«Ποιος θα με θυμάται εμένα;»: Άνδρας με 200 παιδιά διηγείται την ιστορία της ζωής του
Ο Λουίς πήγαινε τακτικά με το ποδήλατό του στην τράπεζα σπέρματος, κρατώντας ένα σακουλάκι. Έπρεπε να φτάσει γρήγορα στην κλινική από το σπίτι του για να μην καταστραφεί το δείγμα. Μόλις έφτανε, το έβαζε μέσα σε ένα θερμαινόμενο χώρο και αμέσως μετά ανέβαινε στο ποδήλατό του και επέστρεφε στο μικρό του διαμέρισμα, στη βόρεια Ολλανδία.
Ο 30χρονος τότε τραπεζικός υπάλληλος, ζούσε μόνος του. Δεν είχε κάποια σύντροφο ούτε οικογένεια ή φίλους. Είχε, όμως, μια μυστική αποστολή… Από τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής του άρχισαν να τον βαραίνουν σοβαρά ερωτήματα για τη ζωή και το μέλλον του. «Άρχισα να σκέφτομαι: “Ποιος θα με θυμάται εμένα όταν θα πεθάνω; Ποιος θα μιλάει για εμένα; Ποιος θα με κληρονομήσει;» λέει ο ίδιος, και συμπληρώνει: «Νομίζω ότι ο μεγαλύτερος φόβος μας δεν είναι ο θάνατος αλλά το να μας ξεχάσουν…».
Έτσι, ο Λουίς κατάρτισε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο… Αφού δεν θα έκανε δικά του παιδιά με τον «φυσιολογικό τρόπο», τότε θα δώριζε σπέρμα με την ελπίδα κάποια στιγμή ένα από τα παιδιά του να τον αναζητήσει.
«Εάν έκανα 10 παιδιά με αυτόν τον τρόπο το σχέδιό μου δύσκολα θα είχε επιτυχία» λέει ο ίδιος, και συνεχίζει: «Αν έκανα, όμως, 100 ή περισσότερα;».
Μιλώντας για πρώτη φορά δημόσια μέσω βιντεοκλήσης, ο 68χρονος σήμερα Λουίς -δεν πρόκειται για το πραγματικό του όνομα αλλά αυτό που επέλεξε για να μιλήσει δημόσια- προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους που τον ώθησαν σε αυτή τη πράξη. Γνωρίζει ότι η περίπτωσή του έχει προκαλέσει ενόχληση και έχει εγείρει ερωτήματα για την ταυτότητα, τις οικογενειακές σχέσεις αλλά και την τεχνητή γονιμοποίηση.
Ο Λουίς γεννήθηκε στην Ολλανδία αλλά πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στη Νότια Αμερική, όπου είχε γεννηθεί ο γιατρός πατέρας του. Ο Λουίς τον έβλεπε σπάνια και η μητέρα του, νοσοκόμα, τον πήρε για να επιστρέψουν στην Ολλανδία όταν ήταν έξι ετών. Λίγο καιρό αργότερα, στην Ολλανδία επέστρεψε και ο πατέρας του.
Η σχέση του με τον πατέρα του ήταν πάντοτε δύσκολη. Υπήρξε, όμως, πλήρης διάρρηξη όταν ο Λουίς αποφάσισε να παρατήσει το πανεπιστήμιο. «Όταν ήμουν 21 έπιασα δουλειά σε μια τράπεζα και καθόμουν πίσω από μια γραφομηχανή, που μετά από χρόνια έγινε ηλεκτρονικός υπολογιστής. Το έκανα αυτό, συνολικά, για 39 χρόνια» θυμάται, και συνεχίζει: «Ο πατέρας μου δεν κατάφερε ποτέ να το καταλάβει αυτό. Αισθανόταν ότι μου είχε δοθεί μια ευκαιρία, την οποία εγώ πέταξα στα σκουπίδια».
