ΚΟΣΜΟΣ

Η πρόκληση της Κίνας: Συνομιλία Τζο Μπάιντεν - Σι Τζινπίνγκ προαναγγέλλει ο Λευκός Οίκος

Η πρόκληση της Κίνας: Συνομιλία Τζο Μπάιντεν - Σι Τζινπίνγκ προαναγγέλλει ο Λευκός Οίκος
Δεν διευκρινίζεται ακόμη η μορφή ή η ημερομηνία της συνομιλίας AP Photo/Alex Brandon, Eraldo Peres, File

Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ «θα έχουν την ευκαιρία να έχουν μια ανταλλαγή απόψεων μέσα στις επόμενες εβδομάδες», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Τζέικ Σάλιβαν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της G7 στη Γερμανία.

Χωρίς να διευκρινίζει τη μορφή ή την ημερομηνία της μελλοντικής συνομιλίας, ο Τζέικ Σάλιβαν διαβεβαίωσε ότι τόσο σε επίπεδο της G7, καθώς και σε αυτό του ΝΑΤΟ, υπήρχε «πάντα περισσότερη σύγκλιση σχετικά με τις προκλήσεις» που συνδέονται με τις κινεζικές φιλοδοξίες.

Εντούτοις, ο Αμερικανός σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας τόνισε ότι «ο ανταγωνισμός δεν σημαίνει αντιπαράθεση», σε περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων είναι ιδιαίτερα τεταμένες, είτε για τον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε για την Ταϊβάν, είτε για οικονομικά θέματα.

Όπως ανέφερε τα κράτη της Δύσης δεν επιδιώκουν την αντιπαράθεση με την Κίνα ή να χωρίσουν τον κόσμο σε αντίπαλα μπλοκ, αλλά επιθυμούν να διασφαλίσουν ότι η Κίνα και άλλες χώρες τηρούν ένα σύνολο «οδικών κανόνων» που είναι δίκαιοι, κατανοητοί και συμφωνημένοι από όλους.

G7: Επενδύσεις 600 δισ. ευρώ κόντρα στην επιρροή της Κίνας

Η G7 υιοθέτησε, κατόπιν πρωτοβουλίας των Ηνωμένων Πολιτειών, τεράστιο πρόγραμμα επενδύσεων ύψους 600 δισ. δολαρίων για τις αναπτυσσόμενες χώρες με επιδίωξη να αποκρούσει την επιρροή της Κίνας.

«Στόχος είναι η ενίσχυση των υποδομών παγκοσμίως», δήλωσε από τη Βαυαρία ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και διευκρίνισε ότι τα κεφάλαια θα προέλθουν τόσο από δημόσιες όσο και από ιδιωτικές πηγές και οι ΗΠΑ θα συνεισφέρουν 200 δισ. δολάρια.

«Το επενδυτικό πρόγραμμα έχει ως στόχο να μετριάσει την παγκόσμια ανισότητα και τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία και της πανδημίας», προσέθσε ο Γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, και σημείωσε ότι πρόκειται για πρωτοβουλία του Αμερικανού προέδρου.

Οι συγκεκριμένες επενδύσεις, σύμφωνα με τον κ. Μπάιντεν, θα πρέπει να προωθούν την προστασία του κλίματος π.χ. με την εγκατάσταση νέων ηλιακών σταθμών στην Αγκόλα, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας, αλλά θα πρέπει ακόμη να λαμβάνουν υπ' όψιν τη σημασία των συστημάτων υγείας και της ψηφιακής μετάβασης και την ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Οι επενδύσεις, στις οποίες θα συνεισφέρουν και άλλα κράτη, όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία και η Γαλλία, «θα προσφέρουν επίσης για πολλά κράτη εναλλακτικές λύσεις από τα κινεζικά έργα υποδομής, όπως τον 'Νέο Δρόμο του Μεταξιού'», ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Αυτά «δείχνουν την ενότητα της Ομάδας των Επτά», σημείωσε ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της πρωτοβουλίας στο περιθώριο της συνόδου κορυφής.

Από πλευράς της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε πως η Ευρώπη θα κινητοποιήσει 300 δισ. ευρώ ιδιωτικής και δημόσιας χρηματοδότησης κατά τα επόμενα πέντε για την υλοποίηση έργων υποδομής στις αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο της «Σύμπραξης για τις Παγκόσμιες Υποδομές».

«Εναπόκειται σε εμάς να δώσουμε μία θετική και ισχυρή επενδυτική ώθηση στον κόσμο για να δείξουμε στους εταίρους μας στον αναπτυσσόμενο κόσμο ότι έχουν επιλογή και ότι έχουμε την πρόθεση να ενισχύσουμε την αλληλεγγύη μας για να εκπληρώσουμε τις αναπτυξιακές τους ανάγκες», υπογράμμισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Η «Σύμπραξη για τις Παγκόσμιες Υποδομές» θα πρέπει σύμφωνα με τις ΗΠΑ «να παράγει ποιοτικές και αειφόρες υποδομές». Οι Ηνωμένες Πολιτείες μόνες τους υπολογίζουν να κινητοποιήσουν 200 δισ. δολάρια σε διάστημα πέντε ετών στο πλαίσιο του προγράμματος.

Αλλά και μόνο η χρήση του όρου «κινητοποίηση» σημαίνει ότι η Ουάσινγκτον υπολογίζει να εξασφαλίσει αυτό το ποσόν μέσω δανείων, δημόσιας χρηματοδότησης και ιδιωτικής χρηματοδότησης που θα διασφαλισθεί με την ενθάρρυνση της αμερικανικής κυβέρνησης.

Οι Δυτικοί επιθυμούν να απαντήσουν στην Κίνα η οποία έχει επενδύσει μαζικά σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες για την κατασκευή έργων υποδομής, στο πλαίσιο του προγράμματος «Νέοι Δρόμοι του Μεταξιού» ή για την διασφάλιση πρόσβασης σε ορισμένες πρώτες ύλες.

Το Πεκίνο κατηγορείται ότι υλοποιεί αυτά τα προγράμματα μέσω μη προνομιακών, έως επικίνδυνων, δανείων προς τις ενδιαφερόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, επιβαρύνοντας περαιτέρω τα προβλήματα χρέους των ευάλωτων αυτών κρατών.

Η κινεζική επίθεση «υπάρχει εδώ και χρόνια και έχει μεταφρασθεί σε πλήθος χορηγήσεων ρευστού και σε σειρά επενδύσεων», σχολιάζει αξιωματούχος του Λευκού Οίκου, επισημαίνοντας ότι «ακόμη δεν είναι πολύ αργά» για την πρωτοβουλία της G7.

«Πολλές χώρες που έχουν λάβει πόρους ή επενδύσεις στο πλαίσιο του κινεζικού προγράμματος συνειδητοποιούν πλέον, πολλά χρόνια μετά, ότι είναι περισσότερο χρεωμένες, ότι το ΑΕΠ τους δεν έχει αυξηθεί σημαντικά, ότι οι ονομαζόμενες επενδύσεις δεν έχουν αγγίξει τους πληθυσμούς τους», ανέφερε ο ίδιος.

Η υποσαχάρια Αφρική θα αποτελέσει ξεκάθαρα ύψιστη προτεραιότητα» της Σύμπραξης που θα υλοποιήσει η G7 δήλωσε ο Αμερικανός αξιωματούχος, διαβεβαιώνοντας ότι η κεντρική Αμερική, η νοτιοανατολική Ασία και η κεντρική Ασία είναι επίσης «πολύ σημαντικές περιοχές».