Τι φέρνει ο χειμώνας στο μέτωπο της Ουκρανίας - Οι δύσκολες επιλογές Πούτιν
Ανανεώθηκε:
Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες ο πόλεμος στην Ουκρανία βρισκόταν σε «τέλμα» και ο χειμώνας μάλλον θα συνοδευόταν από ένα εξίσου «παγωμένο» πεδίο μάχης, χωρίς καμία πλευρά να καταγράφει αξιοσημείωτη πρόοδο. Η πρόβλεψη αυτή άλλαξε με την αιφνίδια και επιτυχή ουκρανική αντεπίθεση στο μεγαλύτερο τμήμα του κατεχόμενου Χαρκόβου, η οποία έχει κινητοποιήσει περαιτέρω τους δυτικούς υποστηρικτές του Κιέβου, προκαλώντας την ίδια στιγμή αντιμαχίες στη Μόσχα -και οδηγώντας τον Βλαντιμίρ Πούτιν ενώπιον δύσκολων επιλογών.
Υπό τις νέες συνθήκες, ο ρωσικός στρατός πρέπει τώρα να απαντήσει στο ερώτημα τι είδους δύναμη, και σε ποια διάταξη, μπορεί να ανακτήσει το πλεονέκτημα επί του εδάφους, αφότου η Ουκρανία κατέλαβε περισσότερα εδάφη σε μια εβδομάδα από ό,τι οι ρωσικές δυνάμεις σε πέντε μήνες.
Όπως σημειώνουν οι Τιμ Λίστερ και Βάσκο Κοτόβιο σε ανάλυσή τους στο CNNi, το Κρεμλίνο βρίσκεται ταυτόχρονα αντιμέτωπο με δύσκολες επιλογές: Ο Βλαντιμίρ Πούτιν πρέπει να αποφασίσει εάν θα κηρύξει γενική επιστράτευση για να ενισχύσει τις μονάδες στην Ουκρανία, αλλά και πώς να διαχειριστεί το δημοσιονομικό έλλειμμα -παρόλο που η Ρωσία διαθέτει ιστορικά υψηλά συναλλαγματικά αποθέματα.
Μακριά από το πεδίο της μάχης, ο Πούτιν θα πρέπει να αποφασίσει παράλληλα σε ποιο βαθμό θα επιμείνει στην εργαλειοποίηση του φυσικού αερίου, ενόσω οι κυβερνήσεις της Ευρώπης καταρτίζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης και ετοιμάζονται να δαπανήσουν πολλά χρήματα για να μετριάσουν τις επιπτώσεις της εξαιρετικά περιορισμένης προσφοράς.
Και ένα άλλο πιθανό δίλημμα για τον Πούτιν: Τα πρώτα σημάδια ότι η κινεζική υποστήριξη για την εισβολή, που εξ αρχής δεν ήταν «ολόθερμη», μπορεί να φθίνει.
Ένα πεδίο μάχης που αλλάζει
Η εντυπωσιακή αντεπίθεση της Ουκρανίας στο Χάρκοβο, σε συνδυασμό με προόδους στις μάχες στο νότο, έχουν φέρει το Κρεμλίνο, καθώς και το βαλλόμενο ρωσικό υπουργείο Άμυνας, ενώπιον μίας σειράς από -κακές- επιλογές.
Καθώς πλησιάζει ο χειμώνας, πρέπει να επιλέξουν σε ποιο μέτωπο θα δώσουν προτεραιότητα, καθώς και εάν θα εντείνουν τις προσπάθειες για την εκπλήρωση του δεδηλωμένου στόχου του Πούτιν: Την κατάληψη των περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Οι Ρώσοι κατέχουν σήμερα περίπου το 20% της ουκρανικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας και τμημάτων του νότου.
Η κατάληψη του Ντονέτσκ αποτελεί πλέον μεγαλύτερη πρόκληση για τους Ρώσους. Επτά μήνες πολέμου έχουν καταδείξει τις ελλείψεις στη ρωσική επιμελητεία, η οποία δεν θα γίνει ευκολότερη σε πιο υγρό, ψυχρότερο καιρό.
