ΚΟΣΜΟΣ

Το «δώρο» των ΗΠΑ στο Ισραήλ και η αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής στο Παλαιστινιακό

Το «δώρο» των ΗΠΑ στο Ισραήλ και η αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής στο Παλαιστινιακό
Oded Balilty/ΑΡΧΕΙΟΥ

«Η ίδρυση ισραηλινών οικισμών στη Δυτική Όχθη δεν είναι καθεαυτή ασύμβατη με το διεθνές δίκαιο»: Η δήλωση αυτή του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Μάικ Πομπέο πως οι εβραϊκοί οικισμοί στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη δεν αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο, προκάλεσε σωρεία διεθνών αντιδράσεων τόσο από τους Παλαιστινίους, όσο και από κράτη και οργανισμούς που θεωρούν την εποικιστική δραστηριότητα του Ισραήλ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη παράνομη.

Η απόφαση αυτή παρεκκλίνει από τη νομική γνωμοδότηση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ του 1978 που είχε αποφανθεί για τη μη νομιμότητα των οικισμών, δημιουργεί τετελεσμένα και θέτει νέα δεδομένα για το μέλλον των ειρηνευτικών συνομιλιών.

Όμως, τι ακριβώς ισχύει στη Δυτική Όχθη, τι συνεπάγεται η απόφαση της αμερικανικής διοίκησης και πού στοχεύει η πολιτική μεταστροφή της στο παλαιστινιακό;

Είναι παράνομοι οι οικισμοί βάσει διεθνούς Δικαίου;

Οι ισραηλινοί οικισμοί που αυτή τη στιγμή φιλοξενούν περίπου 600.000 Ισραηλινούς, είναι κοινότητες που χτίστηκαν από το Ισραήλ σε εδάφη που καταλήφθηκαν στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το 1967.

Αποτελούν εδώ και δεκαετίες μία από τις αιτίες διαμάχης μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, αλλά και βασικό αγκάθι στο μακρύ και δύσβατο δρόμο επίλυσης τού Παλαιστινιακού.

Η πλειονότητα της διεθνούς κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων και των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, θεωρεί τους οικισμούς παράνομους, βάσει της Τέταρτης Σύμβασης της Γενεύης που απαγορεύει τη μετακίνηση πληθυσμού μιας δύναμης κατοχής σε κατεχόμενο έδαφος.

Παρόλα αυτά, το Ισραήλ ισχυρίζεται πως η Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης δεν έχει de jure ισχύ στη Δυτική Όχθη, καθώς στην πραγματικότητα τα συγκεκριμένα εδάφη δεν είναι κατεχόμενα.

Το Ισραήλ επιμένει πως νομίμως βρίσκεται εκεί, ως αποτέλεσμα ενός αμυντικού πολέμου και πως το νομικό δικαίωμα των εβραϊκών οικισμών στην περιοχή, όπως αυτό αναγνωρίζεται από τη Βρετανική Εντολή για την Παλαιστίνη (Nations Mandate for Palestine) τού 1922 της Κοινωνίας των Εθνών, διατηρήθηκε και υπό τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Ποια ήταν η πρότερη αμερικανική θέση για τους οικισμούς;

Το 1978, η διοίκηση Κάρτερ αποφάσισε ότι η σύσταση οικισμών ήταν ασύμβατη με το διεθνές Δίκαιο. Το 1981, ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν διαφώνησε με τη συγκεκριμένη απόφαση, λέγοντας πως οι οικισμοί δεν ήταν «εγγενώς παράνομοι». Έκτοτε, οι ΗΠΑ υιοθέτησαν μία... «μεσοβέζικη» στάση, χαρακτηρίζοντας τους οικισμούς «παράτυπους» κι όχι «παράνομους» και παρέχοντας μία ιδιότυπη «ασυλία» στο Ισραήλ από τις, σε βάρος του, καταδικαστικές αποφάσεις από τα Ηνωμένα Έθνη.

Η διοίκηση του Ντόναλντ Τραμπ, σε σχέση με εκείνη του προκατόχου, Μπαράκ Ομπάμα, έχει επιδείξει μία πολύ ανεκτικότερη έως ευνοϊκή στάση απέναντι στην εποικιστική δραστηριότητα του Ισραήλ - κι όχι μόνο. Όπως, άλλωστε, τόνισε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών «αφού εξετάσαμε ενδελεχώς όλα τα επιχειρήματα αυτής της νομικής διαφωνίας, συμφωνήσαμε με τον κ. Ρίγκαν και καταλήξαμε πως η ίδρυση αποικιών Ισραηλινών πολιτών στη Δυτική Όχθη δεν αντιτίθεται καθεαυτή στο διεθνές δίκαιο».

Πόσο εφικτή είναι μία συμφωνία για τους οικισμούς;

Για χρόνια το Ισραήλ δηλώνει την ετοιμότητά του να κάνει «οδυνηρούς συμβιβασμούς για την ειρήνη» – κοινώς να αποσυρθεί από τα κατεχόμενα εδάφη. Στο παρελθόν έχει κατεδαφίσει οικισμούς στη χερσόνησο του Σινά και τη Γάζα, αλλά και τέσσερις μικρότερους οικίσκους στη Δυτική Όχθη το 2005.

Παρότι Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι έχουν πολλάκις φτάσει κοντά σε συμφωνία για την τύχη των υπαρχόντων οικισμών, στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων το ζήτημα πάντα αποδεικνύεται δυσεπίλυτο και οδηγεί σε ναυάγιο των ειρηνευτικών συνομιλιών.

Ιερουσαλήμ, εποικισμοί, κρατούμενοι, δημογραφικό: Οι πληγές και τα αγκάθια του παλαιστινιακού

Οι Παλαιστίνιοι επιμένουν πως η ύπαρξη των οικισμών στη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ – γη που προορίζουν για μελλοντικό κράτος – εμποδίζει τη δημιουργία ενός ενιαίου κράτους. Διαχρονικά αξιώνουν δε, το «πάγωμα» της εποικιστικής δραστηριότητας ως προϋπόθεση για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.

Ο Νετανιάχου, από την άλλη, έχει αποσαφηνίσει τη θέση του, δεσμευόμενος να μην καταστρέψει τους οικισμούς και εξετάζοντας ακόμη και το ενδεχόμενο προσάρτησής τους.

Ενδεχόμενη προσάρτηση από το Ισραήλ των συγκεκριμένων οικισμών, ωστόσο, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου, δημιουργώντας τετελεσμένα και για την Ιερουσαλήμ – την οποία το Ισραήλ θεωρεί ως την «αιώνια και αδιαίρετη» πρωτεύουσά του, παρότι η κατοχή του ανατολικού τομέα της θεωρείται παράνομη από το διεθνές Δίκαιο και τη διεθνή κοινότητα.

Επαναπροσδιορισμός της αμερικανικής πολιτικής

Ωστόσο, η τελευταία αυτή εξέλιξη, της νομιμοποίησης των εβραϊκών οικισμών στη Δυτική Όχθη, είναι η τελευταία σε μία σειρά ενεργειών που καταδεικνύει πλήρη επαναπροσδιορισμό της αμερικανικής πολιτικής στο ζήτημα του Παλαιστινιακού.

Τον περασμένο Μάρτιο, με ένα Tweet ο πρόεδρος Τραμπ είχε ανακοινώσει την πλήρη αναγνώριση της κυριαρχίας του Ισραήλ στα Υψίπεδα του Γκολάν, πρωτοβουλία που επίσης είχε προκαλέσει την έντονη αντίδραση της διεθνούς κοινότητας.

Πριν από δύο χρόνια, άλλωστε, οι ΗΠΑ αποφάσισαν τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, κίνηση που επί της ουσίας συνιστούσε αναγνώριση της διαφιλονικούμενης πόλης ως πρωτεύουσας του κράτους του Ισραήλ.

Γιατί η Ιερουσαλήμ δεν αναγνωρίζεται ως πρωτεύουσα του Ισραήλ

Κι έπειτα, η διοίκηση Τραμπ έχει διακόψει κάθε χρηματοδότηση της αρμόδιας υπηρεσίας του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες και έχει αναστείλει τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας στην Παλαιστινιακή Αρχή – την οποία κατηγορεί για χρηματοδότηση τρομοκρατών και υπονόμευσης της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Προς τι η αλλαγή αυτή πολιτικής;

«Όπως ακριβώς με τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, το 2017, η δραματική αυτή νέα στάση επί των εβραϊκών οικισμών – που θεωρούνται παράνομοι από τα Ηνωμένα Έθνη και την Ε.Ε – αποδυναμώνει περαιτέρω την παλαιστινιακή θέση και επικυρώνει τις στενές σχέσεις Νετανιάχου – Τραμπ σε μία υπαρξιακή στιγμή για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό», γράφει ο Stephen Collinson στο CNN.

Όπως παρατηρούν οι αναλυτές, με την ευνοϊκή για το Ισραήλ αυτή απόφαση ο Ντόναλντ Τραμπ, όχι μόνο κλείνει το μάτι στη συντηρητική βάση του, αλλά προσφέρει ένα ανεκτίμητο πολιτικό δώρο στον Ισραηλινό πρωθυπουργό – που ίσως του εξασφαλίσει μία ανάσα πολιτικής ζωής, ή ακόμη και προβάδισμα για το σχηματισμό κυβέρνησης.

«Το πιο σημαντικό ίσως για τον πρόεδρο Τραμπ είναι πως η απόφαση της Δευτέρας είναι ένα δώρο στους συντηρητικούς Ευαγγελιστές ψηφοφόρους που υποστηρίζουν το Ισραήλ για λόγους ‘βιβλικής προφητείας’, αλλά και στους Αμερικανούς χορηγούς του που επίσης στηρίζουν τους δεξιούς πολιτικούς του Ισραήλ» προσθέτει ο Collinson.

Οι αντιδράσεις

Ενώ ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ασφαλώς χαιρέτισε την απόφαση, κάνοντας λόγο για αποκατάσταση ενός «ιστορικού λάθους», η αντίδραση των Παλαιστινίων ήταν έντονη, με τον επικεφαλής διαπραγματευτή των Παλαιστινίων, Σαέμπ Ερεκάτ να μιλά για αντικατάσταση του διεθνούς Δικαίου από το «νόμο της ζούγκλας» .

Οι Παλαιστίνιοι αξιώνουν εδώ και δεκαετίες την απομάκρυνση των εποίκων, επιμένοντας πως η παρουσία τους στη γη που οι ίδιοι οραματίζονται ως μέρος του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους, ναρκοθετούν κάθε προσπάθεια στην πραγμάτωση αυτού του σκοπού.

«Η ΕΕ καλεί το Ισραήλ να τερματίσει όλες τις εποικιστικές δραστηριότητες, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του ως δύναμη κατοχής», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Φεντερίκα Μογκερίνι.