Μελέτη: Το εμβόλιο της Pfizer μπορεί να είναι αποτελεσματικό κατά των μεταλλάξεων
Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech έναντι του κορωνοϊού ίσως προσφέρει μερική προστασία κατά μιας σημαντικής μετάλλαξης στις νέες παραλλαγές που εμφανίστηκαν σε Βρετανία και Νότια Αφρική.
Το παραπάνω προκύπτει από νέα μελέτη, που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Τέξας με την υποστήριξη της Pfizer και της BioNTech, και δείχνει ότι το εμβόλιο μάλλον είναι αποτελεσματικό στην εξουδετέρωση της μετάλλαξης N501Y.
Η έρευνα διεξήχθη σε ανθρώπους που έχουν λάβει το εμβόλιο. Ωστόσο, τα ευρήματά της είναι περιορισμένα καθώς δεν εξετάζει όλη τη σειρά των μεταλλάξεων που βρέθηκαν σε κάποια από τις νέες παραλλαγές του γρήγορα μεταδιδόμενου ιού.
Ο ερευνητής της Pfizer, Φιλ Ντόρμιτζερ, ανέφερε πως είναι ενθαρρυντικό το ότι το εμβόλιο δείχνει να είναι αποτελεσματικό κατά της συγκεκριμένης μετάλλαξης (Ν501Υ) και κατά 15 ακόμη.
«Δοκιμάσαμε 16 διαφορετικές μεταλλάξεις και καμία από αυτές δεν είχε πραγματικά σοβαρό αντίκτυπο. Αυτά είναι τα καλά νέα», δήλωσε, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι η 17η δεν θα έχει», σημείωσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, μια άλλη μετάλλαξη στη Νότια Αφρική (E484K) προκαλεί επίσης ανησυχία.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν παρόμοιες έρευνες για να διαπιστώσουν αν το εμβόλιο είναι αποτελεσματικό κατά άλλων μεταλλάξεων που εντοπίστηκαν στις παραλλαγές του νέου κορωνοϊού στη Βρετανία και τη Νότια Αφρική και ελπίζουν μέσα στις επόμενες εβδομάδες να έχουν περισσότερες πληροφορίες.
Οι επιστήμονες έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι τα εμβόλια που διατίθενται μπορεί να μην είναι σε θέση να προστατεύσουν κατά των νέων παραλλαγών του κορωνοϊού, ιδιαίτερα αυτής που εμφανίστηκε στη Νότια Αφρική.
Ο Σάιμον Κλαρκ, αναπληρωτής καθηγητής κυτταρικής μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ, δήλωσε αυτήν την εβδομάδα ότι, μολονότι και οι δύο παραλλαγές έχουν κάποια νέα στοιχεία κοινά, αυτή που βρέθηκε στη Νότια Αφρική «έχει έναν αριθμό επιπρόσθετων μεταλλάξεων» που περιλαμβάνουν πιο εκτεταμένες τροποποιήσεις της πρωτεΐνης ακίδα του ιού.
Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech και αυτό της Moderna Inc., τα οποία χρησιμοποιούν τεχνολογία συνθετικού αγγελιοφόρου RNA, μπορούν γρήγορα να τροποποιηθούν για να αντιμετωπίζουν νέες μεταλλάξεις του ιού αν είναι απαραίτητο. Οι επιστήμονες έχουν δηλώσει ότι οι αλλαγές αυτές θα μπορούσαν να γίνουν σε μόλις έξι εβδομάδες.
Έγκριση για το εμβόλιο της Moderna
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε την έγκρισή της για τη χρήση του εμβολίου κατά της Covid-19, που ανέπτυξε η αμερικανική εταιρεία Moderna, μετά το «πράσινο φως» που δόθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ).
Όπως αναφέρθηκε στην ανακοίνωση της Κομισιόν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε υπό όρους άδεια κυκλοφορίας για το εμβόλιο COVID ‑ 19 που αναπτύχθηκε από τη Moderna, το δεύτερο εμβόλιο COVID-19 εγκεκριμένο στην ΕΕ. Αυτή η έγκριση ακολουθεί μια θετική επιστημονική σύσταση που βασίζεται σε διεξοδική αξιολόγηση της ασφάλειας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας του εμβολίου από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) και εγκρίνεται από τα κράτη μέλη.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν τόνισε ότι η ΕΕ παρέχει «περισσότερα εμβόλια COVID-19 για τους Ευρωπαίους. Με το εμβόλιο Moderna, το δεύτερο που έχει πλέον εγκριθεί στην ΕΕ, θα έχουμε επιπλέον 160 εκατομμύρια δόσεις. Και θα έρθουν περισσότερα εμβόλια. Η Ευρώπη έχει εξασφαλίσει έως και δύο δισεκατομμύρια δόσεις πιθανών εμβολίων COVID-19. Θα έχουμε περισσότερα από αρκετά ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια για την προστασία όλων των Ευρωπαίων».
Το εμβόλιο mRNA κατά της COVID-19 της εταιρείας Moderna είναι πιθανόν να προσφέρει προστασία για έως περίπου δύο χρόνια, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος τής, αν και χρειάζονται περισσότερα στοιχεία για να υπάρξει μια οριστική αξιολόγηση.
«Το εφιαλτικό σενάριο που περιγράφηκε στα μέσα ενημέρωσης στην άνοιξη, με ένα εμβόλιο που θα λειτουργεί μόνο για ένα μήνα ή δύο, έχει, νομίζω, εξαφανιστεί», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Moderna Στεφάν Μπανσέλ σε εκδήλωση που διοργάνωσε ο όμιλος χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών Oddo BHF.
«Η ανοσολογική απόκριση που δημιουργείται στον ανθρώπινο οργανισμό φθίνει με πολύ αργούς ρυθμούς… Πιστεύουμε ότι δυνητικά θα υπάρχει προστασία για περίπου δυο χρόνια».