ΚΟΣΜΟΣ

Η Κίνα υπεραμύνεται της πολιτικής «zero covid» αλλά υπόσχεται χαλάρωση των μέτρων

Η Κίνα υπεραμύνεται της πολιτικής «zero covid» αλλά υπόσχεται χαλάρωση των μέτρων
H κινεζική κυβέρνηση έχει επιβάλλει περιορισμούς στα social media, ενώ είχαν προηγηθεί παρεμβάσεις λογοκρισίας και στα τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας. (AP Photo/Samantha Laurey)

Να επανεξεταστούν τα περιοριστικά μέτρα κατά την εξάπλωση της Covid-19 για να μειώσουν τον αντίκτυπό τους στις ζωές των ανθρώπων, δεσμεύτηκαν κορυφαίοι υγειονομικοί αξιωματούχοι της Κίνας χωρίς ωστόσο να απορρίπτουν την πολιτική «zero Covid».

Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν σε συνέντευξη Τύπου μετά τις διαδηλώσεις στην Κίνα, τα lockdown για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού θα πρέπει να αρθούν «το συντομότερο δυνατό» αλλά οι εκπρόσωποι της Εθνικής Επιτροπής Υγείας υπερασπίστηκαν τη συνολική πολιτική της χώρας – η οποία στοχεύει στην εξάλειψη του ιού μέσω αυστηρών ελέγχων.

Ο Cheng Youquan, διευθυντής στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Κίνας, είπε ότι «ορισμένα ζητήματα» που αναφέρθηκαν πρόσφατα από τους πολίτες δεν οφείλονται στα μέτρα, αλλά στην εφαρμογή τους από τοπικούς αξιωματούχους που ακολουθούν την ίδια «προσέγγιση για όλους». Ο ίδιος ανέφερε ότι ορισμένοι έλεγχοι είχαν εφαρμοστεί «υπερβολικά», αδιαφορώντας για τα αιτήματα του λαού.

Οι αξιωματούχοι δεν ασχολήθηκαν άμεσα με τις διαμαρτυρίες, αλλά ο εκπρόσωπος της Επιτροπής Μι Φενγκ είπε ότι η πολιτεία πρέπει να «ανταποκριθεί στα αιτήματα των πολιτών» εγκαίρως.

Όταν ρωτήθηκε εάν η κυβέρνηση επανεξετάζει τις πολιτικές της για την Covid, ο Μι είπε ότι οι αρχές «μελετούν και προσαρμόζουν τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας για να προστατεύσουν τα συμφέροντα των πολιτών στο μέγιστο βαθμό και να περιορίσουν τον αντίκτυπο στους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερο».

Παρέμβαση ΗΠΑ- Καναδά

Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς προέτρεψαν την Κίνα να μην εκφοβίζει τους διαδηλωτές που αντιτίθενται στα lockdown, καθώς η αστυνομία συγκρούστηκε με πολίτες και το ανώτατο όργανο ασφαλείας της χώρας ζήτησε την καταστολή τους.

Οι διαδηλωτές συγκρούστηκαν με την αστυνομία στη μεγαλούπολη της Νότιας Κίνας, Γκουανγκζού αργά το βράδυ της Τρίτης, σύμφωνα με μαρτυρίες.

Σε πλάνα – που παρουσίασε το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων – ακούγονταν άνθρωποι να ουρλιάζουν και να φωνάζουν, καθώς τους χτυπούν αστυνομικοί.

Ένας κάτοικος της Γκουανγκζού με το επώνυμο Τσεν είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο την Τετάρτη ότι είδε περίπου 100 αστυνομικούς να συλλαμβάνουν τουλάχιστον τρεις άνδρες το βράδυ της Τρίτης.

Σημειωτέον ότι τα Ηνωμένα Έθνη προέτρεψαν στις αρχές της εβδομάδας τις κινεζικές αρχές να εγγυηθούν το «δικαίωμα των πολιτών να διαδηλώνουν ειρηνικά», θέση που συμμερίστηκε και ο Τζον Κίρμπι, ο συντονιστής επικοινωνίας στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ.

Επικριτικός, τέλος, απέναντι στο Πεκίνο εμφανίστηκε και ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Ρίσι Σουνάκ λέγοντας ότι «αντί να ακούει τις διαμαρτυρίες του λαού της, η κινεζική κυβέρνηση επέλεξε να καταστείλει περαιτέρω, μεταξύ άλλων με την επίθεση σε δημοσιογράφο του BBC».

Ελαφριά μείωση των κρουσμάτων

Οι υγειονομικές αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν σήμερα ελαφριά μείωση των μολύνσεων από τον SARS-CoV-2 σε 24ωρη βάση, για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα, κάνοντας λόγο για 37.828 μολύνσεις, 4.288 με συμπτώματα της COVID-19 και 33.540 ασυμπτωματικές, τις οποίες μετρούν χωριστά.

Δεν αναφέρθηκε κανένας θάνατος εξαιτίας επιπλοκών της COVID-19, επίσης για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα.

Επισήμως, ο απολογισμός των θυμάτων της πανδημίας στη γιγαντιαία χώρα της Ασίας με 1,4 δισεκ. κατοίκους παρέμεινε αμετάβλητος, στους 5.233 νεκρούς επί συνόλου 319.536 μολύνσεων με συμπτώματα, σύμφωνα με τους αριθμούς της εθνικής επιτροπής υγείας (σ.σ. του κινεζικού υπουργείου Υγείας).

Τη Δευτέρα ανακοινωνόταν ρεκόρ 40.347 κρουσμάτων, εκ των οποίων 3.822 παρουσίαζαν συμπτώματα.

Τρία χρόνια μετά την εκδήλωση της πανδημίας, η δυσαρέσκεια για τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα ώστε να αποτραπεί η εξάπλωση του ιού έχει πια ξεχειλίσει στη χώρα και το Σαββατοκύριακο έγιναν μεγάλες διαδηλώσεις στο Πεκίνο, στη Σαγκάη και άλλες μεγάλες πόλεις.

Δυτικοί αναλυτές βλέπουν στις διαδηλώσεις το μεγαλύτερο κύμα πολιτικής ανυπακοής αφότου ανέλαβε την εξουσία ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, πριν από μια δεκαετία.