Ευρωπαίοι δικαστές μηνύουν το Συμβούλιο της ΕΕ για το σχέδιο ανάκαμψης της Πολωνίας
Ανανεώθηκε:
Τέσσερις οργανώσεις που εκπροσωπούν ευρωπαίους δικαστές κατέθεσαν μήνυση την Κυριακή κατά του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την απόφασή του να δώσει το «πράσινο φως» στο σχέδιο ανάκαμψης της Πολωνίας, παρά τις συνεχιζόμενες ανησυχίες για το κράτος δικαίου.
Οι ομάδες των δικαστών υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο ενέκρινε το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Βαρσοβίας με τρόπο που αγνοεί τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ και βλάπτει τόσο τους Πολωνούς δικαστές όσο και το ευρωπαϊκό δικαστικό σύστημα.
Τον Ιούνιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέγραψε ένα σχέδιο που θα μπορούσε να επιτρέψει στην Πολωνία να αποκτήσει πρόσβαση σε κονδύλια δισεκατομμυρίων ευρώ για την ανάκαμψη μετά την πανδημική κρίση, εάν επιτύχει μια σειρά από «ορόσημα», συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης ενός αμφιλεγόμενου πειθαρχικού καθεστώτος για τους δικαστές. Και ενώ η Βαρσοβία δεν έχει εκταμιεύσει ακόμη κεφάλαια στο πλαίσιο του σχεδίου, το ίδιο το σχέδιο τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση.
Οι τέσσερις οργανώσεις που μήνυσαν το Συμβούλιο -μεταξύ των οποιίων η Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών και η Ένωση Ευρωπαίων Διοικητικών Δικαστών- δήλωσαν ότι οι στόχοι του σχεδίου είναι προβληματικοί, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Politico.
«Αυτά τα σημεία αναφοράς υπολείπονται του απαιτούμενου για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας της ανεξαρτησίας των δικαστών και του δικαστικού σώματος και αγνοούν τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το θέμα», υποστηρίζουν οι ομάδες σε ανακοίνωσή τους.
Στόχος της αγωγής είναι εν μέρει να αποτρέψει την πρόσβαση της Πολωνίας σε κεφάλαια έως ότου συμμορφωθεί με τις δικαστικές αποφάσεις.
«Ο λόγος για τον οποίο ζητείται η ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου της ΕΕ είναι να γίνει σαφής η αρχή ότι οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το θέμα της ανεξαρτησίας των δικαστικών αρχών πρέπει να εκτελούνται πλήρων και χωρίς καθυστέρηση», αναφέρουν.
«Η απόφαση του Συμβουλίου παραβιάζει αυτή την αρχή, επειδή δεν υπάρχει πλήρης —δηλαδή άνευ όρων— εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης», σημειώνουν.