Μήνυμα σε μπουκάλι: Πώς δύο ορειβάτες έσωσαν μία οικογένεια που εγκλωβίστηκε σε καταρράκτη
Ο Κέρτις Γουίτσον είναι ζωντανός σήμερα από… τύχη και επειδή δύο άγνωστοι «ψάρεψαν» από ποταμό το σημείωμα που είχε βάλει μέσα σε ένα πράσινο μπουκάλι…
Ο Γουίτσον, ο 13χρονος γιος του και η σύντροφός του Κρίσταλ Ραμίρεζ αποφάσισαν να πάνε για πεζοπορία στον ποταμό Σέκο, στην κεντρική Καλιφόρνια.
Τα πρωινά περπατούσαν στα βράχια και κολυμπούσαν στο ποτάμι ενώ τα βράδια κοιμόντουσαν σε sleeping bag κάτω από τα αστέρια… Ο Γουίτσον γνώριζε καλά την περιοχή, καθώς κάνει περίπου 20 τέτοια ταξίδια στην Καλιφόρνια κάθε καλοκαίρι.
Στόχος της οικογένειας ήταν να φτάσουν στον καταρράκτη και στη συνέχεια να συναντηθούν με κάποιους φίλους και να επιστρέψουν σε μια οργανωμένη κατασκήνωση.
Μετά από δύο μέρες, έφτασαν στο στενό του καταρράκτη – ένα σημείο με βράχια ύψους 12 μέτρων και από τις δύο πλευρές.
Ωστόσο, τα ρεύματα στο σημείο ήταν πολύ ισχυρά και η οικογένεια δεν μπορούσε να περάσει με ασφάλεια τον καταρράκτη.
«Η καρδιά μου σταμάτησε μόλις κατάλαβα ότι ο όγκος του νερού ήταν τέτοιος, που θα ήταν επικίνδυνο να κάνουμε καταρρίχηση» είπε ο Γουίτσον, που παράλληλα εξήγησε πως κανονικά στο σημείο υπάρχει ένα σχοινί στους βράχους για να μπορούν να περνούν οι ορειβάτες με ασφάλεια.
«Αυτή τη φορά, όμως, το σχοινί δεν ήταν εκεί» δήλωσε ο ίδιος στο CNNi.
Ο Γουίτσον και ο γιος του προσπάθησαν να αναρριχηθούν από άλλο σημείο, ωστόσο όλα τα μονοπάτια ήταν αδιέξοδα.
Παρότι η οικογένεια δεν μπορούσε να δει τίποτα στην άλλη πλευρά του καταρράκτη, άκουγαν φωνές… Προσπάθησαν να φωνάξουν βοήθεια αλλά δεν τους άκουσε κανένας.
Στη συνέχεια, χάραξαν τη λέξη βοήθεια σε ένα ξύλο και το πέταξαν προς την άλλη πλευρά… Κατάλαβαν, όμως, γρήγορα πως ένα ξύλο θα περνούσε μάλλον απαρατήρητο.
Ο Γουίτσον γύρισε τότε το βλέμμα του και είδε ένα πράσινο μπουκάλι νερού. Χάραξε τη λέξη «HELP», δηλαδή βοήθεια, στο εξωτερικό και η σύντροφός του έγραψε ένα σύντομο σημείωμα σε ένα κομμάτι χαρτί που είχαν για να κρατάνε σκορ παιχνιδιών.
«Το πέταξα και με μεγάλη τύχη, πέρασε πάνω από τον καταρράκτη…» είπε ο Γουίτσον.
Ελπίζοντας ότι θα είναι τυχεροί, επέστρεψαν σε ένα μικρό πλάτωμα στην όχθη του ποταμού όπου νωρίτερα είχαν καθίσει για φαγητό.
Πριν καθίσουν, άπλωσαν έναν μεγάλο μπλε μουσαμά και με λευκές πέτρες έγραψαν SOS.
Όταν ο ήλιος έδυσε, έβαλαν μια λάμπα με πετρέλαιο δίπλα στο μήνυμά τους για να φωτίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο.
«Το καλύτερο συναίσθημα…»
Κάποια στιγμή μετά τα μεσάνυχτα, η οικογένεια ξύπνησε από τον ήχο ελικοπτέρου.
«Είμαστε η ομάδα διάσωσης. Σας βρήκαμε» είπε κάποιος από το μεγάφωνο…
«Ήταν το καλύτερο συναίσθημα» είπε ο Γουίτσον, και συμπλήρωσε:
«Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο από αυτά τα λόγια».
Οι διασώστες είπαν στην οικογένεια να μην μετακινηθεί από το σημείο και ότι το πρωί θα έφτανε ομάδα για να τους βοηθήσει.
Ο Γουίτσον έμαθε στη συνέχεια πως δύο άνδρες βρήκαν το μπουκάλι με το σημείωμά τους ενώ έπλεε στο νερό. Στη συνέχεια, περπάτησαν μέχρι την κατασκήνωση και ενημέρωσαν τους υπεύθυνους του χώρου.
Έφυγαν, όμως, πριν διοργανωθεί η επιχείρηση διάσωσης και δεν είπαν τα ονόματά τους στους υπεύθυνους της κατασκήνωσης.
Ακόμη και σήμερα, ο Γουίτσον συγκινείται όταν σκέφτεται τους δύο αυτούς άνδρες αλλά και τους διασώστες που τους βοήθησαν.
Και πλέον θέλει να βρει τους δύο ορειβάτες που βρήκαν το μήνυμά του και έσωσαν την οικογένειά του.