Λόγω του ταραχώδους οικογενειακού περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσε, ο Λουίς δεν είχε ποτέ με καλό μάτι τον γάμο. Όπως γράφει η εφημερίδα Guardian, εάν οι γονείς του είχαν καλύτερη σχέση και είχε και αδέλφια, τότε πιθανώς και ο ίδιος να είχε δημιουργήσει οικογένεια. Ήταν ευτυχισμένος στη μοναξιά του…
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η νομοθεσία για τους δωρητές σπέρματος στην Ολλανδία ήταν πολύ χαλαρή.
Σήμερα, ένας δωρητής σπέρματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη γονιμοποίηση μόλις 25 ωαρίων.
Από το 1982 και για τα επόμενα 20 χρόνια, ο Λουίς δώριζε σπέρμα τρεις φορές την εβδομάδα σε τρεις διαφορετικές κλινικές.
Το 2002, ο Ολλανδός αποφάσισε ότι είχε κάνει πλέον αρκετά και σταμάτησε. Εκείνη την εποχή, ο ίδιος ήταν 50 ετών και τα μεγαλύτερα παιδιά του -όπου και αν βρίσκονταν- είχαν πλέον ενηλικιωθεί.
H ιστορία της Τζόις και τα 200 παιδιά
Μεγαλώνοντας, η 34χρονη σήμερα Τζόις Κουριέρ άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι δεν έμοιαζε τόσο πολύ με τον ξανθό και γαλανομάτη πατέρα της. Εκείνη είχε φακίδες και σγουρά καστανά μαλλιά.
«Οι γονείς μου μού έλεγαν ότι μοιάζω με τον παππού του παππού μου» λέει η ίδια. Μια μέρα, όμως, ένας από τους παππούδες της τής είπε ότι οι γονείς της είχαν χρησιμοποιήσει δωρητή σπέρματος για να τη φέρουν στον κόσμο. Η Τζόις ρώτησε τους γονείς της αλλά εκείνοι το αρνήθηκαν κατηγορηματικά.
Ήθελε να μάθει για τον βιολογικό της πατέρα αλλά δεν είχε ιδέα πού να ξεκινήσει. Εκείνη την εποχή δεν είχε πολλές επιλογές…
Το 2015 παρακολούθησε τυχαία μια εκπομπή της ολλανδικής τηλεόρασης, που λέγεται «Familie Gezocht» ή ελληνιστί «Αναζήτηση οικογένειας», και άκουσε την ιστορία της Αμάντα.
«Ήταν και αυτή νοσοκόμα, είχε σγουρά καστανά μαλλιά και είχαμε την ίδια φωνή» λέει η Τζόις, και συνεχίζει: «Στην εκπομπή προβλήθηκαν μωρουδιακές φωτογραφίες της και σκέφτηκα ότι ίδιες με τις δικές μου».
Η κοπέλα της εκπομπής φορούσε αντίστοιχα σκουλαρίκια με την Τζόις και είχε τατουάζ στον ίδιο ώμο.
Περίπου δύο εβδομάδες αργότερα, η Τζόις έστειλε ένα δείγμα του DNA της σε Ολλανδική οργάνωση που βοηθάει οικογένειες να επανενωθούν. «Ήμουν έγκυος σε δίδυμα όταν έμαθα ότι είχα 15 αδέλφια και πως ο πατέρας μου δεν ήταν ο πατέρας μου» λέει η ίδια.
Δείγμα του DNA του είχε δώσει και ο Λουίς, έτσι η οργάνωση κατάφερε να συνδέσει 15 παιδιά με τον ίδιο. Ο Λουίς υπολογίζει ότι έχει περίπου 200 παιδιά «πάνω-κάτω» αλλά δεν πιστεύει την οργάνωση που ισχυρίζεται ότι μπορεί να είναι ο βιολογικός πατέρας 1.000 παιδιών.
