Έναν χρόνο μετά την κρίση του Κόλπου η λύση μοιάζει «ουτοπία»
Έναν χρόνο μετά την κρίση που ξέσπασε μεταξύ του Κατάρ και των γειτόνων του η εικόνα στην περιοχή του Κόλπου είναι πρωτόγνωρη. Διχασμός και αστάθεια έχουν αλλάξει το παιχνίδι των συμμαχιών στη Μέση Ανατολή, εκτιμούν οι αναλυτές.
Στις 5 Ιουνίου 2017 η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν όπως και η Αίγυπτος διέκοψαν από τη μία ημέρα στην άλλη τις διπλωματικές τους σχέσεις με το Κατάρ κατηγορώντας το ότι «στηρίζει την τρομοκρατία» και ότι πρόσκειται στο σιιτικό Ιράν, βασικό περιφερειακό αντίπαλο του Ριάντ.
Η διαμάχη αυτή έθεσε εν αμφιβόλω ακόμη και την ίδια την ύπαρξη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, το οποίο δημιουργήθηκε το 1981 και συγκεντρώνει τις έξι μοναρχίες της περιοχής, ενώ έφερε στο προσκήνιο έναν νέο διπλωματικό άξονα μεταξύ του Κατάρ, της Τουρκίας και του Ιράν.
«Δεν πιστεύω ότι είναι υπερβολικό να πούμε ότι αναδύονται νέα κέντρα εξουσίας στη Μέση Ανατολή», εξήγησε ο Ντέιβιντ Ρόμπερτς αναπληρωτής καθηγητής στο King’s College του Λονδίνου.
Εμιράτα και Κατάρ κατηγορήθηκαν επανειλημμένα ότι προκάλεσαν αεροπορικά συμβάντα και, σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα Le Monde, το Ριάντ απείλησε να αναλάβει στρατιωτική δράση, αν η Ντόχα αποκτήσει το εξελιγμένο, ρωσικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας S-400.
Καμία λύση δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα και οι ειδικοί συμφωνούν ότι οι επιπτώσεις της διαμάχης θα είναι βαθιές και θα διαρκέσουν.
«Η κρίση κινδυνεύει να έχει στην περιφερειακή ενότητα στον Αραβικό Κόλπο αντίστοιχες επιπτώσεις με την επέμβαση (του πρώην προέδρου του Ιράκ) Σαντάμ Χουσέιν στο Κουβέιτ το 1990», σχολίασε ο Κρίστιαν Ούλριχσεν ειδικός του πανεπιστημίου Rice στις ΗΠΑ.
«Είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς θα μπορέσει να αναδιαρθρωθεί ο Κόλπος», πρόσθεσε.
Το Κατάρ είδε να κλείνουν τα χερσαία σύνορά του, την αεροπορική του εταιρεία να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει τον εναέριο χώρο των γειτονικών χωρών και τους πολίτες του να απελαύνονται από τις χώρες που επέβαλαν κυρώσεις εναντίον του.
Η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της επέδωσαν έναν κατάλογο με 13 αιτήματα στο Κατάρ, μεταξύ των οποίων το κλείσιμο του δορυφορικού τηλεοπτικού δικτύου Αl Jazeera, την απομάκρυνση των τουρκικών στρατευμάτων από το έδαφός του και τον περιορισμό της συνεργασίας του με το Ιράν, με το οποίο μοιράζεται το μεγαλύτερο κοίτασμα φυσικού αερίου παγκοσμίως.
Η Ντόχα δεν έκανε τίποτε από αυτά και κατηγόρησε με τη σειρά της τις τέσσερις αυτές χώρες ότι προσπαθούν να τη θέσουν «υπό κηδεμονία».
Από την αρχή της κρίσης το Ριάντ και οι σύμμαχοί του προσπαθούν να αναγκάσουν το Κατάρ να υποχωρήσει, οι σχέσεις του οποίου με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και το ισλαμιστικό κίνημα της Χαμάς ενοχλούν τόσο τη Σαουδική Αραβία όσο και τα Εμιράτα.
Η Ντόχα αντιστέκεται, όμως πληρώνει μεγάλο οικονομικό τίμημα.
«Δεν υπάρχει κανένας νικητής και κανένας χαμένος», τόνισε ο Ούλριχσεν.
«Οι πολίτες του Κατάρ επιδεικνύουν μεγάλη ανθεκτικότητα και ρεαλισμό καθώς προσαρμόστηκαν γρήγορα στη νέα πραγματικότητα και δημιουργώντας νέες εμπορικές συμφωνίες οι οποίες περιόρισαν, αλλά δεν εξάλειψαν, το κόστος της κρίσης», εξηγεί.
Οι ΗΠΑ, που διαθέτουν μεγάλη στρατιωτική βάση στο Κατάρ, και το Κουβέιτ έχουν εμπλακεί στις προσπάθειες εξεύρεσης λύσης.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών του Κουβέιτ Χάλεντ αλ Τζαράλα δήλωσε στις 30 Μαΐου ότι είναι σε εξέλιξη διαβουλεύσεις: «οι τελευταίες ιδέες θα παρουσιαστούν στη σύνοδο Κόλπου- ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο, η οποία θα αποτελέσει ευκαιρία για να τερματιστεί αυτή τη κρίση».
Αρχικά ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φαινόταν να στηρίζει το Ριάντ, όμως στη συνέχεια χαρακτήρισε τον εμίρη του Κατάρ, τον σεΐχη Τάμιμ μπιν Χάμαντ αλ Θάνι, «φίλο» και «κύριο», επισημαίνοντας ότι εργάζεται για «την ενότητα» των χωρών του Κόλπου.
Για τον υπόλοιπο κόσμο η κρίση αυτή ενδέχεται να μοιάζει σαν μια περίπλοκη διαμάχη που αφορά μια μικρή ομάδα πλούσιων κρατών στον Κόλπο, όμως οι επιπτώσεις της είναι σημαντικές.
Η βαθιά αντιπαλότητα μεταξύ του Κατάρ και των Εμιράτων έχει επιπτώσεις στο Κέρας της Αφρικής, όπου και οι δύο χώρες προσπαθούν να εδραιώσουν την επιρροή τους.
Πολλές δυτικές χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ και η Γαλλία, εκμεταλλεύθηκαν την επιθυμία του Κατάρ να βγει από την απομόνωσή του και κέρδισαν σημαντικά στρατιωτικά συμβόλαια.
Παράλληλα, στον Κόλπο αναπτύχθηκε ο εθνικισμός, με ακατάπαυστες διαμάχες να προκύπτουν στον Τύπο και τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.
«Η κρίση αποτέλεσε μια ευκαιρία για τους κατοίκους του Κατάρ να εκφράσουν τον εθνικιστικό τους ζήλο», σύμφωνα με τον Ρόμπερτς.
Όμως «καταστρέφει τους δεσμούς εμπιστοσύνης» και «δημιουργεί εχθρότητες» μεταξύ γειτόνων, οι οποίες θα χρειαστούν «χρόνια, δηλαδή μία γενιά, για να ξεπεραστούν», πρόσθεσε ο Ούλριχσεν.