«Φωτιές» με την Κίνα ανάβει ο Μπάιντεν για την Ταϊβάν
Ανανεώθηκε:
Εν μέσω του ήδη «ηλεκτρισμένου» γεωπολιτικού περιβάλλοντος, ως συνέπεια της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στο προσκήνιο έρχεται και το εξίσου φλέγον ζήτημα της Ταϊβάν κατόπιν της δήλωσης του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υπερασπιστούν στρατιωτικά τη νήσο σε περίπτωση κινεζικής εισβολής.
Δεν ήταν ούτε η πρώτη φορά που ο Τζο Μπάιντεν απομακρύνθηκε από την μακρόχρονη πολιτική της «στρατηγικής ασάφειας» -που έγκειται στο να μην «προαναγγέλλει» η Ουάσινγκτον τη μορφή αντίδρασής της σε περίπτωση κινεζικής στρατιωτικής δράσης κατά της Ταϊβάν-, αλλά ούτε και η πρώτη φορά που ο Λευκός Οίκος, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο έσπευσαν ακολούθως να μετριάσουν τη βαρύτητα των δηλώσεων Μπάιντεν και να αποσαφηνίσουν πως δεν αντικατοπτρίζουν αλλαγή πολιτικής έναντι του Πεκίνου.
Για την ακρίβεια πρόκειται για την τρίτη φορά τους τελευταίους μήνες που ο Αμερικανός πρόεδρος εμφανίζεται να αποκαλύπτει τις προθέσεις του. Και αυτή τη φορά η δήλωση Μπάιντεν ήλθε εν μέσω του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία, με τον οποίο άλλωστε παραλλήλισε ενδεχόμενη κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν για να «δείξει» ουσιαστικά πως στην περίπτωση της Ταϊβάν προτίθεται να «φθάσει» εκεί που δεν έφθασε με την Ουκρανία -σε αμερικανικές «μπότες» στο έδαφος της νήσου.
Προς αποφυγή του ορατού ενδεχόμενου ενός τρίτου παγκόσμιου πολέμου, ο Τζο Μπάιντεν έχει αρνηθεί ευθεία στρατιωτική ανάμειξη στο μέτωπο της Ουκρανίας, είτε με την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων, είτε με την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων όπως κατ' επανάληψη ζητούσε από την έναρξη της εισβολής το Κίεβο. Οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει δισεκατομμύρια δολάρια σε βαρύ οπλισμό στην Ουκρανία για την άμυνά της έναντι της Ρωσίας, αλλά δεν στέλνουν στρατεύματα.
Ωστόσο, ο Μπάιντεν υποδεικνύει ότι η στάση της Ουάσινγκτον σε πιθανή κλιμάκωση στην Ταϊβάν μπορεί να είναι διαφορετική.
«Δεν θέλατε να εμπλακείτε στρατιωτικά στη σύγκρουση στην Ουκρανία για προφανείς λόγους. Προτίθεστε να εμπλακείτε στρατιωτικά για να υπερασπίσετε την Ταϊβάν εάν χρειαστεί;» ήταν το ερώτημα δημοσιογράφου κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από κοινού ο Αμερικανός πρόεδρος με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό, Φούμιο Κουσίντα, κατόπιν συνάντησής τους στο Τόκιο.
«Ναι» ήταν η απάντηση Μπάιντεν. Ο δημοσιογράφος επανήλθε. «Είστε; [σ.σ. όντως;]» ρώτησε τον Αμερικανό πρόεδρο για να λάβει την απάντηση: «Αυτή είναι η δέσμευση που έχουμε αναλάβει». Διευκρινίσεις δεν δόθηκαν, όμως η ευθεία δήλωση Μπάιντεν -για μια ακόμη φορά χωρίς τη συναίνεση του επιτελείου του- ενέχει σαφώς μεγάλη βαρύτητα δεδομένου ότι το δημοσιογραφικό ερώτημα τέθηκε σε αντιπαραβολή με τη στάση που έχουν τηρήσει οι ΗΠΑ στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Δεν είναι αποδεκτή «η ιδέα ότι [η Ταϊβάν] θα μπορούσε να καταληφθεί διά της βίας», είπε ο Μπάιντεν, τονίζοντας ότι θα διαταρασσόταν ολόκληρη η περιοχή, και δίνοντας έμφαση παράλληλα στο γεγονός ότι ίδια η Ρωσία πρέπει να καταβάλλει επί μακρόν τίμημα για τις ενέργειές της.
«Και ο λόγος που το λέω αυτό είναι ότι εάν τελικά έπειτα από όσα έχει κάνει ο Πούτιν υπάρξει μία προσέγγιση [...] μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων, και αυτές οι κυρώσεις δεν διατηρηθούν με πολλούς τρόπους, τότε τι μήνυμα στέλνει αυτό στην Κίνα σχετικά με μία απόπειρα να καταλάβει την Ταϊβάν με τη βία;» ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ για να υπογραμμίσει πως η Κίνα «φλερτάει ήδη με τον κίνδυνο» με την αεροπορία της να πετά τόσο κοντά στην Ταϊβάν επιχειρώντας ελιγμούς.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί στην υποστήριξη της πολιτικής της Μίας Κίνας [...] Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα έχει τη δικαιοδοσία να χρησιμοποιήσει βία για την κατάληψη της Ταϊβάν» σημείωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας σε κάθε περίπτωση πως δεν αναμένει ότι θα υπάρξει ανάλογη απόπειρα.