Η Τζόις δεν έχει πλέον σχέσεις με τους γονείς της. Παρότι τους είπε ότι το DNA της έχει ταυτοποιηθεί και πως γνωρίζει τον βιολογικό της πατέρα, οι γονείς της δεν παραδέχτηκαν ποτέ ότι είχαν χρησιμοποιήσει δωρητή σπέρματος.
Maaike
Τέσσερα χρόνια πριν από την ανακάλυψη της Τζόις, ο Λουίς παρακολουθούσε τηλεοπτική εκπομπή που ονομάζεται «Ποιος είναι ο πατέρας μου».
«Είπαν και τα ονόματα δύο αγοριών που ήθελαν να γνωρίσουν τον πατέρα τους. Ήταν οι Maaike και Matthijs. Και σκέφτηκα ότι αυτά τα δύο είναι δικά μου» είπε ο Λούις.
Ο δωρητής σπέρματος γνώριζε τα δύο αυτά ονόματα από το φθινόπωρο του 1989 όταν και είδε κατά τύχη ένα απόρρητο έγγραφο σε μια από τις κλινικές. Έγραφε τα ονόματα δύο παιδιών, Maaike και Matthijs, και μερικά βασικά στοιχεία για τον δωρητή σπέρματος: σκούρα μαλλιά, σκούρα μάτια και ομάδα αίματος A+.
«Σκέφτηκα ότι αυτά είναι παιδιά μου. Και σημείωσα τα ονόματα» είπε ο ίδιος, και συμπλήρωσε: «Κοίταξα προς το σωστό σημείο τη σωστή ώρα… Το ίδιο και το 2011 όταν παρακολούθησα την εκπομπή».
Μιλώντας στην εκπομπή, οι δίδυμοι έλεγαν πως ελπίζουν μια μέρα να γνωρίσουν τον πατέρα τους. «Κοίταξα με μεγαλύτερη προσοχή και είδα ότι μου μοιάζουν… Ήταν σαν μια έκρηξη μέσα μου» είπε ο Λουίς, που επικοινώνησε με την εκπομπή και έστειλε ένα δείγμα DNA.
Λίγο καιρό αργότερα έλαβε ένα τηλεφώνημα και ενημερώθηκε ότι οκτώ παιδιά, σε εκείνη τη φάση, αναζητούσαν τον πατέρα τους. Η πρώτη συνάντηση με παιδιά του πραγματοποιήθηκε το 2011, όταν ο Λουίς κανόνισε μέσω μιας οργάνωσης να δει έναν από τους γιους και μια κόρη του.
«Δεν υπήρξαν δάκρυα αλλά έντονα συναισθήματα» λέει ο Λουίς…
«Ήταν δύσκολο γιατί ήθελαν να μάθουν τα πάντα για εμένα και εγώ προσπάθησα να τους τα πω… Έπρεπε, όμως, και να μάθω να ακούω. Αλλά ήταν δικά μου. Και υπήρχαν πραγματικά» είπε ο ίδιος.
Έκτοτε, ο Λουίς έχει συναντήσει περί τα 40 από τα 57 παιδιά που γνωρίζει με βεβαιότητα ότι είναι δικά του.
Όπως γράφει η εφημερίδα «Τhe Guardian», ιδιαίτερα συναισθηματική ήταν και η συνάντηση του Λουίς με την Τζόις.
«Όλα όσα ήθελα να μάθω για τον αυτό μου, όλες οι απαντήσεις που αναζητούσα από τότε που ήμουν 16 ετών ο άνθρωπος αυτός μού τις έδωσε μέσα σε 90 λεπτά» αναφέρει η Τζόις, που έκτοτε έχει γνωρίσει και την Αμάντα -την αδελφή της με το τατουάζ που είχε δει στην τηλεόραση.
«Είναι σαν να γνωριζόμαστε χρόνια….» αποκαλύπτει η ίδια.