Κλιματική αλλαγή: Βρετανός προετοιμάζεται για την «Αποκάλυψη» μετατρέποντας πρώην στρατώνα σε φάρμα
Ο Μπεν Γκριν, αποφάσισε να μην αφήσει καμία κρίση της εποχής μας, ούτε την επισιτιστική, να τον βρει απροετοίμαστο. Αν και πρώην εργαζόμενος στον τομέα της πληροφορικής, αποφάσισε να αγοράσει έναν παλιό στρατώνα στη Γερμανία και να ζήσει εκεί με πλήρη αυτονομία, με μοναδική του παρέα τρία γουρουνάκια.
Σύμφωνα με τα όσα εξοολογήθηκε στον Guardian, ο Γκριν έχει αποβάλει από τη ζωή του κάποια άγχη που ταλανίζουν αυτή τη στιγμή σχεδόν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Δεν ανησυχεί ούτε για το αν ο Πούτιν θα αποκόψει την Ευρώπη από το φυσικό αέριο ούτε για ένα ενδεχόμενο νέο κύμα COVID-19 ούτε για την παγκόσμια επισιτιστική κρίση που καραδοκεί -εν μέρη και λόγω κλιματικής αλλαγής.
Όταν, πριν τρία χρόνια, αγόρασε μια έκταση 50 στρεμμάτων ενός έρημου πια στρατώνα στην Ανατολική Γερμανία, ανεξαρτητοποιήθηκε και από την ανάγκη του φυσικού αερίου.
Ο προηγούμενος κάτοχος της έκτασης την είχε μετατρέψει σε υπαίθριο μουσείο με παλιά τανκ για εκθέματα, ενώ είχε φροντίσει για την απεγκατάσταση παροχών νερού και φυσικού αερίου από τα κτίσματα. Ο Γκριν επισκεύασε την οροφή της παλιάς τραπεζαρίας και μόνωσε τα παράθυρα, ώστε η θερμοκρασία εντός του κτιρίου, τη νύχτα, να μην πέφτει κάτω από τους 5°C. Έχει συνηθίσει να κάνει μπάνιο ρίχνοντας στο κεφάλι του κουβάδες με παγωμένο νερό, ενώ μαγειρεύει τα γεύματά του σε στόφα.
Ποιος είναι ο Μπεν Γκριν;
Πρόκειται για ένα 49χρονο Βρετανό, που έχει στο μπράτσο του τατουάζ με τη λέξη «Βίγκαν». Οι αλυσίδες εφοδιασμού που βιώνουν τριγμούς δεν τον επηρεάζουν, αφού τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με τα λαχανικά και τα φρούτα που καλλιεργεί ο ίδιος στις εκτάσεις του. Αν εκπληρωθεί η ευχή του και οι φίλοι του τού πάρουν για δώρο γενεθλίων -όπου να ‘ναι κλείνει τα πενήντα- ένα ελαιοτριβείο, δεν θα χρειάζεται να κάνει ούτε και τη διαδρομή των 6,5 χλμ. με το ποδήλατο μέχρι το πιο κοντινό χωρίο, για να προμηθευτεί λάδι για το μαγείρεμα.
Όταν έρχεται η ώρα και πηγαίνει μέχρι το χωριό, ανανεώνει τα αποθέματά του σε τσάι, καφέ και σοκολάτα, αλλά πρόκειται για «πολυτέλειες» που σε περίπτωση που οι αλυσίδες εφοδιασμού όντως διαρραγούν, θα μπορεί να ζήσει και χωρίς αυτές. Ο κύριος λόγος που αποφασίζει και διανύει αυτή την απόσταση σχετικά τακτικά, δεν είναι άλλος από την ακόρεστη πείνα του Φατ Τόνι, του Μπρανχίλντε Ντεμαγκόγκ και της Μέριλιν Μονρόε, των τριών γουρουνιών του, ράτσας Μαγκαλίτσα.
Ο COVID-19 δεν του προκαλεί ανησυχία, και γιατί έχει εμβολιαστεί δύο φορές (παρά τα εύλογα συμπεράσματα που μπορεί να βγάλουν πολλοί για την αδυναμία του στα θεραπευτικά βότανα), αλλά κυρίως γιατί ζει μόνος του στη μέση του πουθενά, σε ένα κατάφυτο σαξονικό δάσος, όπου σπάνια δέχεται επισκέπτες, ενώ την ακριβή τοποθεσία του δεν την αποκαλύπτει σχεδόν σε κανέναν.
Κάτι που όντως τον ανησυχεί είναι το φετινό ακραίο κύμα καύσωνα και η ξηρασία, που θέτει σε κίνδυνο την προσπάθειά του να γεμίσει το κελάρι του με 100 δοχεία με σάλτσα ντομάτας, 180 κιλά πατάτες και 22 κιλά αποξηραμένα φασόλια. Προμήθειες απαραίτητες για να βγάλει τον χειμώνα.
Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες του φετινού καλοκαιριού, όμως, μπορεί να οδηγήσουν πολλούς στο να αντιγράψουν αυτό το μοντέλο αυτάρκειας πάνω στο οποίο πειραματίζεται ο Γκριν, αν αποφασίσουν ότι θέλουν να τους βρει ετοιμοπόλεμους μια μελλοντική καταστροφή. Μια καταστροφή, που ο Γκριν πιστεύει πως είναι αναπόφευκτη και δεν θα αργήσει να μας χτυπήσει την πόρτα.
«Όταν γεννήθηκα, η αναλογία διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα ήταν 324 προς 1.000.000. Φέτος, αυτός ο αριθμός ανέβηκε σε 420. Η αλλαγή έρχεται και αν δεν είσαι προετοιμασμένος δεν θα σου βγει σε καλό».
«Μπροστά μας δεν έχουμε το τέλος της ανθρωπότητας, αλλά το τέλος του καπιταλισμού», συμπληρώνει, περιγράφοντας την κλιματική κρίση ως το κύριο παρονομαστή πίσω από την πολιτική, την επισιτιστική, την ενεργειακή, αλλά και την υγειονομική κρίση των τελευταίων ετών.
«Η κατάρρευση θα έρθει, και αυτή είναι η χρονιά που θα γίνει πιο αντιληπτή από ποτέ».
Η ζωή σε αναμονή μιας «Αποκάλυψης» δεν είναι πια θέμα μιας μικρής μειονότητας. Βάσει επίσημης, αμερικανικής, κρατικής δημοσκόπησης που διεξήχθη στην αρχή της πανδημίας, το 1/3 των συμμετεχόντων από την Αμερική απάντησε ότι αναμένει να συμβεί μια καταλυτική καταστροφή κατά τη διάρκεια της ζωής τους, που θα αλλάξει τα πάντα. Το 2019, βάσει μιας άλλης δημοσκόπησης, κατεγράφη ότι οι περισσότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες από τη Γαλλία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αμερική, πίστευαν πως τα επόμενα χρόνια θα βιώναμε μια πολιτισμική κατάρρευση.
Των φρονίμων τα παιδιά…
Στην Αμερική, το άγχος μιας κατάρρευσης του συστήματος, γέννησε την τάση των «ετοιμοπόλεμων», με πολλούς να φροντίζουν να έχουν απόθεμα σε τρόφιμα, αλλά και σε όπλα, ώστε να μπορούν να φροντίσουν και να προστατεύσουν τους ίδιους και την οικογένειά τους. Παράλληλα, κατά την πανδημία, οι πωλήσεις και η ζήτηση των υπόγειων καταφυγίων, εκτοξεύτηκαν.
Ο Γκριν, που καταγράφει τη ζωή του ερημίτη στη σελίδα του στο Instagram (Pirate Ben), θεωρεί τον εαυτό του πρωτοπόρο ενός πιο θετικού και ανιδιοτελούς, ευρωπαϊκού αντίστοιχου κινήματος, που ονομάζει «χαρούμενη καταστροφολογία» (happy doomerism).
«Το πρόβλημα με τους “ετοιμοπόλεμους’’ είναι το εξής: Τι θα κάνουν όταν τους τελειώσουν τα φασόλια; Εδώ, ο φόβος (τα όπλα δηλαδή) δεν χωρά».
Ο Γκριν, δεν πιστεύει στην ανάγκη της μείωσης του πληθυσμού, όπως πιστεύουν κάποιοι που τοποθετούν τον εαυτό τους στο μεταίχμιο της ακροδεξιάς και του οικολογικού ακτιβισμού. Αν οι άνθρωποι διατηρήσουν ή χρησιμοποιήσουν και πάλι τη γνώση για το πώς να καλλιεργήσουν βιώσιμα τη γη, πιστεύει ότι οι τροφή θα είναι αρκετή για όλους.
«Προσπαθώ να διατηρήσω ανέπαφη την καλή πλευρά της κοινωνίας μας, για όταν έρθει η στιγμή».
Τα τρία γουρουνάκια
Ο Γκριν, αποφάσισε να σώσει τα τρία γουρούνια που έχει στις εκτάσεις του από ένα σφαγείο. Ήταν μια πράξη αλτρουισμού, την οποία, οι τρεις σύντροφοί του, δεν φαίνεται να θέλουν να του την ξεπληρώσουν. Η πείνα τους είναι ακόρεστη, και θα μπορούσαν να καταναλώνουν όλη μέρα μούσλι ανακατεμένο με άχυρα και το μπαγιάτικο ψωμί που τους φέρνει ο Γκριν από το κοντινό χωριό. Και οι διατροφικές τους απαιτήσεις είναι και το μόνο που σταματά τον Γκριν από το να ζήσει μια ζωή με απόλυτη αυτάρκεια και ανεξαρτησία.
