ΚΟΣΜΟΣ

Γερμανία: Ομάδα νεοναζί δικάζεται με την κατηγορία ότι σχεδίαζε σειρά επιθέσεων

Φωτογραφία αρχείου (AP Photo)

Υπό αυστηρά μέτρα ασφαλείας ξεκινά σήμερα, Δευτέρα, η δίκη μιας μικρής νεοναζιστικής ομάδας, της Κέμνιτς, την οποία βαρύνουν υποψίες ότι σχεδίαζε να διαπράξει επιθέσεις στη Γερμανία, την ώρα που η ανησυχία για την κλιμάκωση της βίας της άκρας δεξιάς στη χώρα εντείνεται.

Οκτώ άνδρες ηλικίας από 21 ως 32 ετών θα οδηγηθούν ενώπιον του δικαστηρίου της Δρέσδης, πόλης της πάλαι ποτέ ΓΛΔ, κατηγορούμενοι για τη «συγκρότηση τρομοκρατικής οργάνωσης της άκρας δεξιάς», σύμφωνα με την ομοσπονδιακής εισαγγελίας της Καρλσρούης, καθ’ ύλην αρμόδια για υποθέσεις τρομοκρατίας.

Η ακροαματική διαδικασία θα γίνει σε μια αίθουσα όπου θα εφαρμοστούν δρακόντεια μέτρα ασφαλείας στο δικαστικό μέγαρο της πόλης της Σαξονίας, ομόσπονδου κρατιδίου που θεωρείται οχυρό της άκρας δεξιάς και όπου η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αναδείχθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου δεύτερο κόμμα με πάνω από το 27% των ψήφων, σε πολύ μικρή απόσταση από τους συντηρητικούς υπό την καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ.

Αναμένεται να κληθούν όχι λιγότεροι από 75 μάρτυρες στην έδρα. Η δίκη αναμένεται να διαρκέσει ως τον Απρίλιο του 2020.

Στους υπόπτους περιλαμβάνονται χούλιγκαν, νεοναζί και σκίνχεντ από την Κέμνιτς, που επίσης βρίσκεται στη Σαξονία, πόλη που μετατράπηκε στα τέλη του Αυγούστου του 2018 σε θέατρο αντιμεταναστευτικών ακροτήτων, συμπεριλαμβανομένου του «κυνηγιού μεταναστών» στους δρόμους, έπειτα από τον φόνο ενός Γερμανού για τον οποίο κατηγορήθηκαν μετανάστες.

«Επαναστατικοί» σκοποί

Μολονότι δεν υπάρχει κάποια απόδειξη ότι πήραν μέρος στα επεισόδια στην Κέμνιτς, οι κατηγορούμενοι έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιό τους περίπου εκείνη την περίοδο, στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2018, με τη δημιουργία της ομάδας ανταλλαγής μηνυμάτων «Επανάσταση της Κέμνιτς».

«Οι ύποπτοι επιδίωκαν την πραγμάτωση επαναστατικών σκοπών» και την «υπονόμευση του δημοκρατικού Κράτους του Δικαίου», σύμφωνα με την εισαγγελία, που επικαλείται έγγραφα και δεδομένα που κατασχέθηκαν.

Σχεδίαζαν να διαπράξουν «βίαιες επιθέσεις και επιθέσεις με τη χρήση πυροβόλων όπλων» εναντίον ξένων και προσώπων με διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις και κοινωνικά φρονήματα από τα δικά τους, σύμφωνα με την ίδια πηγή, και κατέβαλαν προσπάθειες για τον σκοπό αυτό να προμηθευτούν ημιαυτόματα όπλα.

Σκόπευαν να πλήξουν το Βερολίνο την 3η Οκτωβρίου, επίσημη αργία προς τιμή της επανένωσης της Γερμανίας, πάντα σύμφωνα με την εισαγγελία, που δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για το συγκεκριμένο σχέδιο.

Όλα έμειναν στο στάδιο του σχεδιασμού: στην πλειονότητά τους οι άνδρες αυτοί συνελήφθησαν την 1η Οκτωβρίου 2018, ενώ ο φερόμενος ως ηγέτης τους Κρίστιαν Κάιλμπεργκ, 32 ετών, είχε φυλακιστεί δύο εβδομάδες νωρίτερα, αφού επιτέθηκε σε ξένους στην Κέμνιτς.

Η «ομάδα Φράιταλ», άλλο νεοναζιστικό γκρουπούσκουλο της Σαξονίας, πέρασε στη δράση το 2015, στο αποκορύφωμα της κρίσης των προσφύγων και των μεταναστών.

Τα οκτώ μέλη της άρχισαν να δικάζονται τον Αύγουστο του 2018 στο ίδιο δικαστήριο της Δρέσδης και καταδικάστηκαν σε ποινές από 4 χρόνια φυλάκιση ως 10 χρόνια κάθειρξη για πέντε επιθέσεις με εκρηκτικούς μηχανισμούς εναντίον εστιών φιλοξενίας, στις οποίες τραυματίστηκε ένας άνθρωπος, και εναντίον ακτιβιστών της αριστεράς.

«Αυξανόμενος» κίνδυνος

Η νέα δίκη καταγράφεται λίγο καιρό αφότου η χώρα συγκλονίστηκε από τη δολοφονία τοπικού αιρετού της συντηρητικής παράταξης που αποδόθηκε σε έναν νεοναζί, εξέλιξη που έφερε εκ νέου στον αφρό τους φόβους περί νέας «φαιάς» τρομοκρατίας.

Ο συντηρητικός υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ έχει κάνει λόγο για «σήμα συναγερμού» και για «αυξανόμενο κίνδυνο» προερχόμενο από βίαιους εξτρεμιστές της άκρας δεξιάς.

Η τραγωδία, που εκτυλίχθηκε στην Κάσελ (δυτικά), έφερε επίσης στο φως τις πιέσεις που ασκούν ριζοσπαστικοποιημένα άκρα σε τοπικούς αιρετούς, αλλά και το ότι υπάρχουν πολλές και διάφορες «μαύρες λίστες», όπως αυτή που είναι γνωστό ότι κατάρτιζε η νεοναζιστική ομάδα εκτελεστών NSU, που διέπραξε τους φόνους τουλάχιστον δέκα μεταναστών και μιας αστυνομικίνας της αστυνομίας στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Άλλο ανησυχητικό δεδομένο: η ριζοσπαστική ακροδεξιά προμηθεύεται ολοένα περισσότερα όπλα κάθε είδους — πιστόλια, τουφέκια, εξοπλισμό που χρησιμεύει για την κατασκευή εκρηκτικών, μαχαίρια κ.λπ. — όπως αποκάλυψε η απάντηση του υπουργείου Εσωτερικών σε ερώτηση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος Η Αριστερά (Die Linke), που δημοσιοποιήθηκε το Σάββατο.

Η αστυνομία κατέσχεσε συνολικά 1.091 όπλα το 2018, έναντι 676 την αμέσως προηγούμενη χρονιά, εντός των ορίων ερευνών που διενεργήθηκαν για 563 αδικήματα τα οποία αποδόθηκαν σε εξτρεμιστές της άκρας δεξιάς, συμπλήρωσε το υπουργείο, το οποίο επιβεβαίωσε πληροφορίες που μετέδωσε το δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ARD.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης