ΚΟΣΜΟΣ

Έξι χρόνια μετά: Το «φάντασμα» του Ούγκο Τσάβες στοιχειώνει τη Βενεζουέλα

Έξι χρόνια μετά: Το «φάντασμα» του Ούγκο Τσάβες στοιχειώνει τη Βενεζουέλα
AP Photo/Andres Leighton

«Είναι ο πατέρας μου, ο αδερφός μου, ο καλύτερός μου φίλος», λέει στην κάμερα του BBC και τον πιάνουν τα κλάματα. Ο Χαβιέ Κάστρο, πρώην τοξικομανής και άστεγος, απεξαρτήθηκε, βρήκε δουλειά και ένα μικρό διαμέρισμα, χάρη στα κοινωνικά προγράμματα, τα οποία ο Ούγκο Τσάβες υλοποίησε αξιοποιώντας τον πετρελαϊκό πλούτο της Βενεζουέλας, της χώρας με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου, παγκοσμίως και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη και την αγάπη των λαϊκών τάξεων.

Με ένα αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Αντρές Πέρες στην πλάτη και 2,5 χρόνια πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, ο Ούγκο Τσάβες εξασφάλισε χάρη και αφέθηκε ελεύθερος, το 1994, από την κυβέρνηση Καλντέρα, η οποία δεν θεώρησε εκείνον ή το κίνημά του «επικίνδυνα». Ο ίδιος έμελλε να τους διαψεύσει.

Για τις τότε επικείμενες εκλογές του 2013, ο Τζόναθαν Γουάζτς, απεσταλμένος της Guardian στο Καράκας συνόψιζε τη σημασία επανεκλογής του πρώην αντισυνταγματάρχη και αλεξιπτωτιστή: «Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εκλογές της Κυριακής (7/10/2012) έχουν να κάνουν με το ποιος ελέγχει και διανέμει κάποια από τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου του πλανήτη. Για τους ιδεολόγους πρόκειται για μία πρώτης γραμμής μάχη μεταξύ μπολιβαριανού σοσιαλισμού και νεοφιλελευθερισμού. Αλλά για τους περισσότερους Βενεζουελάνους πρόκειται για την ασφάλεια, τη δικαιοσύνη και μία προσωπικότητα που κατά πολλούς εμπνέει περισσότερη αγάπη και απέχθεια από οποιονδήποτε άλλο πολιτικό στον κόσμο».

Η κληρονομιά του Τσάβες

Ήταν ο αρχιτέκτονας της αποκαλούμενης ‘μπολιβαριανής επανάστασης’ που ενέπνευσε μαζική και επί μακρόν στήριξη στο πρόσωπό του και οδήγησε στην επανεκλογή του με σαρωτικά ποσοστά το 2006 και το 2012, εκλογικοί θρίαμβοι που ερμηνεύτηκαν ως «ψήφος εμπιστοσύνης» του λαού στο σοσιαλιστικό του όραμα.

Στο πλαίσιο μίας επιθετικής κοινωνικής πολιτικής, το σχέδιο Bolívar 2000 ήταν το πρώτο που εφαρμόστηκε και προέβλεπε την ενεργοποίηση περί των 40.000 στρατιωτών, οι οποίοι πόρτα πόρτα ενεπλάκησαν σε μία σειρά ενεργειών για την καταπολέμηση της φτώχειας, μαζικών εμβολιασμών, σε διανομή φαγητού στις παραγκουπόλεις και μιας άνευ προηγουμένου εκστρατείας εκπαίδευσης. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις για την εκπαίδευση και μόρφωση τουλάχιστον 1,5 εκατομμυρίου αναλφάβητων ενηλίκων, την ανέγερση χιλιάδων οικιστικών μονάδων για τη στέγαση των οικονομικά ασθενέστερων και αστέγων, την δωρεάν υγεία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, την ανακατανομή του πλούτου και αναδιανομή γης που κατείχαν λίγοι μεγαλογεωκτήμονες, ντόπιοι ή ξένοι, σε πολίτες της Βενεζουέλας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, ΔΝΤ, ΟΗΕ, OPEC και άλλους διεθνείς οργανισμούς, από το 1999 και σε μία δεκαετία, το ποσοστό ανεργίας έπεσε από το 14,5% στο 7,6%. Το ποσοστό των πολιτών που ζούσαν σε ακραία φτώχεια μειώθηκε από το 23,4%, το 1999 στο 8,5% το 2011. Παράλληλα η παιδική θνησιμότητα έπεσε από τους 20 στους 13 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις ενώ ο αναλφαβητισμός σχεδόν εξαλείφθηκε (μεταξύ 2001 και 2007 ο πήγε από 7 στο 5%). Οι εξαγωγές πετρελαίου δε, εκτινάχθηκαν, με έσοδα που το 2011 ξεπερνούσαν τα 60 δισ. δολάρια (από 14,4 δις που ήταν το 1999).

