«Η Γερμανία μας αγκάλιασε»: Οι ιστορίες Ελλήνων οικονομικών μεταναστών
«Guten Morgen!». Καλημερίζουμε στα γερμανικά τον πεντάχρονο Γιάννη και τους γονείς του, νέους μετανάστες στη Γερμανία, που κάνουν διακοπές στη Χαλκιδική.
«Εδώ στην Ελλάδα μόνο "καλημέρα" λέμε!» απαντά φωνάζοντας ο μικρός Γιάννης με όλο το θάρρος και άνεση. Από τα τρία του χρόνια έγινε μετανάστης στη Γερμανία, όπου ο πατέρας του βρήκε δουλειά.
Στην πτήση Μόναχο - Θεσσαλονίκη, στα μέσα του Ιουλίου, υπήρχαν πολλοί Γερμανοί τουρίστες και πολλοί Έλληνες που ήρθαν για διακοπές στην πατρίδα. Κατά την προσγείωση, πολλά μικρά παιδιά άρχιζαν ενθουσιασμένα να φωνάζουν: «Ελλάδα Ελλάδα Ελλάδα! Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη! Θεσσαλονίκη!». Χειροκροτήματα επιβατών ακολούθησαν τα επιφωνήματα των παιδιών, επιβραβεύοντας ταυτόχρονα τους πιλότους, που ομαλά προσγείωσαν το αεροπλάνο.
«Περίπου δυο χρόνια μένουμε στη Γερμανία. Το παράξενο είναι ότι τα παιδιά μας νοσταλγούν περισσότερο την Ελλάδα απ’ ό,τι εμείς, οι γονείς τους, που βρήκαμε στη Γερμανία μεγάλη συμπαράσταση» λέει στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο ειδήσεων η Βαλεντίνη Π., που στη Γερμανία ακολούθησε τον δρόμο των σπουδών για την αναγνώριση του πτυχίου της, προκειμένου να βρει αργότερα κατάλληλη εργασία. Ο Παύλος Αγκντζίεβ, ο σύζυγος της, εργάζεται σκληρά ως εργάτης, 10-12 ώρες την ημέρα, καταφέρνει να στηρίξει την οικογένεια αλλά και τις προσπάθειες της συζύγου για σπουδές.
Ο Παύλος και η Βαλεντίνη είναι και οι δύο παιδιά παλιννοστούντων, που σε ηλικία δύο - τριών χρόνων ήρθαν στην Ελλάδα σφιχταγκαλιασμένοι με τους γονείς τους από τη Γεωργία και τη Ρωσία αντίστοιχα. Μετά από 25 χρόνια αναγκάστηκαν και οι ίδιοι να φύγουν μετανάστες στη Γερμανία, μαζί με το δικό τους παιδί, τον τρίχρονο γιο τους, Γιάννη.
«Το καλό είναι ότι μένουμε σε μια γειτονιά με οικογένειες Ελλήνων παλιννοστούντων, που μεγάλωσαν, όπως και εμείς, στην Ελλάδα. Μιλάμε μεταξύ μας τις δυο γλώσσες: ελληνικά και ρωσικά, αλλά μαθαίνουμε με μεγάλη προσπάθεια και γερμανικά, γιατί το μέλλον μας πλέον είναι στη Γερμανία» λέει η Βαλεντίνη.
Μετανάστης από γονείς μετανάστες
Ο σαρανταπεντάχρονος Γρηγόρης Ατματζίδης γεννήθηκε στη Γερμανία από γονείς μετανάστες της εποχής του ‘60, του προηγούμενου αιώνα. Μεγάλωσε στην Ελλάδα, αφού οι γονείς του επέστρεψαν στην πατρίδα τους το 1976. Πριν μερικά χρόνια αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Γερμανία, ως οικονομικός μετανάστης κι αυτός.
«Οι γονείς μου ήταν εργάτες στις φάμπρικες, ενώ εμείς σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε τη πορεία μας στη Γερμανία. Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας και συνεχίζω τη δουλειά μου στην Γερμανία, του επιπλοποιού. Έχω δουλειά, καλό εισόδημα, ζω αξιοπρεπώς. Νιώθω τη Γερμανία δεύτερη πατρίδα, που με επανέφερε στη ζωή, τώρα μπορώ να βλέπω μέλλον!» λέει.
Και συμπληρώνει: «...η Γερμανία είναι ένα κράτος όπου δεν επιτρέπεται να μην σέβεσαι τον νόμο, οι πολίτες είναι νομοταγείς, έχουν άριστη σχέση με τη φορολογία και οι μετανάστες μόλις πατάνε το έδαφος της χώρας, μπαίνουν στο πνεύμα των Γερμανών, διαφορετικά δεν επιβιώνει κανείς εδώ...»
Για τη Γερμανία μιλάει με πολύ καλά λόγια και η αδελφή του, Ρένα, που μέσα στην απελπισία της οικονομικής κρίσης, πριν τέσσερα χρόνια έφυγε στη Γερμανία μαζί με τα νεογέννητα τρίδυμά της. «Είναι κράτος πρόνοιας με πολλές παροχές ως προς την οικογένεια και τα παιδιά, αλλά και την ανύπαντρη μητέρα. Στη Γερμανία δεν κοιτούν το χρώμα του προσώπου σου, αλλά σε κοιτάν στα μάτια και τη ψυχή, αυτό να λέγεται!», τονίζει.
