ΚΟΣΜΟΣ

Το χρονικό των Panama Papers

Το χρονικό των Panama Papers
Άποψη της πόλης του Παναμά REUTERS

Η μεγαλύτερη διαρροή οικονομικών στοιχείων της ιστορίας ξεκίνησε με ένα ανώνυμο μήνυμα προς τη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung πριν από περίπου ένα χρόνο.

Αφότου έγινε η πρώτη επαφή της εφημερίδας με την ανώνυμη πηγή, στη συνέχεια παρέδωσαν όλα τα αρχεία για διεξαγωγή έρευνας στη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), ένας οργανισμός που εδρεύει στην Ουάσινγκτον και ο οποίος έχει συντονίσει αρκετές μεγάλες διασυνοριακές έρευνες που είχαν σχέση με τεράστιες ποσότητες οικονομικών δεδομένων.

Τα Panama Papers είναι μια πρωτοφανής διαρροή 11,5 εκατομμυρίων αρχείων, από δεδομένα της τέταρτης μεγαλύτερης offshore εταιρείας του κόσμου, της Mossack Fonseca.

Ο ρεπόρτερ της Süddeutsche Zeitung, Μπάστιαν Ομπερμάγιερ (Bastian Obermayer), αναφέρει στο Wired ότι η ανώνυμη πηγή επικοινώνησε μαζί του με κρυπτογραφημένη συνομιλία, θέλοντας να του προσφέρει στοιχεία που «δημοσιοποιούν οικονομικά εγκλήματα». Η πηγή προειδοποίησε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο αλλά υπάρχει πρόθεση να επικοινωνήσει μόνο μέσω κρυπτογραφημένων καναλιών και όχι επίσημα. «Για πόσα δεδομένα μιλάμε;», ρώτησε αρχικά ο δημοσιογράφος;

«Περισσότερα από όσα έχεις δει ποτέ στη ζωή σου», απάντησε η πηγή. Στη συνέχεια, ερχόντουσαν τακτικά σε επικοινωνία μέσω εφαρμογών που χρησιμοποιούν κωδικούς επικοινωνίας, όπως το Signal και το Threema. Κάθε φορά που επικοινωνούσαν, χρησιμοποιούσαν συνθηματικά όπως φράσεις και ερωτήσεις του τύπου «Είναι αστείο;», «Βρέχει στο φεγγάρι», ή οτιδήποτε άλλο που δεν έβγαζε νόημα.

«Η πηγή δεν ήθελε ούτε οικονομική αποζημίωση, ούτε οποιοδήποτε άλλο αντάλλαγμα, εκτός από μερικά μέτρα ασφαλείας», αναφέρει ο ρεπόρτερ. Ένα δίκτυο περίπου 400 δημοσιογράφων σε 80 χώρες συνεργάστηκαν για μήνες, ερευνώντας τα έγγραφα. Τα μέσα ενημέρωσης που συμμετέχουν είναι η εφημερίδα Guardian και το BBC στη Μ. Βρετανία, η El Confidencial στην Ισπανία, η Le Monde στη Γαλλία, το Falter και το ORF στην Αυστρία, η Sonntagszeitung στην Ελβετία και η L'Espresso στην Ιταλία.

Το ICIJ συγκέντρωσε μια μεγάλη ομάδα δημοσιογράφων και ειδικών για να βοηθήσουν στη διείσδυση και ερμηνεία των δεδομένων. Δημιούργησε εξελιγμένα συστήματα πληροφορικής που συναγωνίζονται εκείνα των μυστικών υπηρεσιών για να φιλτράρει τα τεράστια αρχεία που κατείχαν.

Το 2013, ένα από τα ανώτερα στελέχη της ICIJ, ο Αυστραλός δημοσιογράφος Τζέραρντ Ράιλ (Gerard Ryle) έλαβε μέσω ταχυδρομείου έναν σκληρό δίσκο υπολογιστή, που περιείχε εκατομμύρια αρχεία τα οποία σχετίζονταν με υπεράκτιες εταιρείες και τραστς.

Ήταν μια συγκλονιστική ποσότητα μυστικών δεδομένων. Ο όγκος και η πολυπλοκότητα τους σήμαινε ότι οι δημοσιογράφοι δεν θα μπορούσαν να τα εξετάσουν όλα στο χέρι. Μέσω του δικτύου των μέσων μαζικής ενημέρωσης διαχωρίστηκαν τα δεδομένα σε ομάδες δημοσιογράφων, οι οποίοι ασχολήθηκαν με τις φορολογικές υποθέσεις των πλουσίων και ισχυρών ατόμων που συμπεριλαμβάνονταν στη λίστα.

Τα έγγραφα καταγγέλλουν τους τρόπους με τους οποίους διάφοροι κροίσοι εκμεταλλεύονται τις υπεράκτιες εταιρείες για να αποφύγουν την καταβολή των φόρων τους. Μάλιστα, ανάμεσα στους 143 πολιτικούς βρέθηκαν δώδεκα αρχηγοί κρατών κυβερνήσεων, οι οικογένειές τους και κοντινά πρόσωπα που χρησιμοποιούν τους φορολογικούς παραδείσους για το συμφέρον τους.

