Ειδική αναφορά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στις ελληνικές πρωτοβουλίες για τις θρησκευτικές ελευθερίες
Τις πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει η Ελλάδα για την βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου που διέπει θέματα θρησκευτικών ελευθερίων καταγράφει σχετική ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που αφορά τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσμο.
Στην έκθεση γίνεται ειδική αναφορά στην τροποποίηση μιας σειράς νόμων που ανοίγουν τον δρόμο για την λειτουργία αποτεφρωτηρίων, επιτρέπουν στους Μουσουλμάνους μαθητές να απουσιάζουν από το σχολείο κατά την διάρκεια των Ισλαμικών θρησκευτικών γιορτών και άρουν τα εμπόδια για την σύσταση της πρώτης διοικητικής επιτροπής που θα διαχειρίζεται το ισλαμικό τέμενος στην Αθήνα.
Μάλιστα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, γίνεται ειδική αναφορά στο γεγονός ότι η ελληνική πολιτεία χορήγησε για πρώτη φορά άδεια σε μια πολυθεϊστική ομάδα για χώρο θρησκευτικής λατρείας, καθώς σε προηγούμενη έκθεση αναφερόταν ότι από το 2006 δεν είχαν εκδοθεί νέες άδειες λειτουργίας για τόπους λατρείας σε μη ορθόδοξες θρησκευτικές κοινότητες.
Αν και στο κεφάλαιο για την Ελλάδα γίνεται αναφορά στη συνέχιση περιστατικών που σχετίζονται με ρητορική μίσους και «αντισημιτικών και αντιμουσουλμανικών διακρίσεων», η έκθεση επισημαίνει την ποινική δική εναντίον 69 μελών και υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, την οποία χαρακτηρίζει ως ένα «ευρέως αντισημιτικό και αντιμουσουλμανικό» πολιτικό κόμμα.
Επιπλέον, γίνεται αναφορά στον νόμο που επιτρέπει «στους απογόνους των νεκρών Ελλήνων Εβραίων που γεννήθηκαν στη χώρα πριν από τις 9 Μαΐου 1945 να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα», ενώ σημειώνεται ότι «η κυβέρνηση εξακολούθησε να χρηματοδοτεί εκπαιδευτικά προγράμματα για το Ολοκαύτωμα και να τιμά τα θύματα του Ελληνικού Ολοκαυτώματος».
Στα επιμέρους τμήματα της έκθεσης επισημαίνεται ότι το Σύνταγμα της Ελλάδας αναγνωρίζει την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία ως την «επικρατούσα θρησκεία». Διευκρινίζεται, όμως, ότι οι συνταγματικές διατάξεις προστατεύουν το δικαίωμα της ανεξιθρησκίας, και αναγνωρίζεται ότι η κυβέρνηση σέβεται το συγκεκριμένο δικαίωμα.
Τέλος, σημειώνεται ότι η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία ασκεί σημαντική πολιτικοοικονομική επιρροή και ότι απαγορεύεται ο προσηλυτισμός.