ΚΟΣΜΟΣ

Deutsche Welle: Ο κίνδυνος των hacker στις γερμανικές εκλογές

Deutsche Welle: Ο κίνδυνος των hacker στις γερμανικές εκλογές
Η έδρα της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) στο Βερολίνο AP Photo / Markus Schreiber, Pool

Οι κυβερνοεπιθέσεις ευνοούνται από τις online ψηφοφορίες, όπως δείχνει η μέχρι τώρα εμπειρία. Πώς μπορεί, όμως, να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ενόψει των γερμανικών εκλογών; διερωτάται σε σχετικό δημοσίευμα συντάκτης της Deutsche Welle;

Στη διαδικτυακή ψηφοφορία των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) για την εκλογή νέας ηγεσίας του κόμματος τον περασμένο Ιανουάριο, χάκερ επιχείρησαν μια σειρά μαζικών κυβερνο-επιθέσεων με σκοπό να εμποδίσουν τη διάσκεψη του κόμματος.

Οι χάκερ, προερχόμενοι ως επί το πλείστον από το εξωτερικό, «βομβάρδισαν» επανειλημμένα την ιστοσελίδα του κόμματος, φέρνοντας τον διακομιστή στα όριά του. Κάποια στιγμή η σελίδα κατέρρευσε εντελώς και η ζωντανή αναμετάδοση της εκδήλωσης διακόπηκε.

Τελικά η διοργάνωση κατάφερε να επαναφέρει τη σύνδεση, μπλοκάροντας την πρόσβαση από το εξωτερικό καθώς και από ορισμένα μέρη της Γερμανίας. Παράλληλα, οι σύνεδροι, των οποίων η σύνδεση δεν επηρεάστηκε από τις επιθέσεις, ψήφισαν για τη νέα ηγεσία του κόμματος μέσω ενός συστήματος ψηφοφορίας που έτρεχε σε ξεχωριστό διακομιστή - ένα ακόμη μέτρο ασφαλείας για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας. Όμως, η -τελικά- αποτυχημένη επίθεση των χάκερ, την οποία το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών επιβεβαίωσε στην DW, αναδεικνύει τις σοβαρές απειλές στο διαδίκτυο, με τις οποίες έρχεται φέτος αντιμέτωπη η χώρα, με έξι τοπικές εκλογές σε γερμανικά κρατίδια αλλά και τις ομοσπονδιακές εκλογές τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.

«Η απειλή που πλανάται στον κυβερνοχώρο παραμένει σοβαρή», επισημαίνει εκπρόσωπος του Ομοσπονδιακού Γραφείου Πληροφορικής (BSI).

Το BSI παρατήρησε μια αύξηση τόσο στις επιθέσεις χάκερ όσο και στις διαρροές δεδομένων: κλεμμένων δεδομένων, τα οποία δημοσιεύονται στο διαδίκτυο. Και οι δύο θα μπορούσαν «να έχουν αντίκτυπο στις εκάστοτε εκλογές φέτος», πρόσθεσε. Η αμερικανική εταιρεία τεχνολογίας Microsoft, η οποία συμβουλεύει τις γερμανικές αρχές ώστε να διασφαλίσουν την προεκλογική εκστρατεία, προειδοποιεί επίσης ότι οι επιθέσεις συνδυάζουν συχνά περισσότερες από μία στρατηγικές.

Τριπλή απειλή

Η απειλή στον κυβερνοχώρο μπορεί να χαρακτηριστεί ως τριπλή απειλή. Αρχικά υπάρχει το hacking. Λόγω των περιορισμών εξαιτίας της πανδημίας, τα κόμματα σχεδιάζουν να μεταφέρουν πολλές προεκλογικές εκδηλώσεις στο διαδίκτυο. Αυτό τους καθιστά ευάλωτους σε επιθέσεις όπως αυτή που συνέβη στο συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών.

Οι χάκερ θα μπορούσαν επίσης να προσπαθήσουν να σαμποτάρουν την εκλογική διαδικασία του Σεπτεμβρίου, εισβάλλοντας σε προγράμματα που χρησιμοποιούνται για την καταμέτρηση των ψηφοφόρων. Η BSI επομένως έχει αναλάβει να συμβουλεύσει τις αρχές και τους υποψηφίους για το πώς μπορούν να προστατευθούν καλύτερα από τέτοιες επιθέσεις.

Αλλά ακόμη και τα καλύτερα μέτρα ασφαλείας δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση της δεύτερης απειλής, για την οποία προειδοποιούν οι ειδικοί: τη διάδοση παραπλανητικών ή ψευδών πληροφοριών στο διαδίκτυο προκειμένου να χειραγωγηθούν οι ψηφοφόροι.

Ο Τάνκρεντ Σιπάνσκι, εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανικής Ένωσης για την ψηφιακή πολιτική στη γερμανική Βουλή, χαρακτηρίζει τέτοιες εκστρατείες παραπληροφόρησης ως «τη μεγαλύτερη πρόκληση» και τονίζει ότι «οργανώνονται και χρηματοδοτούνται συχνά από ξένα κράτη (...), αλλά και από εγχώριους φορείς, όπως το AfD, που συμβάλλουν στην εξάπλωσή τους».

Από τα βάθη του διαδικτύου μέχρι τα ΜΜΕ

Και τέλος, μία τρίτη μορφή απειλής στον κυβερνοχώρο: περίπλοκες «υβριδικές επιθέσεις» που συνδυάζουν το hacking με εκστρατείες παραπληροφόρησης. Οι εν λόγω επιθέσεις συνήθως γίνονται από κάποιους που προσποιούνται ότι προέρχονται από πολιτικούς φορείς και έτσι «εισβάλλουν» στους λογαριασμούς των χρηστών.

Οι χρήστες με τη σειρά τους διαμοιράζουν τις ψευδείς πληροφορίες σε κοινωνικά δίκτυα, συνήθως χωρίς να γνωρίζουν από πού προέρχονται.


Μόλις η αναπαραγωγή τους αγγίξει έναν σημαντικό αριθμό, οι ειδήσεις υιοθετούνται από πολιτικούς υποψηφίους ή σχολιαστές και στη συνέχεια αναπαράγονται από επαγγελματίες δημοσιογράφους. Έτσι φτάνουν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης από τα βάθη του διαδικτύου.

Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη από το γεγονός ότι -εκτός από τους κανόνες που έχουν τα ίδια τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις πλατφόρμες τους - οι διαδικτυακές εκλογικές εκστρατείες στη Γερμανία είναι δύσκολο να ρυθμιστούν με ασφάλεια. Οι αυστηροί κανόνες που διέπουν τις διαδικασίες σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο στον αναλογικό κόσμο είναι άλλωστε ακατάλληλοι για το δίκτυο. Ένα νέο σύνολο κανόνων για εκστρατείες ψηφιακών εκλογών που προτείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση πρόκειται να τεθεί σε ισχύ – το νωρίτερο όμως σε μερικά χρόνια. Και για μεταρρυθμίσεις στη Γερμανία εν όψει των επικείμενων εκλογών είναι πολύ αργά.

Στο παρασκήνιο όμως γίνονται συζητήσεις για το κατά πόσον τα κόμματα - και ενδεχομένως και οι κοινωνικές πλατφόρμες – θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε έναν κοινό, εθελοντικό κώδικα συμπεριφοράς για τη διεξαγωγή των εκλογών. Αυτός θα μπορούσε να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, την υποχρέωση επισήμανσης σε κάθε εκλογική διαφήμιση στο Διαδίκτυο ή ακόμη και την κατάργηση της επιλογής «μου αρέσει».