ΚΟΣΜΟΣ

Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ: Στη Γερουσία η εκλεκτή Τραμπ για το Ανώτατο Δικαστήριο

Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ: Στη Γερουσία η εκλεκτή Τραμπ για το Ανώτατο Δικαστήριο
AP Photo/Manuel Balce Ceneta, POOL

Την ακρόαση της δικαστή Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, την οποία πρότεινε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ για το Ανώτατο Δικαστήριο, ξεκινά σήμερα η Γερουσία στις ΗΠΑ, παρά την αντίθεση των Δημοκρατικών, οι οποίοι όμως δεν έχουν πολλά μέσα για να εμποδίσουν τον διορισμό της πριν τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.

Τη 48χρονη δικαστή επέλεξε στις 26 Σεπτεμβρίου ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος για να διαδεχθεί την 86χρονη προοδευτική δικαστή Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ η οποία είχε πεθάνει οκτώ ημέρες νωρίτερα.

Βάσει του Συντάγματος η Μπάρετ πρέπει να λάβει την έγκριση της Γερουσίας για να αναλάβει την έδρα του Ανώτατου Δικαστηρίου, όπου αυτή τη στιγμή υπάρχουν πέντε συντηρητικοί δικαστές σε σύνολο εννέα.

Οι Δημοκρατικοί και ο υποψήφιός τους για την προεδρία Τζο Μπάιντεν ζητούν ο διορισμός του νέου δικαστή -που είναι ισόβιος- να γίνει από τον νικητή των προεδρικών εκλογών, όμως ο Τραμπ θέλει να προχωρήσει γρήγορα για να ικανοποιήσει τους δεξιούς, συντηρητικούς ψηφοφόρους του.

Οι συντηρητικοί χριστιανοί βλέπουν πολύ θετικά τη δικαστή Μπάρετ, καθώς είναι και η ίδια πιστή καθολική, είναι αντίθετη στις αμβλώσεις και θεωρεί γάμο την ένωση «ενός άνδρα με μία γυναίκα».

Η Μπάρετ, μητέρα επτά παιδιών -δύο εκ των οποίων έχει υιοθετήσει, ενώ το μικρότερο βιολογικό της παιδί πάσχει από σύνδρομο Down- έχει δηλώσει κάποτε ότι «σκοπός της» είναι «να υπηρετεί το Βασίλειο του Θεού».

«Άνθρωποι της πίστης»

Όμως η δικαστής διαβεβαιώνει ότι οι προσωπικές της πεποιθήσεις δεν επηρεάζουν το έργο της.

Ενώπιον της Γερουσίας αναμένεται να υπογραμμίσει ότι θα κρίνει τις νομικές υποθέσεις αμερόληπτα «ανεξαρτήτως των προσωπικών μου προτιμήσεων».

«Τα δικαστήρια δεν έχουν δημιουργηθεί για να λύνουν κάθε πρόβλημα ή να διορθώνουν κάθε λάθος της δημόσιας ζωής μας. Οι αποφάσεις της δημόσιας πολιτικής (…) πρέπει να λαμβάνονται από τους πολιτικούς που εκλέγονται και λογοδοτούν στον λαό», πρόκειται να δηλώσει επίσης.

Οι υποστηρικτές της ισχυρίζονται μάλιστα ότι είναι θύμα της εχθρότητας προς τη θρησκεία.

«Οι συνεχείς επιθέσεις Δημοκρατικών γερουσιαστών και των μέσων ενημέρωσης εναντίον της πίστης της δικαστού Μπάρετ είναι επονείδιστες», τόνισε ο Μιτς Μακόνελ επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία.

«Ελπίζω να αντιμετωπίσει μια τίμια ακρόαση και να μην δούμε άλλες επιθέσεις εναντίον της χριστιανικής πίστης της», πρόσθεσε ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Μάικ Πενς στη διάρκεια της τηλεμαχίας του με την Κάμαλα Χάρις, υποψήφια αντιπρόεδρο των Δημοκρατικών.

«Ο Τζο Μπάιντεν και εγώ είμαστε άνθρωποι της πίστης και είναι προσβλητικό να υπονοείτε ότι θα μπορούσαμε να αποκλείσουμε κάποιον εξαιτίας της πίστης του», είχε απαντήσει η Χάρις.

Χωρίς να επιτεθεί στη Μπάρετ, η Χάρις επεσήμανε ότι δεν μπορεί να διοριστεί στο Ανώτατο Δικαστήριο την ώρα που «τέσσερα εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν ήδη ψηφίσει» μέσω επιστολικής ψήφου για τις προεδρικές εκλογές.

«Στολή αστροναύτη»

Παρά την αντίθεσή τους στον διορισμό της Μπάρετ, οι Δημοκρατικοί δεν έχουν πολλά μέσα για να εμποδίσουν τη διαδικασία.

Ο Μακόνελ ελέγχει το πρόγραμμα και τη διαδικασία στη Γερουσία, ένα σώμα στο οποίο οι Ρεπουμπλικάνοι διαθέτουν την πλειοψηφία με 53 έδρες σε σύνολο 100.

Παρόλο που δύο γερουσιαστές τους –η Λίσα Μουρκόουσκι και η Σούζαν Κόλινς- έχουν δηλώσει ότι δεν θα ψηφίσουν την Μπάρετ πριν την 3η Νοεμβρίου, οι Ρεπουμπλικάνοι εξακολουθούν να έχουν την πλειοψηφία.

Μόνο η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να απειλήσει το χρονοδιάγραμμα: τρεις Ρεπουμπλικάνοι –ο Μάικ Λι, ο Τομ Τίλις και ο Ρον Τζόνσον- έχουν βρεθεί θετικοί στον κορωνοϊό και έχουν τεθεί σε καραντίνα.

Οι δύο πρώτοι, που προεδρεύουν της δικαστικής επιτροπής, μπορούν να συμμετάσχουν μέσω τηλεδιάσκεψης στην ακρόαση της Μπάρετ, Όμως θα πρέπει και οι τρεις να έχουν φυσική παρουσία στην ψηφοφορία, κάτι που ενδέχεται να αποτελεί πρόβλημα.

Ωστόσο ο Τζόνσον, υπογραμμίζοντας την αποφασιστικότητα των Ρεπουμπλικάνων να διοριστεί η Μπάρετ, τόνισε ότι είναι έτοιμος να πάει στη Γερουσία ακόμη «και με στολή αστροναύτη» για να ψηφίσει.