Κορωνοϊός - Pfizer: το χάπι Paxlovid δεν αποτρέπει τη μόλυνση από τον ιό
Ανανεώθηκε:
Μεγάλη κλινική δοκιμή έδειξε ότι το αντιικό χάπι Paxlovid δεν αποδείχθηκε αποτελεσματικό στην αποτροπή της μόλυνσης από τον κορωνοϊό ανθρώπων που διέμεναν με κάποιον ο οποίος είχε εκτεθεί στον ιό, ανακοίνωσε η φαρμακευτική εταιρεία Pfizer την Παρασκευή.
Στη δοκιμή συμμετείχαν 3.000 ενήλικες που είχαν επαφή με μέλος της οικογενείας τους το οποίο εμφάνιζε συμπτώματα της Covid-19 και είχε προηγουμένως διαγνωστεί θετικό στον κορωνοϊό. Σε ορισμένους χορηγήθηκε το Paxlovid για 5 ή 10 ημέρες και στους υπόλοιπους ένα εικονικό φάρμακο (placebo).
Όσοι έλαβαν την πενθήμερη αγωγή διαπιστώθηκε ότι είχαν 32% λιγότερες πιθανότητες να μολυνθούν σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν το εικονικό φάρμακο. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 37% σε όσους έλαβαν την δεκαήμερη αγωγή. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν θεωρούνται σημαντικά από στατιστικής πλευράς και επομένως ενδέχεται να ήταν τυχαία.
Η Pfizer ανέφερε ότι τα δεδομένα ασφαλείας στην κλινική δοκιμή ήταν ανάλογα με αυτά προηγούμενων μελετών, οι οποίες είχαν δείξει ότι τα χάπια ήταν αποτελεσματικά σε ποσοστό 90% σε ό,τι αφορά την πρόληψη της νοσηλείας ασθενών με Covid-19 που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου, εφόσον χορηγηθούν επί πέντε ημέρες λίγο μετά την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων.
«Αν και είμαστε απογοητευμένοι από την έκβαση της συγκεκριμένης μελέτης, αυτά τα αποτελέσματα δεν επηρεάζουν τα ισχυρά δεδομένα για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια που παρατηρήσαμε στην προηγούμενη δοκιμή μας για τη θεραπεία ασθενών με Covid-19… και είμαστε στην ευχάριστη θέση να βλέπουμε την αυξανόμενη χρήση του Paxlovid σε αυτές τις (ευάλωτες) ομάδες του πληθυσμού, σε παγκόσμιο επίπεδο», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά.
Η Pfizer σημειώνει ότι το Paxlovid, το οποίο αποτελείται από δύο διαφορετικά αντιικά φάρμακα, είναι επί του παρόντος εγκεκριμένο ή αδειοδοτημένο για χρήση υπό όρους ή σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης σε περισσότερες από 60 χώρες, για τη θεραπεία ασθενών με Covid-19 που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου.