ΥΠΕΞ σε Άγκυρα: Δεν δεχόμαστε μαθήματα για την εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης
«Η Ελλάδα δεν δέχεται μαθήματα για την εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης, του διεθνούς δικαίου και των αποφάσεων του ΕΔΑΔ, από την Τουρκία». Αυτό απαντά ο εκπρόσωπος του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών στην Άγκυρα που κατηγόρησε την Αθήνα για παραβίαση της Συνθήκη υποστηρίζοντας πως «δεν αναγνωρίζει τους μουφτήδες που εκλέγονται από την τουρκική μειονότητα».
«Τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, όπως την ορίζει σαφώς η Συνθήκη της Λωζάννης αλλά επιμένει να αγνοεί η Τουρκία, απολαμβάνουν ίσα δικαιώματα όπως όλοι οι Έλληνες πολίτες, στο πλαίσιο της ισονομίας και της ισοπολιτείας που κατοχυρώνει το Σύνταγμα», σημείωνε ο Αλέξανδρος Γεννηματάς και προσθέτει:
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα προχωρά σταθερά στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την περαιτέρω αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των μελών της μουσουλμανικής μειονότητας. Στην κατεύθυνση αυτή, θεσμοθέτησε πρόσφατα και συγκεκριμένα μέτρα που αφορούν στη σαρία, για τα οποία εξέφρασε τα συγχαρητήριά του το ΕΔΑΔ, ενώ προέβη σε συνακόλουθη βελτίωση της λειτουργίας των Μουφτειών, που διατηρούν δικαστικές αρμοδιότητες, για την εμπέδωση χρηστής και αποτελεσματικής διοίκησης, με εγγυήσεις για τους διάδικους που απευθύνονται στις Μουφτείες. Προφανώς η αναφορά στην ίδρυση νέας κρατικής υπηρεσίας είναι αναληθής.
«Η Τουρκία οφείλει να τερματίσει την παρεμβατική λογική της και την αναπαραγωγή απαράδεκτων δηλώσεων και να κατανοήσει αφενός ότι τα ανωτέρω είναι αποκλειστικά εσωτερική υπόθεση της Ελλάδας και, αφετέρου, την αδυσώπητη πραγματικότητα της ιστορίας και των αριθμών που καταδεικνύουν ότι η μουσουλμανική μειονότητα που διαβιοί στην Θράκη, απολαμβάνει τις ελευθερίες και τα δικαιώματά της. Επιπλέον, αναπτύσσεται απρόσκοπτα, εντός μιας σύγχρονης, ευρωπαϊκής χώρας», καταλήγει η ανακοίνωση.
«Πυρά» από την Άγκυρα
Σημειώνεται πως τον έντονο εκνευρισμό της Άγκυρας προκάλεσε η υπογραφή του προεδρικού διατάγματος που ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, υποθέσεις κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη αλλά και τον διορισμό των μουφτήδων, με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών να εγκαλεί την Αθήνα.
«Αυτή τη φορά, αντί να διορθώσει τις λάθος πρακτικές της, η Ελλάδα κλιμακώνει τις παραβιάσεις», ανέφερε ο Χαμί Ακσόι, εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ κατηγορώντας παράλληλα τη χώρα μας ότι θέτει υπό τον έλεγχό μιας νέας κυβερνητικής υπηρεσίας τον μουφτή και το έργο του.
«Το εν λόγω διάταγμα, το οποίο προβλέπει κανόνες για το διοικητικό καθεστώς, τη δομή και τις αρμοδιότητες των μουφτήδων είναι μια παραβίαση τους Συνθήκης της Λωζάννης του 1923, η οποία εγγυάται το δικαίωμα της μειονότητας να καθορίζει και να διαχειρίζεται τα θρησκευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα» ανέφερε ο Χαμί Ακσόι.
Μάλιστα, ο εκπρόσωπος Τύπου του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών υποστηρίζει πως το διάταγμα στοχεύει στην ισοπέδωση της αυτονομίας των μουφτήδων, μετατρέποντάς τους σε μια «κανονική κυβερνητικής υπηρεσία». «Αυτό δεν είναι αποδεκτό από την τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα».
Την ίδια ώρα, κατηγορεί τη χώρα μας ότι δεν συζήτησε με τους εκπροσώπους της μειονότητας ούτε έλαβε υπόψη τις θέσεις των ανθρώπων αυτών.
«Αντ’ αυτού, εμπιστεύτηκε ορισμένους κύκλους, υπεύθυνους για θρησκευτικά θέματα μέσα στην κυβέρνηση, να προετοιμάσουν το διάταγμα αυτό» είπε ο Ακσόι, ισχυριζόμενος πως οι άνθρωποι αυτοί είναι γνωστή πηγή προβλημάτων και πρακτικών καταπίεσης.
«Αυτό αποδεικνύει, για ακόμη μια φορά, ότι η ελληνική νοοτροπία απέναντι στη μειονότητα απέχει πολύ από τις καλές προθέσεις» ανέφερε, και συμπλήρωσε:
«Αυτό που πρέπει να κάνει η Ελλάδα είναι να αναγνωρίσει τους εκλεγμένους μουφτήδες και να αποτρέψει το λάθος των παρανόμως διορισθέντων μουφτήδων».
Κάλεσε, μάλιστα, την Ελλάδα να υλοποιήσει τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων για τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες απαγορεύτηκαν από τις ελληνικές αρχές επειδή περιείχαν τη λέξη «Τούρκος» στα ονόματά τους.
«Η Τουρκία θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τα συμφέροντα και τα δίκαια αιτήματα της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα και επαναλαμβάνει πως οποιαδήποτε βελτίωση των δικαιωμάτων της μειονότητας θα έχουν θετικό αντίκτυπο στις διμερείς μας σχέσεις» κατέληξε λέγοντας ο ίδιος.