Σουλτς: Μη συνετό το βέτο της Αθήνας, μη δεσμευτική η συμφωνία με το Λονδίνο
Οι πρώτες αντιδράσεις στο ενδεχόμενο ελληνικού βέτο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ήρθαν από τους Σαρλ Μισέλ (Charles Michel) και Μάρτιν Σουλτς (Martin Schulz), οι οποίοι απέρριψαν τον τακτικό ελιγμό της Αθήνας ως «εκβιασμό» και «μη συνετό πακέτο συμφωνίας» αντίστοιχα.
Τόσο ο πρωθυπουργός του Βελγίου όσο και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εμφανίστηκαν αντίθετοι με το μπλοκάρισμα από την Αθήνα του κειμένου κοινών συμπερασμάτων σε περίπτωση που δεν υπάρξουν εγγυήσεις ότι τα σύνορα βορείως της Ελλάδας δεν πρόκειται να κλείσουν.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ του Reuters, η κίνηση αυτή της ελληνικής κυβέρνησης έρχεται μετά από την επιμονή της Αυστρίας να θέτει ανώτατο όριο εισροής προσφύγων στη χώρα –κάτι που «εξαγρίωσε τους Ευρωπαίους εταίρους», όπως γράφεται χαρακτηριστικά.
Πρωτοστάτες στη λογική των κλειστών συνόρων παραμένουν οι χώρες της ομάδας Βίζεγκραντ, με τις οποίες χώρες όπως η Ιταλία βρίσκονται πλέον σε ανοιχτή σύγκρουση. Κρισιμότερη μεταβλητή στην εξίσωση παραμένει στάση του Βερολίνου, που -σε αντίθεση με τα Eurogroup των ελληνικών διαπραγματεύσεων- αυτή τη φορά βρίσκεται σε κόντρα με τους νεοφώτιστους της πρώην ανατολικής Ευρώπης, προσπαθώντας να βρει σημείο σύγκλισης στη θέση πως το κλειδί του προσφυγικού είναι η Τουρκία και όχι τα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ.
Υπενθυμίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί το κλείσιμο των συνόρων μονομερή ενέργεια και ως προς αυτό φάνηκε να βρίσκει τις τελευταίες ημέρες στήριξη στα λεγόμενα των Ζαν Κλοντ Γιούνκερ (Jean-Claude Juncker) και Άνγκελα Μέρκελ (Angela Merkel).
«Δεν είναι βέτο»
Αναζητώντας γραμμή άμυνας ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υποστήριξε χθες δημόσια ότι «είναι αντιφατικό να μιλάμε για την ενότητα της ΕΕ στο ένα άκρο, όταν στο άλλο άκρο η ενότητα δοκιμάζεται από μονομερείς ενέργειες».
Αυτήν ακριβώς τη σύνδεση των δύο θεμάτων της ατζέντας της συνόδου κορυφής, δηλαδή του προσφυγικού και των ευρωβρετανικών σχέσεων, απέρριψε σήμερα ο Βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ, κάνοντας λόγο για εκβιασμό.
«Θα ήταν λάθος να μπλεχτούν αυτά τα δύο... θα ήταν λάθος η χρήση εκβιασμών», δήλωσε στο Reuters.
Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Μάρτιν Σουλτς:
Η ελληνική κυβέρνηση ανέφερε ότι κανένας δεν πρέπει να κλείσει τα σύνορά του, αλλιώς η Ελλάδα δεν θα συμφωνήσει γύρω από τα θέματα που σχετίζονται με το Brexit. Δεν νομίζω ότι τέτοια πακέτα συμφωνιών είναι συνετά.
Η αλήθεια είναι πως οι εργασίες της συγκεκριμένης συνόδου κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ αποτελούν τον ορισμό ενός τέτοιου –κατά Σουλτς- μη συνετού πακέτου, όπως είναι οι τέσσερις όροι Κάμερον για την παραμονή της Μ. Βρετανίας στην Ένωση, ο τελευταίος εκ των οποίων συνδέει άμεσα το ενδεχόμενο ενός Brexit με το προσφυγικό και την αυστηροποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής.