Μέσα σε λίγες μέρες, η Ρωσία έχασε έναν από τους τρεις άξονες επίθεσης στο Ντονέτσκ. Και στους άλλους δύο δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος από τα τέλη Ιουνίου. Ταυτόχρονα, οι ρωσικές άμυνες στη Χερσώνα υφίστανται αυξανόμενη πίεση, παρά το γεγονός ότι ενισχύονται, μετά την επιτυχή προσπάθεια της Ουκρανίας να διακόψει τον ανεφοδιασμό στον ποταμό Δνείπερο και να στοχεύσει θέσεις διοίκησης και αποθήκες πυρομαχικών.
Ο ρωσικός στρατός δεν διαθέτει άφθονες νέες μονάδες για να «ρίξει» στο πεδίο της μάχης. Το 3ο Σώμα Στρατού που αναπτύχθηκε πρόσφατα αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από τάγματα εθελοντών που στρατολογήθηκαν σε όλες τις ρωσικές περιφέρειες. Άλλες τακτικές ομάδες τάγματος έχουν ανασυσταθεί μετά από μεγάλες απώλειες. Υπάρχουν επίμονες αναφορές για κλονισμό της πειθαρχίας μεταξύ των ρωσικών μονάδων. Η άτακτη υποχώρηση στο Χάρκοβο, όπου και εγκαταλείφθηκαν τεράστιες ποσότητες στρατιωτικού υλικού, είναι απόδειξη γι' αυτό -και για χρόνια προβλήματα διοίκησης που δεν θα διορθωθούν εν μία νυκτί.
Προφανώς, η Ουκρανία έχει χάσει επίσης χιλιάδες στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένων πολλών από τις καλύτερες μονάδες της στο Ντονμπάς. Και οι δυνάμεις πυροβολικού και οι πύραυλοι της Ρωσίας εξακολουθούν να υπερβαίνουν κατά πολύ αυτών της Ουκρανίας. Ωστόσο, η τελευταία δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει αυτή την υπεροχή σε κέρδη επί του εδάφους. Περίπου το 40% του Ντονέτσκ παραμένει υπό ουκρανικό έλεγχο.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν το αναγνώρισε την Παρασκευή, λέγοντας ότι η επιχείρηση στο Ντονμπάς «προχωρά με αργό ρυθμό, αλλά συνεχίζεται». Σταδιακά, ο ρωσικός στρατός καταλαμβάνει νέα εδάφη, είπε ο Ρώσος πρόεδρος.
Και παρά τις φωνές που ακούγονται στη Μόσχα για μία γενική επιστράτευση, αυτό φαίνεται ακόμα απίθανο, όπως προκύπτει και από την πρόσφατη δήλωση Πούτιν ότι «δεν βιαζόμαστε».
Ουκρανική νίκη;
Ορισμένοι παρατηρητές έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται εάν μια ουκρανική νίκη θα ήταν εφικτή. Αυτό εξαρτάται από το πώς ορίζεται η νίκη. Δεδηλωμένη πρόθεση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι είναι να ανακτήσει όλα τα κατεχόμενα εδάφη, καθώς και την Κριμαία.
Ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους, πρώην διευθυντής της CIA και διοικητής των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στο Ιράκ, δήλωσε ότι αναμένει η Ουκρανία να ανακτήσει τα εδάφη που κατέλαβαν οι Ρώσοι από τον Φεβρουάριο και ίσως θα μπορούσε να ανακαταλάβει και την Κριμαία και το Ντονμπάς, υποβοηθούμενη από την αυξανόμενη αντίσταση στις κατεχόμενες περιοχές.
Αλλά αυτό θα πάρει χρόνο και θα απαιτούσε σκληρές μάχες, είπε ο Πετρέους στο CNNi. Εάν αυτός ήταν ο στόχος της Ουκρανίας, οι γραμμές ανεφοδιασμού της θα διασπείρονταν και οι καλύτερες μονάδες της θα «αραίωναν». Ως αποτέλεσμα, οι ουκρανικές δυνάμεις θα ήταν ευάλωτες σε αντεπιθέσεις.
