ΚΟΣΜΟΣ

Ο Ερντογάν, η «γαλάζια πατρίδα» και ο αόρατος εχθρός

Ο Ερντογάν, η «γαλάζια πατρίδα» και ο αόρατος εχθρός
ASSOCIATED PRESS / POOL PHOTO

Ο ερχομός του Σεπτεμβρίου βρίσκει την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να επιμένει σε μια αδιάλλακτη στάση, με φόντο το Αιγαίο αλλά και ευρύτερα την ανατολική Μεσόγειο. Η παρουσία του προέδρου της γείτονος στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας και οι αναφορές του στις αλυτρωτικές θεωρίες περί «γαλάζιας πατρίδας» ενισχύουν την πεποίθηση πως η Άγκυρα δεν σκοπεύει να εγκαταλείψει, με κανέναν τρόπο, την ατραπό της σκληρής ρητορικής.

Το νέο στοιχείο που προστίθεται, στο εξής, στη διαλεκτική της τουρκικής προκλητικότητας αφορά σ' ένα χάρτη. Σ’ αυτόν απεικονίζεται μια έκταση 462.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στην οποία συμπεριλαμβάνονται σημαντικά τμήματα της ελληνικής θαλάσσιας επικράτειας. Μέχρι πρότινος, ο ίδιος ο Ερντογάν μιλούσε γι’ αυτή την περιβόητη «γαλάζια πατρίδα», χωρίς ωστόσο να υπάρχει σχετική γεωγραφική απεικόνιση ως προς την έκτασή της.

Όπως εκτιμάται από καλά ενημερωμένες πηγές επί των ελληνοτουρκικών, ο Ερντογάν επιμένει στους τακτικισμούς που έχουν ως αιχμή του δόρατος την επίδειξη πυγμής.

Ο ίδιος, μάλιστα, σε διάγγελμά του το βράδυ της περασμένης Κυριακής δεν δίστασε να κάνει λόγο για «απόπειρα πολιορκίας της Τουρκίας από τους γείτονές της, όπως συνέβαινε κι έναν αιώνα πριν».

«Η Τουρκία διεξάγει έναν μεγάλο πολιτικό και οικονομικό αγώνα στην ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο, με κάποιους να τάσσονται με τις θέσεις των αντιπάλων μας. Κάποιοι προσπαθούν να πολιορκήσουν την Τουρκία πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά και κάποιοι άλλοι, προκειμένου να μεγαλώσουν την πίτα τους, μεταφέρουν νερό στο μύλο των αντιπάλων μας. Γνωρίσαμε αυτή τη νοοτροπία και πριν από έναν αιώνα», ανέφερε ο Ερντογάν, μιλώντας από το Λευκό Παλάτι.

Στρατηγική και μοχλοί πίεσης

Σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, η στρατηγική του Τούρκου προέδρου έχει συγκεκριμένη στόχευση: Αφενός η Άγκυρα επιδιώκει να μείνει ζωντανή στο παιχνίδι των ενεργειακών διεκδικήσεων, έχοντας το βλέμμα της στραμμένο προς την κυπριακή ΑΟΖ, αφετέρου ο Τούρκος πρόεδρος διατρανώνει, σε κάθε δυνατή ευκαιρία, πως η χώρα του έχει συγκεκριμένα δικαιώματα σε ό,τι αφορά τη διαχείριση κι εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων.

Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι έχει πλέον απομονωθεί από τη διεθνή κοινότητα και έχει χάσει σημαντικούς διπλωματικούς πόντους απέναντι στις ΗΠΑ, με αφορμή το «τουρκικό παζάρι» που έστησε η Άγκυρα με τη Μόσχα, για την αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400. Υπό το πρίσμα αυτό, η τουρκική ηγεσία καταφεύγει στη σκληρή διαλεκτική απέναντι στην Ουάσινγκτον αλλά και τις Βρυξέλλες.

Απέναντι στην Ε.Ε. εφαρμόζει μια φανερά παρελκυστική πολιτική, κραδαίνοντας το προσφυγικό – μεταναστευτικό ως άλλο απειλητικό όπλο, ανοιγοκλείνοντας τη «στρόφιγγα» των μεταναστευτικών ροών κατά το δοκούν, γεγονός που μοιάζει να καθιστά τη σχετική συμφωνία Βρυξελλών – Άγκυρας «κενό γράμμα». Τις συνέπειες αυτής της κατάστασης βιώνει ήδη η Ελλάδα, καθώς το τελευταίο διάστημα οι αφίξεις προσφύγων και μεταναστών στα νησιά του βορείου Αιγαίου και της Δωδεκανήσου έχουν αυξηθεί σημαντικά.

Σε ό,τι αφορά της στάση της απέναντι στις ΗΠΑ, ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται τις λεπτές ισορροπίες που διαμορφώνονται στη Συρία, σε μια χώρα που εδώ και χρόνια μαστίζεται από εμφύλιο. Συνεχίζει δε το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, προκαλώντας νευρικότητα στην κυβέρνηση Τραμπ με τις εξοπλιστικές συμφωνίες που προωθεί με την Ρωσία.