Η Ρένα Ατματζίδου, σφιχταγκαλιασμένη με τα τρία της παιδιά, γιόρτασε τα 8α γενέθλια τους στις διακοπές στην Ελλάδα. «Παίρναμε καλά στην Ελλάδα, αλλά εγώ στη Γερμάνια ξανακέρδισα την αξιοπρέπειά μου!» σημειώνει.
Δεύτερη φορά μετανάστης, τρεις πατρίδες, με την Ελλάδα στην καρδιά
Ο 43χρόνος Θεοφάνης Τζάφας μεγάλωσε στην Αμερική. Τον έφεραν στην Ελλάδα οι γονείς του, νεογέννητο, την εποχή του '80. Όταν ήταν 15 χρόνων η οικογένεια του επέστρεψε στην Ελλάδα και μετά από χρόνια ζωής στην Ελλάδα, με την οικονομική κρίση, έφυγε μαζί με την σύζυγό του, στο Μόναχο της Γερμανίας. Δεύτερη φόρα μετανάστης, τρεις πατρίδες. Ποια από τις τρεις είναι περισσότερο στην καρδιά σου; ρωτάμε και απαντάει χωρίς να σκεφτεί: «Η Ελλάδα, γιατί σκέφτομαι ελληνικά!»
Ο Θεοφάνης στη Γερμανία είναι ηλεκτρολόγος, βρίσκει εργασίες μαζί με το συνεργείο του και παρόλο που δεν ξέρει -όπως λέει- καλά γερμανικά, συνεννοείται εύκολα.
Η Γαρυφαλλιά Καλυντέρη, σύζυγος του Θεοφάνη, γεννήθηκε στη Γερμανία όπου έχει τελειώσει το ελληνικό σχολείο. «Οι γονείς μου δεν ήξεραν τα γερμανικά, δούλευαν εργάτες στην φάμπρικα». Δύσκολα περάσαν και όμως κατάφεραν, μάς μεγάλωσαν, μάς σπούδασαν...» λέει.
Στην ερώτηση αν ένιωσε ότι αποκόπηκε από την Ελλάδα απαντά: «Στη Γερμανία νιώθαμε περισσότερο Έλληνες! Διατηρούσαμε τη γλώσσα στην καθημερινή επαφή, τις παραδόσεις, την ορθοδοξία... Αν και γεωγραφικά ήμασταν μακριά, οι καρδιές μας κτυπούσαν αγάπη για την πατρίδα»...
Στην αρχή της νέας χιλιετίας η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας οδήγησε τους γονείς της Γαρυφαλλιάς και την ίδια στην επιστροφή στην πατρίδα. Ωστόσο, έμειναν στην Ελλάδα μόνο επτά χρόνια και όπως λέει: «Κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της Ελλάδος, μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες επιστρέψαμε στη Γερμανία από τις αρχές του καλοκαιριού του 2015».
Φεύγοντας με τα μάτια στο μέλλον
Ο καφετζής Γιάννης Μουτσιάκης μεγάλωσε στη Γερμανία, ήταν τριών χρονών το 1991 όταν έφυγε μετανάστης με τους γονείς του.
«Οι γονείς μου έφυγαν για το καλύτερο μέλλον το παιδιών τους», λέει σε άπταιστα ελληνικά, χωρίς καμιά γερμανική προφορά.
«Τη γλώσσα μάθαμε και διατηρήσαμε λόγω του ελληνικού σχολείου που πήγαινα, στην ελληνική κοινότητα, όπου προσπαθούν να μιλούν όλοι μόνο ελληνικά». Ο Γιάννης ζει στο Μόναχο και έχει το ελληνικό καφενείο, που έγινε στέκι των Ελλήνων.
H καθηγήτρια και συγγραφές Ανγκέλικα Ντζόντλ (Angelika Jodl) σαράντα χρόνια διδάσκει τη γερμανική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, «Περίπου 4.000 φοιτητές πέρασαν από τα μαθήματά μου. Όλοι είναι ξένοι που φτάνουν στη Γερμανία για το καλύτερο μέλλον ή για σπουδές με σκοπό να επιστρέψουν στις πατρίδες τους» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Η Ανγκέλικα είναι και συγγραφέας τα έργα της μιλούν για διαφορετικότητα και την ανοχή.
Κουβαλώντας πολιτισμούς
Πρόσφατα ταξίδεψε στην Ελλάδα για να μάθει.. την ποντιακή διάλεκτο. «Η ηρωίδα στο νέο μου βιβλίο είναι μια κοπέλα που κατάγεται από τη Γεωργία μιλάει την τουρκική, την ποντιακή, τη ρωσική γλώσσα και την ελληνική, αφού μεγάλωσε στην Ελλάδα» εξηγεί και προσθέτει: «Ήρθα στην Ελλάδα να μάθω λίγα ποντιακά για να μπορέσω να μπω στο ψυχισμό της ηρωίδας μου που κουβαλάει μέσα της πολλούς πολιτισμούς», λέει η κυρία Ντζόντλ.
Αυτές τις ημέρες, στο τέλος του Αυγούστου, οι Έλληνες επιστρέφουν στη Γερμανία μετά τις διακοπές τους στην πατρίδα. Επιστρέφουν στο νέο τους τόπο, εκεί, που κάθε πρωί θα φεύγουν στις δουλειές τους. Εκεί, που θα κάνουν τα σχέδια τους για την καθημερινότητα αλλά και το μέλλον, εκεί που με νοσταλγία θα μιλάνε για τις επόμενες καλοκαιρινές διακοπές τους στην Ελλάδα: «Εις το επανιδείν το 2019» λένε, φεύγοντας και σε εμάς, που θα τους περιμένουμε πάντα...