Τουρκία: Η οικονομική κρίση «φουντώνει» τα σενάρια ανασχηματισμού της κυβέρνησης Ερντογάν
Ανανεώθηκε:
Στη δίνη μιας βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης δείχνει να βυθίζεται το τελευταίο διάστημα η Τουρκία, με φόντο τις πολιτικές παρεμβάσεις του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην οικονομική διοίκηση της χώρας, γεγονός που πλήττει την εμπιστοσύνη των αγορών προς τους γείτονες, ενώ ταυτόχρονα «φουντώνει» τα σενάρια περί ανασχηματισμού στην κυβέρνηση
Ωστόσο, εκτός από την πολιτική διάσταση των προβλημάτων στη γειτονική χώρα, μείζον ζήτημα είναι η οικονομική.
Όπως εκτιμούν αναλυτές, η εμμονική τάση του Ερντογάν να επιζητεί διαρκώς χαμηλά επιτόκια, ώστε να επιτυγχάνει αφενός χαμηλό κόστος δανεισμού, αφετέρου να εξασφαλίζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (εξαγωγές, βαριά βιομηχανία κλπ.), με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση των επεκτατικών του βλέψεων, ήταν εκείνη ακριβώς που τον οδήγησε να καρατομήσει υψηλόβαθμα στελέχη της οικονομικής διοίκησης της χώρας.
Τελευταίο «θύμα» αυτών των παρεμβάσεων υπήρξε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Τουρκίας, Μουράτ Τσετίνκαγια, ο οποίος αντικαταστάθηκε από το πρώην στέλεχος της Morgan Stanley, Μουσταφά Ντουμάν.
Η αποπομπή του Τσετίνκαγια μόνον τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς ήδη εδώ και αρκετό καιρό οι κεντρικοί τραπεζίτες της Τουρκίας υπογράμμιζαν πως η πολιτική ανοικτών παρεμβάσεων του Ερντογάν στην εθνική οικονομία της χώρας οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, στην κατάρρευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Υπό το πρίσμα αυτό, η καρατόμηση του υποδιοικητή της Τράπεζας της Τουρκίας προκάλεσε την Τρίτη νέο κατακρημνισμό της τουρκικής λίρας, όπως ακριβώς είχε συμβεί και την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Ερντογάν είχε αποπέμψει τον κεντρικό τραπεζίτη, Νατζί Αγμπάλ. Κι όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι το καθεστώς Ερντογάν επιχειρεί ένα ιδιόμορφο «φλερτ» με τις διεθνείς αγορές, τοποθετώντας σε νευραλγικές οικονομικές θέσεις πρώην στελέχη μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων – όπως ισχύει στην περίπτωση του Ντουμάν.
Εξίσου ανησυχητική για τις διεθνείς αγορές είναι και η στάση του νέου διοικητή, Σαχάπ Καβτσιόγλου, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί «πειθήνιο όργανο» του Τούρκου προέδρου.
Ο Καβτσίογλου με δημόσια τοποθέτησή του τάχθηκε ανοικτά υπέρ της πολιτικής Ερντογάν για διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, υποστηρίζοντας πως τα υψηλά επιτόκια οδηγούν σε πληθωρισμό.
Απαντώντας γραπτώς σε ερωτήσεις που του απηύθυνε το Bloomberg, ο νέος κεντρικός τραπεζίτης άφησε εμφανώς ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων και μάλιστα άμεσα μέσα στον Απρίλιο, δηλώνοντας απλώς ότι η αγορά «δεν πρέπει να παίρνει ως δεδομένη τη μείωση των επιτοκίων τον Απρίλιο».
Τη στιγμή, πάντως, που η τουρκική λίρα διολισθαίνει επικίνδυνα, ο Ερντογάν απευθύνει έκκληση στους Τούρκους πολίτες να στηρίξουν τις τουρκικές τράπεζες καταθέτοντας τον χρυσό και το συνάλλαγμα που κρατούν στα σπίτια τους. Μόνο που κι αυτή η έκκληση είναι πολύ δύσκολο να εισακουστεί, καθώς οι έχοντες στην Τουρκία επιλέγουν την οδό του δολαρίου για τις περιουσίες τους, γυρίζοντας την πλάτη στο εθνικό νόμισμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η λίρα να οδηγείται σε περαιτέρω υποχώρηση.
Το αποτέλεσμα είναι, βέβαια, να επιταχύνουν περαιτέρω την υποχώρηση του νομίσματός τους που έχει οδηγήσει σε ραγδαία υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου. Κι αυτό δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου.
Και στο βάθος ανασχηματισμός
Την ίδια στιγμή, η οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την ανεργία και τη φτωχοποίηση, στην οποία οδηγείται η τουρκική κοινωνία, αναζωπυρώνουν τα σενάρια περί αλλαγών στην τουρκική κυβέρνηση.