Η πρόσφατη θερμή υποδοχή που επεφύλαξε ο Ρώσος πρόεδρος στον Τούρκο ομόλογό του στην Ρωσία, φανερώνει πως οι σχέσεις των δύο ηγετών παραμένουν πολύ ισχυρές.

Ακόμη και αμερικανικές στρατιωτικές πηγές σε αναφορές τους προς το Reuters επιβεβάιωσαν πως οι δύο χώρες βρίσκονται σε ένα θετικό momentum ως προς την περαιτέρω επέκταση της στρατηγικής αλλά και στρατιωτικής τους συνεργασίας.

«Κυνήγι μαγισσών»

Η στρατηγική αυτή μόχλευση, ωστόσο, που επιχειρεί σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα ο Ερντογάν, δεν είναι ικανή από μόνη της, ώστε να τον καταστήσει ως τον απόλυτο κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού, ιδίως στο εσωτερικό της χώρας του. Είναι επίσης βέβαιο ότι και η χρήση άλλων πρακτικών, όπως η διασύνδεση της κυβερνητικής προπαγάνδας με το ποδόσφαιρο, δεν είναι πλέον αρκετή, ώστε να κρατήσει ο Τούρκος πρόεδρος τον λαό με το μέρος του.

Υπό τα δεδομένα αυτά, ο ηγέτης του ισλαμιστικού κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) επιμένει στην ρητορική της πάταξης ενός εσωτερικού εχθρού. Αυτός ο εχθρός, από τις 15 Ιουλίου 2016, οπότε και σημειώθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης Ερντογάν, έως και σήμερα, έχει αλλάξει πρόσωπα και ιδιότητες.

Όντας άλλοτε ορατός κι άλλοτε αόρατος, έγινε το προσφιλέστερο θέμα διαλεκτικής για τον Τούρκο πρόεδρο. Πρόκειται για την οργάνωση FETO, με ηγέτη τον εξόριστο στις ΗΠΑ ιμάμη, Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο νούμερο ένα κίνδυνος για τη σταθερότητα της κυβέρνησης Ερντογάν.

Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία τρία χρόνια, ο Ερντογάν έχει επιδοθεί σε ένα πογκρόμ διώξεων σε βάρος δικαστικών, στρατιωτικών, εκπαιδευτικών και δημοσίων υπαλλήλων, η FETO φαίνεται πως εξακολουθεί να στοιχειώνει τον Τούρκο πρόεδρο.

Τη Δευτέρα, ο τουρκικός φιλοκυβερνητικός Τύπος αφιέρωνε εκτενή κείμενα για την παραίτηση συνολικά πέντε στρατηγών από τις ένοπλες δυνάμεις της γείτονος. Μάλιστα, η εφημερίδα Yeni Şafak, διά του αρχισυντάκτη της, Μπουλέντ Οράκογλου, ανέφερε πως «οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις θα καθαρίσουν πλήρως από τους τρομοκράτες της FETO».

Από τους πέντε στρατηγούς που, κατά την ίδια πηγή, παραιτήθηκαν, οι τρεις ήταν επικεφαλής στρατιών που επιχειρούν στη Συρία. Τούρκοι αναλυτές ανέφεραν στην εφημερίδα ότι «αυτό καταδεικνύει πως όχι μόνο δεν έχει καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός στις ένοπλες δυνάμεις στην Τουρκία, αλλά ότι υπάρχει ένα μέτωπο αντίστασης εναντίον του Ακάρ κι ότι η Συρία εκλαμβάνεται από τους Τούρκους στρατηγούς ως επιλογής “αυτοκτονίας” σε επίπεδο καριέρας».

Ωστόσο, οι αριθμοί επιβεβαιώνουν το πογκρόμ κατά διαφωνούντων και αντιφρονούντων: Σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ από το 2016 έως και σήμερα περισσότερα από 17.500 στρατιωτικά στελέχη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων έχουν αποταχθεί, ενώ από αυτά περίπου 2.000 ήταν πρώην ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί, με πολλούς από αυτούς να εκτίουν ακόμη και σήμερα πολυετείς ποινές κάθειρξης, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.

Όπως εκτιμούν διεθνείς αναλυτές, ο Ερντογάν βρίσκεται στο εξής σε ένα μονόδρομο που προωθεί εσωτερικά το φανατισμό και το μίσος ενάντια στον αόρατο εχθρό, ενώ εξωτερικά επιμένει σε μια στείρα ρητορική υψηλών τόνων και διεκδικήσεων, μέσω της επίδειξης ισχύος και της προβολής αλυτρωτικών θεωριών, όπως αυτή της περιβόητης «γαλάζιας πατρίδας».

Αυτή η τακτική είναι αδιέξοδη, επειδή κινείται πέρα από διεθνείς συνθήκες, καταπατά το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, ενώ ναρκοθετεί κάθε προσπάθεια ουσιαστικής συνεννόησης σε μια γεωστρατηγικά κρίσιμη περιοχή, όπως αυτή στην ανατολική Μεσόγειο.