Ποιον επέλεξε ο Τραμπ για νέο υπουργό Δικαιοσύνης των ΗΠΑ
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε πως διορίζει στη θέση του υπουργού Δικαιοσύνης τον Ουίλιαμ Μπαρ, έναν Ρεπουμπλικανό νομικό ο οποίος είχε διατελέσει και πάλι υπουργός στην ίδια θέση στην αρχή της δεκαετίας του 1990 επί προεδρίας Τζορτζ Χ. Ου. Μπους.
«Τον είχα βάλει εξαρχής στην κορυφή της λίστας», δήλωσε ο Τραμπ μιλώντας σε δημοσιογράφους έξω από τον Λευκό Οίκο και χαρακτήρισε τον Μπαρ «καταπληκτικό» και «λαμπρό».
Ο Μπαρ θα αντικαταστήσει τον Τζεφ Σέσιονς, τον οποίο ο πρόεδρος έπαυσε τον περασμένο μήνα. Ως επικεφαλής του υπουργείου Δικαιοσύνης, θα είναι επίσης αρμόδιος για την ομοσπονδιακή έρευνα που διεξάγεται για τη φερόμενη ρωσική ανάμιξη στις αμερικανικές εκλογές.
Αν ο διορισμός του επικυρωθεί από τη Γερουσία, ο Μπαρ θα αναλάβει καθήκοντα από τον Μάθιου Γουίτακερ, ο οποίος ασκεί χρέη υπουργού Δικαιοσύνης αφότου ο Τραμπ έπαυσε τον Σέσιονς. Ο Γουίτακερ ήταν ο προσωπάρχης του Σέσιονς.
Ο Μπαρ είχε υποστηρίξει την αμφιλεγόμενη απόφαση του Τραμπ να απολύσει τον τότε διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμεϊ τον Μάιο του 2017, όταν ο Κόμεϊ διεξήγε την έρευνα για τη Ρωσία.
Μετά την απόλυση του Κόμεϊ, ανέλαβε την έρευνα ο ειδικός εισαγγελέας Ρόμπερτ Μιούλερ.
Ο Μπαρ έχει δηλώσει πως υπάρχουν περισσότεροι λόγοι να ερευνηθούν ενδεχόμενα αδικήματα από την αντίπαλο του Τραμπ κατά την προεδρική εκστρατεία, την Δημοκρατική Χίλαρι Κλίντον, απ' ό,τι να ερευνηθεί ενδεχόμενη συμπαιγνία ανάμεσα στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ και τη Ρωσία.
Ο Μάλερ είναι Ρεπουμπλικάνος και είχε διοριστεί από τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Ροντ Ρόζενστιν.
Ο Μπαρ έχει δηλώσει πως πολιτικές δωρεές δείχνουν ότι η ομάδα των εισαγγελέων του Μάλερ γέρνει προς τα αριστερά. Στο Twitter, ο Τραμπ τους αποκαλεί «17 θυμωμένους Δημοκρατικούς».
«Θα ήθελα απ' αυτόν να έχει περισσότερη ισορροπία σ' αυτή την ομάδα», είχε δηλώσει ο Μπαρ στην Washington Post τον Ιούλιο του 2017.
Ως υπουργός Δικαιοσύνης, ο Μπαρ θα έχει την τελική ευθύνη για τη ρωσική έρευνα, εκτός αν αρνηθεί αυτή την αρμοδιότητα. Ο Σέσιονς είχε αυτοαποκλειστεί από την επίβλεψη της έρευνας.