«Τα γουρούνια ήταν η χειρότερη απόφαση που πήρα ποτέ μου», ήταν τα λόγια του ενώ χάιδευε τη λασπωμένη ράχη του Τόνι. «Ήταν χαζομάρα, κάτι που αποδείχθηκε μοιραίο για τους αρχικούς μου στόχους».
Παραδέχεται ότι το να τα φάει, μάλλον θα ήταν και η πιο λογική απόφαση, αλλά όπως εξομολογήθηκε αμέσως μετά, «Αυτό είναι κάτι που δεν πρόκειται να γίνει ποτέ».
H καθημερινότητα
Ο Γκριν, για να διατηρήσει αυτόν τον τρόπο ζωής, σηκώνεται καθημερινά στις 6 το πρωί, ταΐζει τα γουρούνια του, φροντίζει το μποστάνι, κουρεύει το γκαζόν, ταΐζει και πάλι τα γουρούνια του, και πέφτει για ύπνο ανελλιπώς στις 10 το βράδυ, κάθε βράδυ.
Αυτή η πειθαρχεία, απαιτεί να αναγνωρίζει κανείς τι είναι λάθος και τι σωστό. Την ευθύνη για την κλιματική αλλαγή, δεν την αποδίδει μόνο «σε κάποιους ισχυρούς ανθρώπους», αλλά και σε όλους όσοι έβαλαν κι εκείνοι το λιθαράκι τους στη διατήρηση μιας καταστροφικής για την πλανήτη βιομηχανίας.
«Όποιος εργάστηκε ποτέ σε εταιρεία ορυκτών καυσίμων, σε οποιοδήποτε πόστο, θα πρέπει να διωχθεί για γενοκτονία. Όλοι. Από τους γραμματείς μέχρι τον CEO της εταιρείας».
Ο δρόμος μέχρι εδώ
Τρία χρόνια νωρίτερα, πριν μετακομίσει στον στρατώνα του στο σαξονικό δάσος, ο Γκριν έμενε στο Μπέρμινχαμ και είχε χαράξει μια επιτυχημένη πορεία στον κλάδο της Πληροφορικής. Δούλεψε στην Αυστρία, την Ισπανία, το Λονδίνο και το Βερολίνο, όμως το τέλος ήρθε στη Ζυρίχη, όταν και απολύθηκε από την τελευταία του δουλειά το 2018.
Με την αποζημίωσή του και τις οικονομίες του αγόρασε τον στρατώνα στην ανατολική Γερμανία.
Αν και γνωρίζει αρκετά καλά τη γερμανική γλώσσα, η επιλογή της τοποθεσίας βασίστηκε σε πρακτικούς και οικονομικούς λόγους, κι όχι σε κάποια ιδιαίτερη αδυναμία στη συγκεκριμένη χώρα.
«Θες να είσαι όσο πιο βόρεια γίνεται για να αποφύγεις τη ζέστη, και όσο πιο νότια γίνεται για να έχεις αρκετό ήλιο για τις καλλιέργειές σου».
Πολλοί που αποσκοπούν σε έναν τέτοιο τρόπο ζωής ιδρύουν τέτοιες κοινότητες στην Ισπανία και την Πορτογαλία, κάτι που ο Γκριν χαρακτηρίζει «μια τρέλα», λόγω των διαρκώς αυξανόμενων θερμοκρασιών.
Ο Γκριν, θέλει να δώσει το καλό παράδειγμα, ώστε να τον ακολουθήσουν κι άλλοι σε αυτό το εγχείρημα. Βέβαια, μέχρι στιγμής, το κίνημα μετρά έναν ακόλουθο. Αρχικά, τον βοήθησαν κάποιοι εθελοντές σε εργασίες που έπρεπε να γίνουν για να έχει την αυτονομία του, αλλά σε γενικές γραμμές, αυτό του το ταξίδι γίνεται σόλο. Ένας «νόμος» που έχει επιβάλει είναι η απαγόρευση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, κάτι που αποσκοπεί στο να κρατά μακριά τους... λιπόψυχους.
«Ο πρώτος νέος ακόλουθος θα πρέπει να είναι πολύ ιδιαίτερος. Θα πρέπει να πιστεύει σε όλο αυτό περισσότερο και από εμένα τον ίδιο».
Όποιος ενδιαφέρεται να γίνει ο νέος σύντροφος και συνοδοιπόρος του Γκριν σε αυτό το ταξίδι, θα πρέπει να πληρώσει 3,500 € και θα μπει σε λίστα αναμονής. Αν και, όπως λέει ο ίδιος, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα γίνει και αποδεκτός. Ήδη, ένας άνθρωπος έχει καταβάλει το απαιτούμενο ποσό.
Επιμέλεια - Νοηματική απόδοση: Ιωάννα Ζέρβα