DW: Επιστρέφει η «εταιρική σχέση» Ευρώπης - ΗΠΑ
Ανανεώθηκε:
«Ήταν απλώς μία κακή παρένθεση η διακυβέρνηση Τραμπ; Αυτό δηλώνουν ή τουλάχιστον υπονοούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια» αναφέρει η Deutsche Welle σε ανάλυσή της για το αποκαλούμενο «Νταβός της Άμυνας», όπου και έκανε «επίσημη πρώτη» ο Τζο Μπάιντεν -έστω και μέσω τηλεδιάσκεψης- κομίζοντας το μήνυμα ότι η «η Αμερική επιστρέφει», αλλά οι Ευρωπαίοι καλούνται να συνεισφέρουν το δικό τους μερίδιο στην εταιρική σχέση.
Η Διάσκεψη για την Ασφάλεια, την οποία φιλοξενεί ετησίως το Μόναχο, περιορίστηκε φέτος εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού σε μία τηλεδιάσκεψη λίγων ωρών χθες, Παρασκευή, κατά την οποία έδωσαν διαδικτυακά το παρών ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Το μήνυμα του Αμερικανού προέδρου ήταν σαφές: Η Αμερική προσεγγίζει και πάλι τους Ευρωπαίους, αλλά περιμένει και από εκείνους να αναλάβουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, υπογραμμίζει η Deutsche Welle.
«Η Ατλαντική Συμμαχία έχει γερά θεμέλια, στα οποία βασίζεται η συλλογική ασφάλεια και η ευημερία μας. Η εταιρική σχέση της Ευρώπης με τις ΗΠΑ είναι, κατά τη γνώμη μου, ο ακρογωνιαίος λίθος για όλα όσα ελπίζουμε να επιτύχουμε στον 21ο αιώνα, όπως ακριβώς κάναμε και στον 20ό αιώνα…» δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Ο Τζο Μπάιντεν «προσήλθε» στη Διάκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια ανακοινώνοντας ότι ανακαλεί την απόφαση του προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ για αποχώρηση μεγάλου μέρους των αμερικανικών στρατευμάτων που σήμερα σταθμεύουν στη Γερμανία.
«Αποφάσισα να σταματήσω την υλοποίηση της απόφασης για αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων και επιπλέον αυξάνω τον αριθμό των δυνάμεων που προβλέπεται να σταθμεύσουν στη Γερμανία. Γνωρίζω ότι τα προηγούμενα χρόνια αυτό το ζήτημα είχε προκαλέσει ένταση στις διατλαντικές σχέσεις, αλλά οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να αναβιώσουν τη συνεργασία με την Ευρώπη, να ανακτήσουν μία ηγετική θέση, βασισμένη στην εμπιστοσύνη» ανέφερε.
Εκτός ατζέντας έμειναν, ωστόσο, «ευαίσθητα» ζητήματα, περιλαμβανομένου της ολοκλήρωσης του αγωγού Nord Stream 2.
Κύριο αίτημα των Αμερικανών στην παρούσα φάση είναι η αύξηση των αμυντικών δαπανών, ώστε οι Ευρωπαίοι να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της κοινής αμυντικής ασπίδας.
Από πλευράς της, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ολοκληρώνει τη θητεία της και αποχωρεί από την πολιτική μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, προφανώς δεν μπορεί να λάβει δεσμευτικές αποφάσεις, επισημαίνει η DW προσθέτοντας πως καθιστά όμως σαφές ότι η Γερμανία ανταποκρίνεται στο αμερικανικό αίτημα.
«Το 2014 [στη Συνδιάσκεψη του ΝΑΤΟ] στην Ουαλία είχαμε μιλήσει για ένα 2% των αμυντικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Είχαμε δεσμευθεί να εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση και σήμερα μπορώ να πω ότι ήδη φέτος έχουμε φτάσει στο 1,5% - έναντι ποσοστού 1,1% του 2014 - και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με στόχο το 2%» επισήμανε η ίδια.
Παράλληλα, η διαβεβαίωσε τις ΗΠΑ ότι η Γερμανία θα παρατείνει την παρουσία των στρατευμάτων της στο Αφγανιστάν, εφόσον αυτό κριθεί απαραίτητο.