Τις τελευταίες ώρες ακούγεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα του αντιπολιτευόμενου τουρκικού Τύπου η «ολική επαναφορά» της πρώην πρωθυπουργού Τανσού Τσιλέρ, η οποία κατά την εφημερίδα Sozcu προαλείφεται για τη θέση της υπουργού Εξωτερικών, στη θέση του Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Η ανάδυση του ονόματος της Τσιλέρ, ωστόσο, δεν θα πρέπει να λογίζεται ως έκπληξη για τα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας. Παραδοσιακά, όσες φορές η γειτονική χώρα έχει βρεθεί αντιμέτωπη με σοβαρές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές κρίσεις, το όνομα της Τσιλέρ φιγουράριζε πρώτο στις προτιμήσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Αιτιολογείται δε, σύμφωνα με την Sozcu, η επιστροφή της στα πολιτικά πράγματα, επειδή η ίδια διατηρεί καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ και κυρίως με τα λόμπι της Ουάσινγκτον, με τα οποία δεν φαίνεται να διάκειται το ίδιο θετικά και προς τον νυν ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Επίσης, εκτιμάται ότι οι Τσιλέρ θα μπορούσε να προσελκύσει επενδύσεις από το Λονδίνο, χάρη στις σχέσεις της με επενδυτές του Σίτι.
Ωστόσο, η επιστροφή της Τσιλέρ στην ενεργό πολιτική δράση μόνον εύκολη δεν χαρακτηρίζεται: Στο εσωτερικό το όνομά της έχει ταυτιστεί με σειρά οικονομικών σκανδάλων, σε διεθνές δε επίπεδο δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτιμήσεως ούτε στη Δύση ούτε και στη Ρωσία. Ακόμη και στο Αζερμπαϊτζάν, χώρα με την οποία διατηρεί αδελφικές σχέσεις η Τουρκία, η Τσιλέρ αποτελεί αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
Το όνομα της Τανσού Τσιλέρ έχει συνδεθεί άρρηκτα με το λεγόμενο «Σκάνδαλο του Σουσουρλούκ» του 1996, όταν ένα τροχαίο δυστύχημα στην ομώνυμη κωμόπολη της δυτικής Τουρκίας έγινε αφορμή για να δουν το φως της δημοσιότητας οι υπόγειες σχέσεις ανάμεσα στο τουρκικό «βαθύ κράτος« και την ακροδεξιά Μαφία των Γκρίζων Λύκων με στόχο την εξόντωση πολιτικών αντιπάλων και τη διεξαγωγή του βρόμικου πολέμου κατά του κουρδικού κινήματος που βρισκόταν σε έξαρση την εποχή εκείνη. Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τις ΗΠΑ δεν έχει ξεχαστεί ο ρόλος αυτός της Τσιλέρ.
Αλλά και οι Ρώσοι έχουν κάθε λόγο να ενοχληθούν από μάι ενδεχόμενη ανάθεση του υπουργείου Εξωτερικών στην Τσιλέρ καθώς, όπως καταγγέλθηκε, είχε ενεργό ρόλο στην απόπειρα πραξικοπήματος του Αμπουλφάζ Ελτσίμπεϊ το 1995 κατά του τότε προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, Χεϊντάρ Αλίγεφ, ο οποίος φρόντιζε να διατηρεί σχέσεις ισορροπίας με τη Μόσχα. Μια τέτοια προοπτική είναι εξάλλου αμφίβολο κατά πόσο θα «χαροποιήσει» και τον νυν πρόεδρο και γιο του Χεϊντάρ Αλίγεφ, Ιλχάμ.
Όλα αυτά τα στοιχεία καθιστούν μάλλον επισφαλή την επιλογή Τσιλέρ για τη θέση της υπουργού Εξωτερικών.
Την ίδια στιγμή, ακούγονται κι άλλα ονόματα για τη θέση του Τσαβούσογλου, όπως αυτό του μέχρι και σήμερα κυβερνητικού εκπροσώπου, Ιμπραχίμ Καλίν.
Αίσθηση, εξάλλου, προκαλεί και η ενδεχόμενη επαναφορά του Μπεράτ Αλμπαϊράκ, γαμπρού του Ερντογάν, για το υπουργείο Ενέργειας κι αυτό επειδή ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος τον είχε καρατομήσει πρόσφατα από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Σε κάθε περίπτωση, όπως εκτιμούν αναλυτές, η κυβέρνηση Ερντογάν, δείχνει να βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση καθώς το τρίπτυχο οικονομία – πολιτική – κοινωνία δεν φαίνεται να ανακάμπτει υπό το πρίσμα των προσωπικών πολιτικών παρεμβάσεων του Τούρκου προέδρου.