Ένα άτομο, που φαίνεται να είχε καταχραστεί τη φορολογική νομοθεσία, είναι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν (Vladimir Putin), που φέρεται με καταθέσεις ύψους 2 δισ. δολαρίων. Ένας ακόμα Ρώσος, ο τσελίστας και στενός φίλους του Πούτιν, Σεργκέι Ρολντούγκιν (Sergei Roldugin), έχει αποκρύψει και αυτός χρήματα από τις αρχές της Ρωσίας. Κάποια από αυτά τα ποσά φαίνεται, μάλιστα, να καταλήγουν σε ένα χιονοδρομικό κέντρο, στο οποίο η κόρη του Ρώσου προέδρου είχε τελέσει τον γάμο της το 2013.

Ανάμεσα στους υψηλόβαθμους πολιτικούς βρίσκεται στη λίστα και ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ναουάζ Σαρίφ (Nawaz Sharif), ο πρώην πρωθυπουργός και τωρινός αντιπρόεδρος του Ιράκ Άγιαντ Αλάουι (Ayad Allawi), ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο (Petro Poroshenko), ο γιός του αιγύπτιου προέδρου Αλά Μουμπάρακ (Alaa Mubarak) και ο πρωθυπουργός της Ισλανδίας Σιγκμούντουρ Γκουνλάουγκσον (Sigmundur Davíð Gunnlaugsson).

Τι είναι η Mossack Fonseca

Πρόκειται για μια εταιρεία του Παναμά, που με βάση της το νόμο έχει ενσωματώσει εταιρείες υπεράκτιων δικαιοδοσιών, σε συνεργασία με τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους.

Διαχειρίζεται αυτές τις εταιρείες με μια ετήσια συνδρομή, ενώ άλλες υπηρεσίες της περιλαμβάνουν και τη διαχείριση πλούτου, σύμφωνα με την Guardian.

Η εταιρεία του Παναμά, είναι μια παγκόσμια επιχείρηση που στο δίκτυό της εργάζονται 600 άτομα, σε 42 χώρες. Λειτουργεί σε φορολογικούς παραδείσους όπως η Ελβετία, η Κύπρος, οι Παρθένες Νήσοι, το Τζέρσει και τη Νήσο του Μαν. Συνεργάζεται, συγκεκριμένα, με 300.000 εταιρείες και έχει ισχυρό δεσμό με το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο τουλάχιστον οι μισές εταιρείες του έχουν φοροαπαλλαγές, όπως και το ίδιο το κράτος της Βρετανίας.

Είναι παράνομες οι καταθέσεις σε τέτοιου είδους εταιρείες;

Τα έγγραφα δεν υποδεικνύουν απαραίτητα παράνομη δραστηριότητα. Αλλά, οι εταιρείες–κελύψη και οι offshore λογαριασμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καλύψουν την προέλευση οικονομικών συναλλαγών και ιδιοκτησίας. Τα έγγραφα περιλαμβάνουν ανθρώπους και εταιρείες τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν βάλει σε μαύρη λίστα, εξαιτίας εμπορίου ναρκωτικών και συνδέσεων με την τρομοκρατία, σύμφωνα με το ICIJ. Επιχειρηματίες από τη Ρωσία και την Ουκρανία, τυπικά καταθέτουν τις περιουσίες τους στις offshore εταιρείες για να τις προστατέψουν από εγκληματικές δράσεις , την οικονομική αστάθεια, αλλά και για κληρονομικούς λόγους.

Ένας από τους μάνατζερ της εταιρείας ανέφερε σε δημοσιογράφο του The Intercept: «Οι άνθρωποι θεωρούν ότι η απόκρυψη χρημάτων από τις τράπεζες έχει σχέση με τρομοκράτες και εμπόρους ναρκωτικών. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλοί πλούσιοι άνθρωποι που απλά δεν θέλουν να πληρώσουν φόρους».

Τι αναφέρει η Mossack Fonseca για τις πρόσφατες διαρροές

Η επιχείρηση δεν προτίθεται να κάνει κάποια δήλωση για τα ονόματα της λίστας, επικαλούμενη το απόρρητο των πελατών της, ωστόσο φαίνεται να υπερασπίζεται σθεναρά το ήθος της και τη δράση της. Ο εκπρόσωπος της τονίζει τη νομιμότητα της εταιρείας και αναφέρει ότι λυπάται για οποιαδήποτε κατάχρηση των υπηρεσιών της που γίνεται, προσπαθώντας από εδώ και έπειτα, να τις αποτρέψει ενεργά. Αρνούνται τις κατηγορίες για λάθη που πιθανόν έχουν γίνει από μεσάζοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται τράπεζες, δικηγορικά γραφεία και λογιστές.

Τι είναι η ICIJ

Η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητικής Δημοσιογραφίας είναι ένα παγκόσμιο δίκτυο με περισσότερους από 190 ερευνητές δημοσιογράφους σε 65 χώρες οι οποίοι συνεργάζονται, κάνοντας ερευνητική δημοσιογραφία σε βάθος.

Ιδρύθηκε το 1997 από τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τσακ Λούις (Chuck Lewis). Η ICIJ ξεκίνησε ως ένα έργο του Κέντρου για τη Δημόσια Ακεραιότητα και εξελίχθηκε σε οργανισμό, ο οποίος διαφυλάττει τη δημοσιογραφία και τις αξίες της, εστιάζοντας σε θέματα που δεν σταματούν στα εθνικά σύνορα: διασυνοριακά εγκλήματα, διαφθορά, έλεγχος της εξουσίας και λογοδοσία.