Τελικά, η επιτυχία της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης θα εξαρτηθεί από τη συνεχή και διευρυμένη παροχή δυτικού πολεμικου υλικού. Συναντήσεις σχετικά με τις προμήθειες όπλων στο Κίεβο έχουν προγραμματιστεί τις επόμενες εβδομάδες και θα αποτελέσουν «βαρόμετρο» των προθέσεων της Δύσης. Πάντως τα αποθέματα σε αρκετές χώρες μειώνονται.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά προσεκτικές σχετικά με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία που έχουν βεληνεκές άνω των 80 χιλιομέτρων και ως εκ τούτου θα μπορούσαν να χτυπήσουν βαθιά μέσα στη Ρωσία. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει αποκρούσει τα ουκρανικά αιτήματα για αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλης εμβέλειας ATACMS, που έχουν βεληνεκές έως και 300 χιλιόμετρα.
Ορισμένοι Δυτικοί αξιωματούχοι φοβούνται ότι η ταπείνωση για το Κρεμλίνο μπορεί να προκαλέσει μια απρόβλεπτη αντίδραση -ακόμη και τη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων.
Η πρώην αναπληρώτρια γενική γραμματέας του ΝΑΤΟ, Ρόουζ Γκοτμέλερ, δήλωσε στο BBC προ ημερών: «Ανησυχώ γι' αυτό το είδος σεναρίου αυτή τη στιγμή... Ο στόχος θα ήταν να προσπαθήσουν [οι Ρώσοι] να κάνουν τους Ουκρανούς να συνθηκολογήσουν υπό το φόβο [των πυρηνικών όπλων]».
Τον Φεβρουάριο, την παραμονή της εισβολής, ο Πούτιν προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε χώρα σταθεί εμπόδιο στη Ρωσία θα αντιμετωπίσει «συνέπειες που δεν έχει δει ποτέ στην Ιστορία της».
Πάντως, η Όλγα Ολίκα, διευθύντρια του Προγράμματος Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας στο International Crisis Group, πιστεύει ότι το Κρεμλίνο δεν θα έφθανε σε μία τέτοια κλιμάκωση επειδή «η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής θα προκαλούσε διεθνή αντίποινα, συμπεριλαμβανομένης, πιθανότατα, άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής του ΝΑΤΟ».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, φάνηκε να το επιβεβαιώνει σε συνέντευξή του στην εκπομπή «60 Minutes» του CBS. Προειδοποίησε τον Πούτιν να μην κλιμακώσει περαιτέρω τις μάχες στην Ουκρανία, λέγοντας ότι θα υπάρξουν συνέπειες εάν το Κρεμλίνο χρησιμοποιήσει χημικά ή πυρηνικά όπλα στις μάχες.
«Μην το κάνεις. Μη. Μη. Θα αλλάξεις το πρόσωπο του πολέμου σε σχέση με οτιδήποτε άλλο ακολούθησε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο» δήλωσε. Ερωτηθείς από τον Σκοτ Πέλεϊ ποια θα ήταν η απάντηση των ΗΠΑ εάν η Ρωσία χρησιμοποιούσε χημικό ή πυρηνικό όπλο, ο Μπάιντεν περιορίστηκε να πει ότι θα υπάρξουν συνέπειες.
Άλλοι αναλυτές επισημαίνουν ότι η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων θα είχε περιορισμένα στρατιωτικά οφέλη και ότι ο στρατός θα μπορούσε ακόμη και να αψηφήσει την εντολή του Πούτιν για τη χρήση τους.
«Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ακόμη και πυρηνικά πλήγματα θα επέτρεπαν στη Ρωσία να κάμψει τη βούληση της Ουκρανίας να αντισταθεί», δήλωσε από την πλευρά του ο στρατηγός Βαλέρι Ζαλούζνι, αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας.
Η Ρωσία διαθέτει ούτως ή άλλως ένα βαρύ οπλοστάσιο βαλλιστικών και άλλων πυραύλων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν όχι για να καταγράψουν κέρδη οι δυνάμεις της επί του εδάφους, αλλά για να καταστρέψουν τις υποδομές της Ουκρανίας: Ηλεκτροδότηση, ύδρευση και επικοινωνίες.
Στη ρωσική κρατική τηλεόραση, ειδικοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να καταστραφούν οι υποδομές ενέργειας και ύδρευσης της Ουκρανίας. Και υπήρξαν ενδείξεις ότι οι ρωσικές δυνάμεις έκαναν το τελευταίο διάστημα ακριβώς αυτό -με πυραλικές επιθέσεις σε τροφοδοτικά ρεύματος στο Χάρκοβο και συστήματα ύδρευσης στο Κρύβι Ριχ.
Παρ' όλα αυτά, η πορεία του πολέμου φαίνεται διαφορετική καθώς φθάνει προς το τέλος του ένα έτος που ξεκίνησε με λίγες ελπίδες ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να αντισταθεί στο ρωσικό μεγαθήριο. Αυτό από μόνο του μπορεί να ενδυναμώσει την ευρωπαϊκή υποστήριξη και να δώσει ώθηση στη συνέχιση της στρατιωτικής βοήθειας, παρά τον επερχόμενο σκληρό χειμώνα και τη δυσαρέσκεια για τις υψηλές τιμές ενέργειας.
Το «παιχνίδι» του φυσικού αερίου
Είναι προφανές εδώ και καιρό ότι μέρος της στρατηγικής του Κρεμλίνου είναι να «γονατίσει» την ευρωπαϊκή αποφασιστικότητα για τη στήριξη της Ουκρανίας, βυθίζοντάς την ήπειρο σε ενεργειακή κρίση, και κλείνοντας κυριολεκτικά τις στρόφιγγες του φυσικού αερίου.
Σε ένα φόρουμ στο Βλαδιβοστόκ νωρίτερα αυτό το μήνα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν είπε: «Δεν θα προμηθεύσουμε τίποτα εάν είναι αντίθετο με τα συμφέροντά μας. Ούτε φυσικό αέριο, ούτε πετρέλαιο, ούτε άνθρακα, ούτε μαζούτ, τίποτα».
Εν μέσω αποτυχιών στο πεδίο της μάχης, οι Ίβο Ντάαλντερ και Τζέιμς Λίντσντεϊ γράφουν στο Foreign Affairs ότι «η καλύτερη ελπίδα του Πούτιν -ίσως η μόνη του ελπίδα- είναι ότι η δυτική υποστήριξη στην Ουκρανία θα καταρρεύσει καθώς το κόστος του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των ελλείψεων ενέργειας και των αυξανόμενων τιμών, αρχίζει να χτυπά την ίδια την Ευρώπη».
Οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι 10 φορές υψηλότερες συγκριτικά με ένα χρόνο πριν, με τη Ρωσία να κερδίζει περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια την ημέρα τους πρώτους τρεις μήνες της σύγκρουσης από τις εξαγωγές ενέργειας. Και το καθεστώς κυρώσεων κατά της Ρωσίας θα έχει σημαντικό αντίκτυπο μόνο μακροπρόθεσμα, επειδή η ρωσική οικονομία είναι τόσο αυτόνομη.
Αλλά ο ερχόμενος χειμώνας θα είναι το crash test της ενεργειακής ασφυξίας που επιβάλει η Μόσχα. Αντί να αναζητούν συμβιβασμούς, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι παραχωρήσεις απλώς θα ενθάρρυναν το Κρεμλίνο. Έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν σε μεγάλες δαπάνες για την προστασία των καταναλωτών, και σφυρηλατούν μία πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική για τη μείωση της εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια. Αφού «γύρισαν τον κόσμο» για εναλλακτικούς προμηθευτές, έχουν δημιουργήσει ήδη αποθέματα (στην περίπτωση της Γαλλίας σε περισσότερο από το 90% της χωρητικότητας).
Παρόλο που οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου εξακολουθούν να είναι ανυπόφορα υψηλές, έχουν μειωθεί κατά περίπου ένα τρίτο τις τελευταίες τρεις εβδομάδες.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι το απροσδόκητο κέρδος της Ρωσίας από τις υψηλές τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου μπορεί να έχει κορυφωθεί. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προβλέπει ότι η ρωσική παραγωγή πετρελαίου θα είναι 17% χαμηλότερη έως τον προσεχή Φεβρουάριο σε σύγκριση με την παραγωγή προ του πολέμου, μόλις γίνει αισθητή η πλήρης ισχύς των κυρώσεων της ΕΕ.
Καμία προοπτική διευθέτησης - Ο παράγοντας Κίνα
Οι ενδείξεις που φθάνουν τόσο από τη Ρωσία, όσο και από την Ουκρανία, είναι ότι ετοιμάζονται για έναν μακρύ χειμώνα, αντί να εξερευνούν προοπτικές διευθέτησης.
