Τουρκία: Σενάρια πραξικοπήματος, η επανεμφάνιση Γκιουλ και ο Ερντογάν
Με ιλιγγιώδη ταχύτητα τρέχουν τα τελευταία εικοσιτετράωρα οι πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία, με τη συζήτηση για ενδεχόμενο πραξικόπημα να κυριαρχεί στην πολιτική επικαιρότητα, ενώ παράλληλα επανεμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο, έπειτα από χρόνια σιωπής, ο τέως πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ για να επικρίνει εμμέσως πλην σαφώς τις πολιτικές επιλογές του προέδρου Ερντογάν.
Μια έκθεση της RAND Corporation, μιας δεξαμενής σκέψης (think tank) με έδρα τις ΗΠΑ, αναφορικά με την Τουρκία ήταν αρκετή, ώστε να πολώσει τη χώρα, καθώς υποστήριζε πως το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενός νέου στρατιωτικού πραξικοπήματος είναι πιθανό, επειδή οι εκκαθαρίσεις του προέδρου Ερντογάν στο στράτευμα έχουν προκαλέσει αναστάτωση.
RAND: Το think tank που προαναγγέλλει πραξικοπήματα
Η έκθεση της RAND Corporation, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα, υποστηρίζει πως η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να αποστρατεύσει χιλιάδες στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, έπειτα από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, προκάλεσε τεράστια δυσαρέσκεια μεταξύ των αξιωματικών, κυρίως των μεσαίων κλιμακίων. «Η δυσαρέσκεια αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε μια νέα απόπειρα πραξικοπήματος κάποια στιγμή και ο Ερντογάν δείχνει να λαμβάνει πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τη συγκεκριμένη απειλή» προστίθεται στην ίδια έκθεση.
Από τη στιγμή που έγινε γνωστή η έκθεση της RAND Corporation, ακούγονται πολλά πίσω από τις κλειστές πόρτες των κυβερνητικών αξιωματούχων στην Αγκυρα, ωστόσο το μήνυμα που εκπέμπουν είναι πως όλα αυτά δεν είναι παρά μονάχα φήμες και τίποτε άλλο.
Η άποψη της RAND Corporation έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στην Τουρκία, καθώς εδώ και πολλές δεκαετίες το αμερικανικό think tank, έχει συνδεθεί από ευρύτατη μερίδα Τούρκων αναλυτών και πολιτικών κύκλων σχεδόν με το σύνολο των συνωμοσιών εις βάρος της Τουρκίας που ξεκινούσαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η RAND κατηγορείται μεταξύ άλλων ότι είτε γνώριζε, είτε ενεθάρρυνε, είτε ακόμη ότι και σχεδίασε στρατιωτικά πραξικοπήματα στην Τουρκία από τη δεκαετία του ’70.
H επανεμφάνιση ενός στρατηγού από το παρελθόν
Παράλληλα με τα σενάρια πραξικοπήματος, μία σύγκρουση του προέδρου Ερντογάν με τον πρώην αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων στρατηγό ε.α. Ιλκέρ Μπάσμουγ, ήλθε να προκαλέσει νέα τρικυμία στα ήδη ταραγμένα νερά της τουρκικής πολιτικής σκηνής.
Ο στρατηγός Μπάσμπουγ επέκρινε τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ, ότι ευθύνονται για τη δράση των Γκιουλενιστών, οι οποίοι κατηγορούνται από την κυβέρνηση για την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.
Ο απόστρατος πλέον, ο οποίος υπήρξε αρχηγός του γενικού επιτελείου από το 2008 έως το 2010 και φυλακίστηκε στη συνέχεια για το σχέδιο συνωμοσίας που έγινε γνωστό με την κωδική ονομασία «Εργκενένκον», υποστήριξε εμμέσως ότι το κυβερνών ΑΚΡ ευθύνεται για το πραξικόπημα του 2016, επειδή με σχέδιο νόμου που κατέθεσε το 2009 άνοιξε το δρόμο να δικάζονται οι στρατιωτικοί από πολιτικά δικαστήρια.
