ΚΟΣΜΟΣ

Υπάλληλος του αμερικανικού προξενείου στην Πόλη καταδικάστηκε για «τρομοκρατία»

Υπάλληλος του αμερικανικού προξενείου στην Πόλη καταδικάστηκε για «τρομοκρατία»
AP Photo/Burhan Ozbilici

Δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης καταδίκασε την Πέμπτη, έναν Τούρκο υπάλληλο του αμερικανικού προξενείου στην Κωνσταντινούπολη σε φυλάκιση σχεδόν εννέα ετών για «βοήθεια σε τρομοκρατική οργάνωση», μια απόφαση που είναι πιθανό να αυξήσει την ένταση στις σχέσεις Άγκυρας-Ουάσινγκτον.

Η καταδίκη του Μετίν Τοπούζ σε φυλάκιση οκτώ ετών και εννέα μηνών σημειώνεται τρεις ημέρες αφότου ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε την ευχή για μια «νέα εποχή» στις σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες έπειτα από πολλά χρόνια εντάσεων.

Σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, ο Τοπούζ κρίθηκε ένοχος για «βοήθεια σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση» αλλά απαλλάχθηκε από την κατηγορία της «κατασκοπείας». Ο εισαγγελέας είχε ζητήσει ποινή κάθειρξης έως 15 ετών.

Ο Τοπούζ κατηγορείτο ότι βοήθησε την οργάνωση του Τούρκου κληρικού Φετουλάχ Γκιουλέν, 'μαύρου προβάτου' για τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος τον κατηγορεί ότι ενορχήστρωσε την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016. Ο Γκιουλέν αρνείται κάθε ανάμιξη.

Μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας, η πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών, εκπρόσωποι της οποίας ήταν παρόντες στην αίθουσα του δικαστηρίου, εξέφρασε στο Twitter «βαθιά απογοήτευση».

Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων DHA, το δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης διέταξε επίσης τη συνέχιση της κράτησης του Τοπούζ.

Η δίκη του Τοπούζ δηλητηρίαζε τις σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες τα τελευταία χρόνια.

Ο Τοπούζ, ο οποίος ήταν στο αμερικανικό προξενείο ο σύνδεσμος ανάμεσα στις αμερικανικές αρχές και την υπηρεσία της δίωξης ναρκωτικών της τουρκικής αστυνομίας, ο Τοπούζ συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2017 και παραμένει από τότε προφυλακισμένος.

Κατηγορήθηκε για κατασκοπεία και ότι ήταν μέλος του κινήματος του Γκιουλέν.

Ο Τοπούζ απέρριπτε πάντα τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος του και δηλώνει πως οι επαφές που μπορεί να είχε με πρόσωπα τα οποία οι τουρκικές αρχές παρουσιάζουν ως οπαδούς του Γκιουλέν εντάσσονταν στο πλαίσιο της εργασίας του και ότι το μόνο που έκανε ήταν να «υπακούει στις εντολές» των ανωτέρων του στο προξενείο.

Κατά την τελευταία ακροαματική διαδικασία της δίκης του σήμερα Πέμπτη, επανέλαβε για μια ακόμη φορά ότι είναι αθώος και ζήτησε την απαλλαγή του από τις κατηγορίες, σύμφωνα με το DHA.

«Είμαστε βαθιά απογοητευμένοι από την απόφαση που ανακοινώθηκε σήμερα. Δεν είδαμε καμία αξιόπιστη απόδειξη που να στηρίζει την καταδίκη αυτή και ελπίζομε ότι θα ακυρωθεί γρήγορα» δήλωσε η αμερικανική πρεσβεία μετά την ανακοίνωση της καταδικαστικής απόφασης.

Ο κ. Τοπούζ επιτέλεσε μια αξιόλογη εργασία επί σχεδόν τρεις δεκαετίες (...) Υπό την καθοδήγησή μας, ενθάρρυνε τη συνεργασία ανάμεσα στις δυνάμεις της τάξης της Τουρκίας και τις Ηνωμένες Πολιτείες και συνέβαλε στην ασφάλεια του πληθυσμού στις δύο αυτές χώρες», πρόσθεσε.

Το κίνημα του Γκιουλέν ήταν επί μακρόν σύμμαχος του Ερντογάν μέχρι τη ρήξη των σχέσεών τους το 2013, με τη δημοσιοποίηση κυρίως ηχογραφήσεων που κατηγορούσαν τον περιβάλλον του νυν προέδρου για διαφθορά.

Οι αρχές πολλαπλασίασαν από τότε τις συλλήψεις φερόμενων οπαδών του Γκιουλέν, ένα μέτρο που επιταχύνθηκε μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016.

Η καταδίκη του Τοπούζ έρχεται σε μια στιγμή που η Τουρκία επιδιώκει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αυτές έχουν επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό από το 2016 λόγω κυρίως διαφορών για το συριακό, της αγοράς ρωσικών όπλων από την Άγκυρα και της σύλληψης υπαλλήλων προξενείων των Ηνωμένων Πολιτειών, μεταξύ των οποίων ο Τοπούζ.

Όμως η Άγκυρα, υπό την απειλή αμερικανικών κυρώσεων για την αγορά συστοιχιών αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 από τη Ρωσία, προσπαθεί επί πολλούς μήνες να χαλαρώσει τις εντάσεις.

Έτσι, τη Δευτέρα ο Ερντογάν και ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχαν τηλεφωνική συνδιάλεξη στη διάρκεια της οποίας συμφώνησαν να «συνεργαστούν στενά» για την αποκατάσταση της σταθερότητας στη Λιβύη, σύμφωνα με την τουρκική προεδρία.