«Ο Τσάβες έδωσε οριστικά μία ταυτότητα και ένα αίσθημα αυτοσεβασμού σε ανθρώπους που ένιωθαν αόρατοι και ξεχασμένοι. Κι αυτό που θα έχει διάρκεια με αυτό είναι πως οι άνθρωποι που ωφελήθηκαν θα συνεχίσουν να αξιώνουν συμμετοχή στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα», εξηγεί η Τζένιφερ Κακόι, του κέντρου Κάρτερ στην Ατλάντα στο CNN.

«Η πιο σπουδαία κληρονομιά του Τσάβες ήταν πως αποκατέστησε ένα θεμιτό παράπονο των συμπατριωτών του που δεν ήταν άλλο από την κοινωνική ανισότητα», σημείωνε τότε ο Μάικλ Σίφερ, πρόεδρος του Διαμερικανικού Διαλόγου, ένα κέντρο έρευνας πολιτικής της Ουάσινγκτον.

Ωστόσο, ο Τσάβες δεν ήταν μόνο ένας «σωτήρας» όπως τον έβλεπαν εκατομμύρια συμπατριώτες του. Ήταν και ένας δημαγωγός για πολλούς, δικτάτορας για άλλους που προκάλεσε χρόνιο διχασμό μεταξύ των πολιτών και οδήγησε τη Βενεζουέλα στην οικονομική και κοινωνική κατάρρευση.

Οι επικριτές του έχουν να του προσάψουν διαφθορά, παράδοση του ελέγχου της χώρας στους ναρκεμπόρους, αύξηση της εγκληματικότητας, (το αντίστοιχο ποσοστό αυξήθηκε από 25% το 1999 στο 45,1, το 2011), στήριξη των ηγετών «φασιστικών καθεστώτων» όπως η Λιβύη, το Ιράν και η Συρία, προσωποπαγή εξουσία στα όρια της δικτατορίας. Ως τη μεγαλύτερη αποτυχία, ωστόσο, του χρεώνουν πως δεν κατάφερε να αλλάξει το χαρακτήρα της Βενεζουέλας ως ‘petrostate’, κράτους δηλαδή με επικίνδυνα μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από το πετρέλαιο. Αυτό, σε συνδυασμό με τους εξωτερικούς δανεισμούς και μία σειρά ελλειμματικών πολιτικών, προλείανε το δρόμο για τα όσα θα ακολουθούσαν, επί προεδρίας πια του Νικολάς Μαδούρο. Γρήγορα, μετά το θάνατό του, η τιμή του πετρελαίου σημείωσε δραματική πτώση (χαρακτηριστικά, το 2014 κατρακύλησε από πάνω από 100 δολάρια το βαρέλι σε κάτω από 40!), ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε (φτάνοντας, το 2018, στο 830.000% σύμφωνα με το ΔΝΤ), χιλιάδες πολίτες αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν λόγω της έλλειψης βασικών αγαθών και της βίας.

Οι εκλογές του Οκτωβρίου του 2012 έμελλε να είναι οι τελευταίες της ζωής τού Ούγκο Τσάβες. Έκτοτε, έξι χρόνια μετά, ο Τσάβες (η προσωπικότητα και το έργο) παραμένει ένα από τα πιο αγαπημένα θέματα δημόσιας αντιπαράθεσης. Πολίτες και πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι, ντόπιοι και ξένοι εξακολουθούν να επιδίδονται σε μία ατέρμονη συζήτηση για το αν επρόκειτο για χαρισματικό ηγέτη ή μονομανή δικτάτορα, οραματιστή ή δημαγωγό, ήρωα ή προδότη της Βενεζουέλας.
Ο θάνατός του, μια μέρα σαν σήμερα το 2013, ήγειρε δε, το μεγάλο ερώτημα, αν ο λεγόμενος «τσαβισμός» μπορεί να επιβιώσει χωρίς εκείνον – ερώτημα που παραμένει αναπάντητο και, σήμερα ίσως περισσότερο από ποτέ, πιο επιτακτικό.