Όπως έχει αποδείξει η ιστορία των ευρωπαϊκών θεσμών, είναι το δίκαιο του ισχυρού που ορίζει αν στη μία περίπτωση το αίτημα συνιστά «εκβιασμό» και στην άλλη «μη δεσμευτική νομικά συμφωνία».
Μιλώντας μετά τη συνάντηση που είχε την Τρίτη στις Βρυξέλλες με τον Βρετανό πρωθυπουργό, ο Μάρτιν Σουλτς υποστήριξε ότι το πακέτο μεταρρυθμίσεων που ζητά το Λονδίνο και ενδεχομένως να περάσει σήμερα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν δεσμεύει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, του οποίου τα μέλη θα κληθούν να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τη συμφωνία.
«Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να πάει σε ένα κοινοβούλιο και να ζητήσει εγγύηση για το αποτέλεσμα», είπε ο Σουλτς, τονίζοντας:
Αυτή είναι η δημοκρατία. Με το που θα συμφωνηθεί το πλαίσιο, θα αρχίσουμε τη νομοθετική διαδικασία. Δεν είναι βέτο αυτό.
Πρόσθεσε δε ότι το ευρωκοινοβούλιο θα απαιτήσει η όποια συμφωνία να μην οδηγεί σε αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Οι βρετανικές υποθέσεις
Οι δηλώσεις Σουλτς ερμηνεύθηκαν από τον βρετανικό Τύπο ως ράπισμα στον Κάμερον, κεντρικό επιχείρημα του οποίου είναι ότι η συμφωνία που επιζητά στις Βρυξέλλες δεσμεύει του Ευρωπαίους. Πυρά δέχθηκε και από την καμπάνια υπέρ του Brexit, που διατρανώνει ότι καμία συμφωνία δεν πρόκειται να γίνει δεχτεί σε αυτήν την ΕΕ, χωρίς αλλαγή των υφιστάμενων συνθηκών.
Ως εκ τούτου, υπάρχει το ενδεχόμενο το Λονδίνο να θέσει σε δημοψήφισμα ένα συνετό πακέτο συμφωνίας, οι Βρετανοί να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ και οι Ευρωπαίοι νομοθέτες στο Λουξεμβούργο να απορρίψουν το ευρωβρετανικό ντιλ, αφήνοντας τον Κάμερον έκθετο στο συντηρητικό κατεστημένο της χώρας του, που πιέζει για εδώ και τώρα αποχώρηση της Βρετανίας.
Εγκλωβισμένος στην τριετή αυτή τακτική του (από τον Ιανουάριο του 2013, οπότε και έθεσε ζήτημα Brexit), o συντηρητικός πρωθυπουργός δεν έχει ανακοινώσει τον χρόνο διεξαγωγής του δημοψηφίσματος. Για την ακρίβεια έχει δηλώσει ότι αυτό θα διεξαχθεί το αργότερο έως τα τέλη του 2017.
Εν τούτοις, όλοι αναμένουν πως το περίφημο δημοψήφισμα θα διεξαχθεί στις 23 Ιουνίου, όπως έχει υπονοήσει η Downing Street. Με βάση τη βρετανική νομοθεσία απαιτείται ένα διάστημα προετοιμασίας για το δημοψήφισμα, κάτι που εξαναγκάζει τον Κάμερον να επιδιώξει ευρωσυμφωνία έως τα τέλη Φεβρουαρίου ή το αργότερο στις αρχές Μαρτίου.
Ο λόγος που η βρετανική κυβέρνηση βιάζεται είναι η πεποίθηση πως οι προσφυγικές ροές θα ενταθούν το καλοκαίρι, ενώ και από την πλευρά του οικονομικού επιτελείου υπάρχουν διαρροές ότι ενδεχομένως να υπάρξει επιβράδυνση της οικονομίας το 'β εξάμηνο.