«Ας ψάξουν τους πολιτικούς που στις 26 Ιουνίου 2009 έφεραν αυτό το νομοσχέδιο» είπε ο Μπασμπούγ, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου.
Ο πρόεδρος Ερντογάν δεν άφησε τη δήλωση αυτή να «πέσει κάτω» και αντέδρασε με ιδιάιτερη σφοδρότητα. Υποστήριξε ότι η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση αποσκοπούσε στο να εμποδίσει την εκδήλωση πραξικοπήματος και να τερματίσει μία πρακτική που στο παρελθόν προσέφερε τη νομική βάση που ενεθάρρυνε του κινηματίες αξιωματικούς. Ο Τούρκος πρόεδρος ζήτησε από όλους τους βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος του να καταθέσουν μήνυση, επειδή όπως είπε με τις δηλώσεις του Μπάσμουγ θίγεται η Εθνοσυνέλευση.
Λίγο αργότερα, ανακοινώθηκε από το ΑΚΡ ότι θα καταθέσει μηνυτήρια αναφορά κατά του πρώην επιτελάρχη.
Ο στρατηγός Μπασμούγ, μαζί με εκατοντάδες -αν όχι χιλιάδες- άλλους αξιωματικούς, ανήκει σε εκείνη τη μερίδα των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων που απομακρύνθηκαν από το στράτευμα κατά τη διακυβέρνηση Ενρτογάν, στο πλαίσιο της σύγκρουσης του κυρίαρχου πολιτικού Ισλάμ που εκπροσωπούσε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) με τους κεμαλιστές, προπύργιο των οποίων ήταν οι Ένοπλες Δυνάμεις. Ο Μπασμπούγ και οι αξιωματικοί γύρω από αυτόν που υπέστησαν διώξεις την εποχή εκείνη, κατηγορούμενοι ότι έλαβαν μέρος σε διάφορα σχέδια συνωμοσίας, με τα πλέον γνωστά το «Εργκενέκον» και τη «Βαρτιοπούλα», αποφυλακίστηκαν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και η σύγκρουσή τους με τον πρόεδρο Ερντογάν φάνηκε προς στιγμήν να καταλαγιάζει. Η πρόσφατη δημόσια αντιπαράθεση των δύο ανδρών, ωστόσο, αποκαλύπτει με τον πλέον επίσημο τρόπο ότι αυτή η, εξ ανάγκης, «εκεχειρία» του Ερντογάν με αυτή τη ριζοσπαστική μερίδα των Τούρκων αξιωματικών αποτελεί πλέον παρελθόν.
Ο ρόλος του Ακάρ
Την ίδια ώρα, ιδιαίτερη καχυποψία στους κύκλους του προέδρου Ερντογάν έχει προκαλέσει το σκέλος της έκθεσης της RAND Corporation, το οποίο επιβεβαιώνει ότι ο Τούρκος υπουργός Αμυνας, Χουλουσί Ακάρ, διατηρεί στενές επαφές με τις ΗΠΑ και τούτο σε μια χώρα, όπου το 90% του πληθυσμού της διακατέχεται από έντονα αντι-αμερικανικά αισθήματα.
«Εν μέσω όλης αυτής της αναταραχής, ο Χουλουσί Ακάρ παρέμεινε καίριος συνομιλητής με τον αμερικανικό αλλά και με άλλους στρατούς τους εξωτερικού» σημειώνει η έκθεση και πρσθέτει: «Η διατήρησή του στη θέση του αρχηγού του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων το 2017 και ο συνακόλουθος διορισμός του ως υπουργού Άμυνας τον Ιούλιο του 2018 στην πρώτη προεδρική θητεία υπό το νέο προεδρικό σύστημα εκτελεστικής εξουσίας υποδηλώνουν ότι θα εξακολουθήσει να αποτελεί ηγετική φιγούρα για αρκετό καιρό ακόμα σε ό,τι αφορά τα ζητήματα της τουρκικής Άμυνας», προσέθετε σχετικά η RAND Corporation.
