Στο πλευρό της Βρετανίας η Γαλλία για τις εντάσεις στη Μαύρη Θάλασσα
Η Γαλλία εξέφρασε την Πέμπτη την αλληλεγγύη της στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο ενεπλάκη σε ένα ναυτικό συμβάν με τη Ρωσία στη Μαύρη Θάλασσα και υπογράμμισε την «προσήλωσή της στη αυστηρή τήρηση του διεθνούς δικαίου».
Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Ουκρανό ομόλογό του Ντμίτρο Κουλέμπα, ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν υπενθύμισε «τη μεγάλη του επαγρύπνηση όσον αφορά τις περιφερειακές εντάσεις που σημειώθηκαν πρόσφατα, συγκεκριμένα τις τελευταίες ημέρες στη Μαύρη Θάλασσα και την αλληλεγγύη του προς τους εταίρους μας».
Η Ρωσία δήλωσε ότι στις 23 Ιουνίου έριξε προειδοποιητικά πυρά προς την πλευρά του βρετανικού αντιτορπιλικού HMS Defender για να το αναγκάσει να αποχωρήσει από εκεί που η ίδια θεωρεί πως είναι τα χωρικά της ύδατα, στ΄ανοιχτά της ουκρανικής Κριμαίας την οποία προσάρτησε το 2014.
Το Λονδίνο, που αρνήθηκε ότι το πολεμικό του πλοίο δέχτηκε ρωσικά πυρά, δηλώνει από την πλευρά του ότι το αντιτορπιλικό πραγματοποιούσε «αβλαβή διέλευση στα ουκρανικά χωρικά ύδατα» και ότι ενεργούσε με τρόπο «απόλυτα σωστό».
Αυτή η ρωσο-βρετανική διαφωνία συμβαίνει πρώτη φορά και σημειώθηκε μερικές ημέρες πριν από τις στρατιωτικές ασκήσεις Sea Breeze 2021, στις οποίες μετέχουν οι ΗΠΑ, άλλες χώρες του ΝΑΤΟ και η Ουκρανία στη Μαύρη Θάλασσα, κάτι το οποίο η Μόσχα βλέπει με πολύ κακό μάτι.
Την άνοιξη, ο ρωσικός στρατός είχε συγκεντρώσει για εβδομάδες στρατεύματα κοντά στην Ουκρανία, προκαλώντας μια αναβίωση της έντασης με τη Δύση και εγείροντας τον φόβο μιας επίθεσης εναντίον του Κιέβου.
Από την πλευρά της, η Γαλλία επικρίθηκε έντονα από ορισμένους Ευρωπαίους εταίρους, κυρίως στην ανατολική Ευρώπη, συνηγορώντας, όπως και η Γερμανία, υπέρ μιας επανάληψης του διαλόγου μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας, ο οποίος σταμάτησε μετά την προσάρτηση της Κριμαίας.
Ο Λε Ντριάν χαιρέτισε επίσης την επικύρωση σήμερα από το ουκρανικό κοινοβούλιο τεσσάρων οικονομικών γαλλο-ουκρανικών συμφωνιών, «απλή απόδειξη του δυναμισμού της (διμερούς) σχέσης».
Οι συμφωνίες αυτές, ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ, αφορούν κυρίως την παράδοση αμαξοστοιχιών στην Ουκρανία και την επεξεργασία του νερού στο Κίεβο.