Η Μόσχα κατηγορεί τον γ.γ. του ΟΗΕ για μεροληπτική στάση στο συριακό
Η κυβέρνηση της Ρωσίας επέκρινε σήμερα (8/2) τον Μπαν Κι Μουν (Ban Ki-moon) για μεροληπτική στάση, αναφορικά με πρόσφατες δηλώσεις του τελευταίου περί ρωσικών ευθυνών στο αδιέξοδο του συριακού.
Πρόσφατα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ είχε κατηγορήσει τη Μόσχα ως υπεύθυνη για την κατάρρευση των συνομιλιών της Γενεύης, ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές, εξαιτίας της κλιμάκωσης των αεροπορικών της επιχειρήσεων στη Συρία.
«Πάντα θεωρούσαμε και συνεχίζουμε να θεωρούμε ότι οι δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ πρέπει να παραμένουν αμερόληπτες και αντικειμενικές. Και όμως, αυτό δεν συνέβη», απάντησε με σχετική ανακοίνωση η εκπρόσωπος τύπου του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρία Ζαχάροβα (Maria Zakharova).
Οι αιτιάσεις του γενικού γραμματέα είχαν εμφανιστεί σε συνέντευξη που παραχώρησε στους Financial Times την περασμένη Παρασκευή.
Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών στη Γενεύη, οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί συνεχίζονταν και ξεκίνησαν οι χερσαίες επιχειρήσεις στο Χαλέπι. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τον Στάφαν φον Μιστούρα (Staffan von Mistura) (σ.σ. Ειδικό Απεσταλμένο του ΟΗΕ για τη Συρία) να συνεχίσει.
Το ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια των διήμερων συνομιλιών οι ρωσικές και συριακές δυνάμεις πραγματοποίησαν 320 επιθέσεις βορειοδυτικά του Χαλεπίου, το οποίο πλέον βρίσκεται περικυκλωμένο από τις δυνάμεις του Άσαντ.
Ο Μπαν Κι Μουν είχε προειδοποιήσει τη Ρωσία ότι δεν εφάρμοσε με πίστη το ψήφισμα 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που είχε υιοθετηθεί στις 18 Δεκεμβρίου 2015 και καλούσε αφενός στην παύση των βομβαρδισμών κατά αμάχων και αφετέρου στη λήψη μέτρων για γενική κατάπαυση του πυρός.
Σημείωσε δε ότι εκείνο το ομόφωνο ψήφισμα -ένα από τα λίγα που έχουν περάσει για τη Συρία τα τελευταία χρόνια, όπως τόνισε- είναι «ουσιαστικά σημαντικό και περιεκτικό».
Blame game
Ερμηνεύοντας τα παραπάνω, η ρωσική πλευρά εμφανίζεται πλέον με τη θέση ότι ο γ.γ. του ΟΗΕ «στην πράξη κατέστησε τη Ρωσία υπεύθυνη» για την αναστολή των διαπραγματεύσεων.
Τα αντανακλαστικά της Μόσχας είχαν ήδη ενεργοποιηθεί από αντίστοιχες κατηγορίες που είχαν εκτοξεύσει οι Τζον Κέρι (John Kerry) και Λοράν Φαμπιούς (Laurent Fabius), μία ημέρα μετά τα όσα συνέβησαν στη Γενεύη.
Οι ειρηνευτικές συνομιλίες ανεστάλησαν την Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου και την Πέμπτη ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας θα κατηγορούσε με ανακοίνωσή του τη Μόσχα ότι ήταν αυτή που τορπίλισε τις ειρηνευτικές συνομιλίες, αξιώνοντας τον τερματισμό των ρωσικών επιχειρήσεων «από το καθεστώς και τους συμμάχους του», ευελπιστώντας σε συνέχιση των συνομιλιών αργότερα μέσα στο μήνα.
Και αν αυτό ήταν αναμενόμενο από την πλευρά της Ουάσιγκτον, παρά την συνάντηση Κέρι-Λαβρόφ-Πούτιν στη Μόσχα στις 15 Δεκεμβρίου, όπου οι δυο πλευρές δήλωναν ότι είχαν βρει σημεία σύγκλισης, επιθυμώντας την ενεργή συμμετοχή του ΟΗΕ, ο μεγαλύτερος αιφνιδιασμός ήρθε από την πλευρά της Γαλλίας, που όλο το προηγούμενο διάστημα εμφανιζόταν να προσεταιρίζεται τη Μόσχα, επιδιώκοντας να διευρύνει τις συμμαχίες του στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών, όπως ξεκίνησε απροσδόκητα για τους Γάλλους μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Λοράν Φαμπιούς υπερθεμάτισε την Παρασκευή, επισημαίνοντας ότι οι αεροπορικές επιδρομές που εξαπολύει η πολεμική αεροπορία της Ρωσίας «υπονομεύουν τις προσπάθειες με στόχο την εξεύρεση μια πολιτικής λύσης».
Περισσότερη, όμως, εντύπωση προκάλεσε η σκληρή γλώσσα των Γάλλων, που καταδίκασαν «τη βίαια επιθετική δραστηριότητα που πραγματοποιεί το συριακό καθεστών με την υποστήριξη της Ρωσίας για να περικυκλώσει το Χαλέπι και τους κατοίκους τους».
Όλες οι πλευρές έχουν δύο εβδομάδες για να αναδιατάξουν τις δυνάμεις τους έως τις 25 Φεβρουαρίου, ημερομηνία που όπως έχει ανακοινωθεί θα πρέπει ξανακάτσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.