Ο Χουλουσί Ακάρ, ως αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων τον Ιούλιο του 2016, διαδραμάτισε έναν κρίσιμο ρόλο στην καταστολή του πραξικοπήματος, αρνούμενος να συνεργαστεί με τους κινηματίες στρατιωτικούς, οι οποίοι μετά από αυτό τον κράτησαν όμηρο. Έκτοτε, ξεκίνησε η πολιτική συνεργασία του με τον Ερντογάν, ο οποίος τον έβαλε στην κυβέρνηση ως υπουργό Αμυνας και αποτέλεσε τον συνδετικό κρίκο της κυβέρνησης με το στράτευμα, αλλά και την αιχμή του δόρατος στις εκκαθαρίσεις γκιουλενιστών στρατιωτικών από τις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων που ακολούθησαν. Έτσι, η αναφορά του ονόματός του στην επίμαχη έκθεση μόνο ως τυχαία δεν εκλαμβάνεται από κυβερνητικά στελέχη.
Ο ίδιος ο Ακάρ, υπό το βάρος των ισχυρισμών της RAND Corporation, αναγκάστηκε να τοποθετηθεί επί του θέματος: «Μετά λύπης μου έλαβα την έκθεση της RAND. Τα σχόλια εντός αυτής για το άτομό μου, τον τουρκικό στρατό και το Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας γράφτηκαν με τρόπο ανειλικρινή, ώστε να χρησιμοποιηθούν από κύκλους που θέλουν να σπείρουν τη διχόνοια ανάμεσά μας».
Κάποιοι φίλοι ήλθαν από τα παλιά
Η αλληλουχία των πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό της Τουρκίας δεν εξαντλείται εδώ.
Ο πρόεδρος Ερντογάν, σε μία τέτοια στιγμή, βρίσκει απέναντι του και τους πρώην πολύ στενούς συνεργάτες του, με τους οποίους ξεκίνησαν μία πολιτική πορεία, που ομολογουμένως -ανεξαρτήτως αν συμφωνεί κανείς με τις απόψεις του ή όχι- έμελλε να μεταμορφώσει τη χώρα.
Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην πρωθυπουργός, πρώην υπουργός Εξωτερικών και πρώην πρόεδρος του ΑΚΡ, λίγο πριν από την εκδήλωση του πραξικοπήματος του 2016 είχε διαχωρίσει το δρόμο του από τον Ερντογάν. Πρόσφατα, προχώρησε στην ίδρυση δικού του πολιτικού φορέα, το Κόμμα του Μέλλοντος, το οποίο παρά τις μη ικανοποιητικές μέχρι στιγμής δημοσκοπικές του επιδόσεις, σίγουρο είναι ότι αφαιρεί δυνάμεις από το ΑΚΡ.
Το ίδιο και ο άλλοτε έμπιστος του προέδρου Ερντογάν, γνωστός στην Ελλάδα από την εποχή που ήταν υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Αλί Μπαμπατζάν. Και με αυτόν οι δρόμοι του Ερντογάν έχουν χωρίσει.