Αναλυτές δεν ανέμεναν στην καίριας σημασίας επίσκεψη Μπάιντεν στην Ασία -που στοχεύει ακριβώς στον περιορισμό της επιρροής της Κίνας- κάποια στροφή ως προς την πολιτική στην Ταϊβάν, ενώ και οι συνεργάτες του φάνηκε να αιφνιδιάστηκαν κατά τη συνέντευξη Τύπου, με ορισμένους να χαμηλώνουν το βλέμμα μετά την απάντηση του Αμερικανού προέδρου.
Μόλις μέσα σε λίγα λεπτά ακολουθήσαν οι αποσαφηνίσεις, με αξιωματούχο του Λευκού Οίκου να δηλώνει ότι δεν υπάρχει αλλαγή στην πολιτική των ΗΠΑ, σημειώνοντας πως ο Αμερικανός πρόεδρος «επανέλαβε την πολιτική της 'Μίας Κίνας' και τη δέσμευσή μας στην ειρήνη και την σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν, καθώς και τη δέσμευσή μας βάσει του Νόμου για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν να παρέχουμε στην Ταϊβάν τα στρατιωτικά μέσα για να αμυνθεί».
Ο ίδιος ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Λόιντ Όστιν, διαβεβαίωσε με τη σειρά του ότι «δεν έχει αλλάξει» η πολιτική της «Μίας Κίνας» που ακολουθούν οι ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν. «Όπως είπε ο πρόεδρος, η πολιτική της 'Μίας Κίνας' δεν άλλαξε. Επανέλαβε αυτήν την πολιτική και τη δέσμευσή μας για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον πορθμό της Ταϊβάν» δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο Πεντάγωνο.
Κινεζική οργή και προειδοποιήσεις
Η Ταϊβάν από πλευράς της καλωσόρισε τις δηλώσεις Μπάιντεν, ενώ ως ήταν αναμενόμενο η Κίνα αντέδρασε οργισμένα λέγοντας ότι «οι ΗΠΑ παίζουν με τη φωτιά» και δεν θα επιτραπεί σε καμία εξωτερική δύναμη να αναμειχθεί στις «εσωτερικές της υποθέσεις» της χώρας.
«Σε ό,τι αφορά την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και άλλα κρίσιμα ζητήματα, η Κίνα δεν αφήνει κανένα περιθώριο για συμβιβασμούς ή παραχωρήσεις» δήλωσε ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών αμέσως μετά τη δήλωση Μπάιντεν, διαμηνύοντας πως ουδείς πρέπει να υποτιμά την αποφασιστικότητα της Κίνας να αμυνθεί «με τη δύναμη του πληθυσμού της του 1,4 εκατ. κατοίκων».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες «χρησιμοποιούν το χαρτί της Ταϊβάν για να αναχαιτίσουν την Κίνα και θα καούν οι ίδιες» δήλωσε εν συνεχεία ο εκπρόσωπος του κινεζικού γραφείου Υποθέσεων της Ταϊβάν στο Συμβούλιο του Κράτους, Ζου Φενγκλίαν, σύμφωνα με το πρακτορείο Xinhua.
Βάσει της μακρόχρονης πολιτικής των ΗΠΑ, η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει επίσημα μόνο την κυβέρνηση της Κίνας και δεν διατηρεί επίσημους διπλωματικούς δεσμούς με την Ταϊβάν· διατηρεί όμως ντε φάκτο πρεσβεία στην Ταϊπέι, παράσχει στρατιωτικό εξοπλισμό για την άμυνα της Ταϊβάν, και βάσει του νομοσχεδίου που έχουν συνυπογράψει οι ΗΠΑ καλούνται να παράσχουν στη νήσο τα μέσα για να αμυνθεί.
Οι 23 εκατομμύρια κάτοικοι της Ταϊβάν ζουν υπό τη διαρκή απειλή εισβολής της Κίνας, η οποία θεωρεί το δημοκρατικά διοικούμενο νησί ως «ιερή» επαρχία της, προορισμένη προς επανένωση, ακόμη και διά της βίας. Σταθερά το Πεκίνο απειλεί με προσφυγή στη βία εάν η νήσος ανακηρύξει επισήμως την ανεξαρτησία της, ενώ έχει απειλήσει και τις ίδιες τις ΗΠΑ με πόλεμο εάν ενθαρρύνουν την ανεξαρτησία της νήσου.
H αντιμετώπιση μίας ολοένα και πιο επεκτακτικής και παρεμβατικής Κίνας αποτελεί διακηρυγμένη προτεραιότητά της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η παρουσίαση περιφερειακού εμπορικού συμφώνου κατά την επίσκεψή του στο Τόκιο, με ζητούμενο να καταδειχθεί η δέσμευση των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και να επανέλθει η σταθερότητα στο εμπόριο που έχει διαταραχθεί εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Το σύμφωνο εκλαμβάνεται ως απόπειρα Μπάιντεν να ασκήσει οικονομική επιρροή στην περιοχή πέντε χρόνια αφότου ο προκάτοχός του στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, αποχώρησε από την εμπορική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου Ασίας-Ειρηνικού.