Ο χρόνος διεξαγωγής του δημοφψηφίσματος έχει ανοίξει ένα μεγάλο εσωτερικό μέτωπο, καθώς στις 5 Μαΐου διεξάγονται εκλογές σε Σκωτία και Ουαλία. Οι εξ αριστερών επικριτές του Βρετανού πρωθυπουργού κάνουν λόγο για «καπέλωμα» από τη στιγμή που οι δύο προεκλογικές εκστρατείες (δημοψηφισμα και εκλογές) θα συμπέσουν και τα περισσότερα κόμματα στο σκωτσέζικο κοινοβούλιο και την ουαλική συνέλευση τηρούν φιλοευρωπαϊκή στάση.
Το κυβερνών SNP των Σκωτσέζων εθνικιστών πιστεύει ότι η βιασύνη του Κάμερον υποδηλώνει ότι τελικά δεν θα φέρει τη συμφωνία που έχει υποσχεθεί, αυξάνοντας τις πιθανότητες επικράτησης των υποστηρικτών της εξόδου. Το Brexit θα εγκλώβιζε τη Σκωτία σε μια Βρετανία εκτός ΕΕ, με δεδομένο ότι το Westminster έχει απορρίψει κάθε ενδεχόμενο δεύτερου δημοψηφίσματος για ανεξαρτησία της Σκωτίας.
Την ίδια στιγμή το Εδιμβούργο καλείται να αντιμετωπίσει την πτώση των τιμών του πετρελαίου. Αν και η πετρελαϊκή παραγωγή της Βόρειας Θάλασσας δεν εγγράφεται στο σκωτσεζικό ΑΕΠ, οι συνέπειες από την καθίζηση του μαύρου χρυσού στην απασχόληση και τις επενδύσεις έχουν αρχίσει να γίνονται ορατές. Με δεδομένο ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της Σκωτίας υπολείπονται αυτών της Βρετανίας και με το SNP να έχει κάνει σημαία ότι η σκωτσεζική οικονομία μπορεί να αντέξει εκτός Βρετανίας αλλά εντός ΕΕ, τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης στο μέλλον της παντοδυναμίας του.
Παρόλα αυτά, ο Κάμερον δεν έχει πάρει ξεκάθαρη θέση για το αν είναι υπέρ ή όχι της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ. Τάσσεται υπέρ της παραμονής «με όλη του την καρδιά», αν το Λονδίνο αποσπάσει περισσότερες εξουσίες από τις Βρυξέλλες· υποθετικός λόγος όπου η υπόθεση ακυρώνει την απόδοση, μέχρι νεωτέρας.
Με τα παραπάνω καταγεγραμμένα στο χρονολόγιο άλλης μιας ενδοευρωπαϊκής σύγκρουσης, το ρεπορτάζ του Reuters από τις Βρυξέλλες παραθέτει δήλωση αξιωματούχου -η ταυτότητα του οποίου δεν προσδιορίζεται-, σύμφωνα με τον οποίο: «δεν έχει νόημα για την Ελλάδα, η οποία έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια να διαχειριστεί το προσφυγικό, να κουβαλήσει όλο το βάρος και το ρίσκο μιας απομόνωσης».
Η δε απομόνωση φαίνεται πως ερμηνεύεται ως το αποτέλεσμα των κλειστών συνόρων και του επακόλουθου εγκλωβισμού χιλιάδων προσφύγων στην ελληνική επικράτεια. Στην παρούσα φάση, οι πρόσφυγες μπορούν να περιμένουν στα σύνορα. Εν μέσω οικονομικής αβεβαιότητας, οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλούνται να απαντήσουν στο ερώτημα: θα απομονωθεί η Μ. Βρετανία από την ΕΕ ή ΕΕ από τη Μ. Βρετανία;