Η πιο ηχηρή ωστόσο επιστροφή στο πολιτικό προσκήνιο ήταν η επιστροφή του πρώην προέδρου της χώρας, Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Ο Γκιουλ υπήρξε επί σειρά ετών, όχι απλώς στενός και έμπιστος συνεργάτης του Ερντογάν, αλλά και το πολιτικό του alter ego. Ήταν δίπλα του όταν το 2001 ίδρυσε το ΑΚΡ. Τα δύσκολα χρόνια που απαγορευόταν στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας λόγω πολιτικής καταδίκης του, ο Γκιουλ ήταν εκείνος που σήκωσε το βάρος του κόμματος και της κυβέρνησης, ως τοποτηρητής του. Αργότερα έγινε ο πρώτος ισλαμιστής Πρόεδρος της Δημοκρατίας (η σύζυγος μάλιστα του οποίου κάλυπτε το κεφάλι της με ισλαμική μαντήλα) και έπαιξε κρίσιμό ρόλο στο ξήλωμα των κεμαλικών μηχανισμών από του τουρκικό κράτος. Παράλληλα, από την εποχή της πρωθυπουργίας του και τη θητεία του στο υπουργείο Εξωτερικών έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στο εξωτερικό και συνέβαλε στη προβολή της θετικής εικόνας του Ταγίπ Ερντογάν στους διεθνείς κύκλους, ως ενός ηγέτη που προωθούσε την εποχή εκείνη δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Με μία συνέντευξη, που προκάλεσε αίσθηση, ο Αμπντουλάχ Γκιουλ, επέστρεψε με επικριτική διάθεση. Χαρακτήρισε λάθος την επιλογή του πρώην συνοδοιπόρου του Προέδρου να αλλάξει το σύστημα διακυβέρνησης της χώρας σε προεδρικό. «Θεωρώ το κοινοβουλευτικό σύστημα πιο σωστό για την Τουρκία. Είναι κάτι που το έλεγα και όταν ήμουν πρόεδρος. Ποτέ στο παρελθόν η Εθνοσυνέλευση δεν είχε υποβαθμιστεί σε αυτό το επίπεδο. Η Τουρκία βιώνει αυτή την έλλειψη» δήλωσε ζητώντας επιστροφή στο προηγούμενο σύστημα.
Ο πρώην πρόεδρος, κλείνοντας ουσιαστικά το μάτι στην Ουάσινγκτον, επέκρινε τον Ερντογάν και για την προσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία. Είπε πως είναι κρίσιμο λάθος η αγορά του αντιαεροπορικού συστήματος S-400, που αποδυναμώνει τις ένοπλες δυνάμεις.
«Η δόση στις σχέσεις (σ.σ. με τη Ρωσία) έχει ξεφύγει από αυτή την άποψη. Ειδικά στο στρατιωτικό επίπεδο, το θέμα των S-400 ίσως είναι το πιο κρίσιμο. Στην τελική τα πάντα στις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι στα πρότυπα του ΝΑΤΟ. Από τα κράνη μέχρι την Αεροπορία και τον Στρατό Ξηράς. Από εκεί αντλούν οι ένοπλες δυνάμεις την ισχύ τους» ανέφερε.
O Αμπντουλάχ Γκιουλ υποστήριξε επίσης ότι η Τουρκία κάνει υπερβολική χρήση «σκληρής ισχύος» (hard power), γεγονός που μειώνει την αποτρεπτική της ισχύ. Ο ίδιος προτείνει αντ' αυτού να χρησιμοποιεί η χώρα «ήπια ισχύ» (soft power), γεγονός που «θα διευρύνει περαιτέρω την επιρροή της Τουρκίας». Όπως υποστηρίζει, όμως, η «ήπια ισχύς» ξεκινάει από το εσωτερικό και για αυτό ζητά από την κυβέρνηση να οδηγήσει την Τουρκία στο δρόμο των ελευθεριών. Κατά τον Γκιουλ, αυτό είναι το πλέον εύκολο, απαιτείται μόνο πολιτική βούληση και θα αλλάξει άρδην την πραγματικότητα και την εικόνα προς το καλύτερο.
Η συνέντευξη του Αμπντουλάχ Γκιουλ σχολιάστηκε από το Προεδρικό Μέγαρο, διά στόματος του συμβούλου του προέδρου Ερντογάν, Γιγίτ Μπουλούτ, ο οποίος υποστήριξε ότι με τη συνέντευξη Γκιουλ ολοκληρώνεται το «ιμπεριαλιστικό σχέδιο» και κατηγόρησε από τον Γκιουλ και τον Μπασμούγ μέχρι τα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι εξυφαίνουν σχέδια πραξικοπήματος και ότι μπορεί να αναλάβουν δράση οποιαδήποτε στιγμή.