουν αυτή τη συνεργασία.
Αρχικά μια μουσειακή σύμπραξη με υψηλής ποιότητας αντίγραφα των γλυπτών στο Λονδίνο, η οποία θα προέβλεπε και τον δανεισμό εκ μέρους της Ελλάδας μερικών από τα διασημότερα έργα τέχνης της «προσωρινά, σε αντάλλαγμα, ίσως και σε μουσεία εκτός Λονδίνου»
Δεύτερον, μια ευρύτερη πολιτιστική συνεργασία, ενδεχομένως με ιδιωτική χρηματοδότηση, που θα ανεβάσει σε άλλο επίπεδο την ακαδημαϊκή αλλά και καλλιτεχνική σύμπραξη των δύο χωρών.
Και τρίτον, μια κοινή εκστρατεία Ελλάδας-Βρετανίας για να επιστρέψουν στην Αθήνα όσα τμήματα των Γλυπτών βρίσκονται σε άλλα μουσεία του κόσμου.
«Μια τέτοια σύμπραξη», ξεκαθαρίζει ο Φροστ, «θα πρέπει να παραμερίσει οριστικά τα δικαιώματα και τα λάθη της αρχικής απόκτησης και της μετέπειτα μεταχείρισης των μαρμάρων από τις δύο χώρες» και κυρίως θα πρέπει να καταστήσει «σαφές ότι δεν αποτελεί προηγούμενο για αιτήματα «επιστροφής» για οτιδήποτε άλλο».
Με μια τέτοια λύση, η Βρετανία μεταξύ άλλων θα έδειχνε εμπράκτως ότι εννοεί το χαρακτηρισμό των Γλυπτών ως μέρος της κοινής μας δυτικής κληρονομιάς, αλλά και θα έδειχνε τι είδους χώρας φιλοδοξεί να είναι, ενδιαφερόμενη για τη φήμη της και τον πολιτισμό της. «Ας σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και ας κάνουμε μια συμφωνία», καταλήγει ο Ντέιβιντ Φροστ.