«Η Ρωσία θα κάνει τα πάντα για να τερματίσει τη σύγκρουση στην Ουκρανία το συντομότερο δυνατό, αλλά το Κίεβο αρνείται να διαπραγματευτεί», δήλωσε ο Πούτιν σε συνάντηση με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι την περασμένη Παρασκευή. Στο μεταξύ, στόχος της Ρωσίας παραμένει «η απελευθέρωση του Ντονμπάς» και δεν υπάρχει και «καμία βιασύνη».
Ωστόσο, ο Ρώσος πρόεδρος αναγνώρισε επίσης τις «ανησυχίες» που έχουν τόσο η Ινδία, όσο και η Κίνα, σχετικά με τη σύγκρουση.
Δεν διέφυγε της προσοχής ότι ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, στην πρώτη του συνάντηση με τον Πούτιν μετά την εισβολή, δεν αναφέρθηκε στην Ουκρανία ονομαστικά, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση από το Πεκίνο. Ορισμένοι παρατηρητές εκτιμούν ότι το Πεκίνο υιοθετεί ανεπαίσθητα μια αποστασιοποιημένη προσέγγιση. Το πώς μπορεί να επιδράσει αυτό στους υπολογισμούς του Πούτιν είναι ακόμη άγνωστο.
Από την πλευρά τους, οι Ουκρανοί ήταν συνεπείς στο να μην διαπραγματευτούν με τη Μόσχα, εκτός εάν και έως ότου ανακτηθούν όλα τα κατεχόμενα εδάφη. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απέρριψε με οργή τις προτάσεις του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ και άλλων ότι η Ουκρανία πρέπει να διαπραγματευτεί για να μην ταπεινώσει τη Ρωσία (ο Κίσινγκερ απέσυρε αργότερα τη δήλωσή του).
Δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης στο πεδίο της μάχης, υπάρχει μικρό κίνητρο για την Ουκρανία να επιδιώξει εκεχειρία, ενώ για το Κρεμλίνο θα είναι δύσκολο να περιγράψει τα αποτελέσματα της «ειδικής στρατιωτικής του επιχείρησης» εάν το ένα τρίτο του Ντονμπάς εξακολουθεί να βρίσκεται στα χέρια της Ουκρανίας.
Ο πρώην διευθυντής της CIA και απόστρατος στρατηγός του αμερικανικού στρατού Ντέιβιντ Πετρέους πιστεύει ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει μια «καταστροφική κατάσταση» στρατιωτικά. Μιλώντας στο CNNi ανέφερε ότι η Ρωσία «κυριολεκτικά ξεμένει από στρατιώτες, πυρομαχικά, τανκ, οχήματα μάχης».
Στρατιωτικός αξιωματούχος του ΝΑΤΟ δήλωσε επίσης στο CNNi πως θεωρεί ότι ο Πούτιν θα πρέπει να επανεξετάσει τη θέση του μέχρι την επόμενη άνοιξη «εάν το ΝΑΤΟ παραμείνει ενωμένο μπροστά στα ενεργειακά προβλήματα του χειμώνα και εάν η Ουκρανία συνεχίσει τον αγώνα. Αλλά δεν θα διαπραγματευτεί νωρίτερα, καθώς ένας κρύος χειμώνας είναι το καλύτερό του όπλο».
Έπειτα όμως, η πλήρης επίδραση των εμπάργκο στη ρωσική ενέργεια από τις δυτικές κυβερνήσεις και την Ιαπωνία, και στην εξαγωγή εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας στη Ρωσία, θα αρχίσει να «δαγκώνει». Η απαγόρευση στις εξαγωγές εξοπλισμού έχει ήδη αρχίσει να επιβαρύνει την παραγωγή όπλων, αναγκάζοντας το ρωσικό στρατό να «ξεσκονίσει» τα όπλα που είχαν αποθηκευτεί.
Η ουκρανική σύγκρουση έχει επιφέρει πολλές εκπλήξεις -και οι προβλέψεις μπορεί να είναι ανόητη υπόθεση. Η τρέχουσα κατάσταση στο πεδίο μάχης υποδηλώνει ότι οι αρχικοί ρόλοι της Ουκρανίας και της Ρωσίας -άμυνα και επίθεση- ενδέχεται να αντιστραφούν τους επόμενους μήνες, ενόσω οι ρωσικές δυνάμεις θα εντείνουν τους βομβαρδισμούς πολιτικών και στρατιωτικών στόχων.