Ως προς την τοποθέτηση του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον στη Διάσκεψη του Μονάχου, ενώ έδινε την εντύπωση ότι διατηρούσε μία προνομιακή σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ, την Παρασκευή απέφυγε κάθε αναφορά στο παρελθόν, επιδιώκοντας μία ηγετική εμφάνιση και διαβεβαιώνοντας ότι η Μ.Βρετανία θα συνεργαστεί για την καταπολέμηση της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής, αλλά και για την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.
«Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να ενισχύσω τις Ένοπλες Δυνάμεις μας με τη μεγαλύτερη αύξηση προϋπολογισμού από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ο αμυντικός προϋπολογισμός στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξάνεται κατά 24 δισεκατομμύρια λίρες στα επόμενα τέσσερα χρόνια, ξεπερνώντας τη σύσταση του ΝΑΤΟ για το 2%. Θα έχουμε τον μεγαλύτερο αμυντικό προϋπολογισμό στην Ευρώπη και τον δεύτερο μεγαλύτερο εντός του ΝΑΤΟ» δήλωσε.
Μπάιντεν: «Η Αμερική επέστρεψε»
Ο Τζο Μπάιντεν, μιλώντας στο πλαίσιο της Διάσκεψης, τόνισε κατ' επανάληψη ότι «οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες - αποφασισμένες! - να επανασυνδεθούν με την Ευρώπη», ενώ περιέγραψε τη σχέση της χώρας του με τους Ευρωπαίους εταίρους της ως «ακρογωνιαίο λίθο όλων αυτών που ελπίζουμε να πετύχουμε στον 21ο αιώνα».
Χωρίς να αναφερθεί ονομαστικά στον προκάτοχό του, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος παραδέχθηκε ότι τα προηγούμενα χρόνια προκλήθηκαν εντάσεις στη σχέση των ΗΠΑ με την Ευρώπη.
«Είμαστε στη μέση μιας θεμελιώδους συζήτησης σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση του κόσμου μας. Μεταξύ εκείνων οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τα απολυταρχικά καθεστώτα είναι ο καλύτερος τρόπος να προχωρήσουμε και εκείνων που θεωρούν ότι η δημοκρατία είναι απαραίτητη προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις» δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Υπογράμμισε, παράλληλα, την ανάγκη ΗΠΑ και Ευρώπη να αντιμετωπίσουν την Κίνα και να την εμποδίσουν «να παίζει με διαφορετικούς κανόνες». Ο ανταγωνισμός με την Κίνα «θα είναι σκληρός. Αυτό περιμένω. Αλλά ταυτόχρονα το καλωσορίζω» δήλωσε και έκανε λόγο για τον «αγώνα του μέλλοντος».
Ο Τζο Μπάιντεν αναφέρθηκε ακόμη στη Ρωσία ως ανταγωνιστή ο οποίος «απειλεί την ελευθερία του λαού του» και πρόσθεσε ότι οι προκλήσεις σε ό,τι αφορά τη Ρωσία είναι διαφορετικές από αυτές που αφορούν την Κίνα, αλλά είναι εξίσου αληθινές. Ως απειλή για την Μέση Ανατολή περιέγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν το Ιράν, αλλά εξέφρασε την ετοιμότητα της Ουάσινγκτον να επιστρέψει στις συζητήσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης στο πλαίσιο του Ρ5+1.
Σε ό,τι αφορά την πανδημία του κορωνοϊού, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα διαθέσουν τέσσερα δισεκατομμύρια δολάρια στο διεθνές πρόγραμμα εμβολιασμού Covax, με την ελπίδα, όπως είπε, ότι και άλλες χώρες θα ενθαρρυνθούν να συνεισφέρουν. Τόνισε, επιπλέον, την ανάγκη αναμόρφωσης και ενίσχυσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στο οποίο οι ΗΠΑ έχουν επιστρέψει.
Μεταξύ των μεγάλων προκλήσεων που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους εταίρους του, ο Μπάιντεν ανέφερε ακόμη την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τονίζοντας την επιστροφή της χώρας του και στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Εξέφρασε μάλιστα την ευγνωμοσύνη του προς την Ευρώπη για την ηγετική στάση που επέδειξε τα τελευταία τέσσερα χρόνια και δεσμεύθηκε για κοινές και γενναίες λύσεις.